Οι άνθρωποι στο μυαλό μου χωρίζονται σε δυο βασικές κατηγορίες: σε εκείνους που σοκάρονται με τους διαλόγους και τα μπινελίκια στις ταινίες του Οικονομίδη και σε εκείνους που δεν καταλαβαίνουν την έκρηξη των πρώτων. Νιώθω την ανάγκη να ξεκαθαρίσω κάπου εδώ πως δεν πάσχω από κάποιο σύνδρομο που να με αναγκάζει να στριμώχνω δυο τρεις βρισιές σε κάθε πρόταση. Το κάνω από ευχαρίστηση.
Την πρώτη φορά που η μητέρα μου με άκουσε να βρίζω σκηνοθέτησε ολόκληρη σκηνή λιποθυμίας από σοκ, στη στιγμή, στο καλύτερο ρεσιτάλ ελληνίδας μάνας εν δράση. Πολλές φορές έχω μπει σε διαδικασία να σκεφτώ πως η κατάσταση δε θα ήταν και τόσο δραματική αν δεν είχα ακούσει όλες εκείνες τις προτροπές να σταματήσω να βρίζω «κορίτσι πράμα». Ίσως να είναι και αντίδραση. Όπως και να έχει, συνεχίζω να πιστεύω πως τα μπινελίκια δεν έχουν φύλο και κυρίως δεν κάνουν κακό. Η εκτόνωση που μπορεί να δώσει μια βρισιά σε μια στιγμή έντασης δε συγκρίνεται με τίποτα. Μη σου πω πως κλασικές ιστορίες καθημερινής τρέλας δε θα έμπαιναν απενοχοποιημένα στη λίστα με τις μικρές απολαύσεις αν δε δημιουργούσαν αυτή την ανάγκη για χρήση λέξεων, για τις οποίες η μαμά μας μάς απειλούσε με πιπέρια στο στόμαω όταν ήμασταν παιδιά. Οδηγός μπροστά σου φρενάρει απότομα χωρίς αλάρμ ή φλας. Ο εκνευρισμός είναι αναπόφευκτος. Τι συμβαίνει όμως όταν τα νεύρα δε συνοδεύονται από μια «κακιά λεξούλα» και μένει μόνο το κορνάρισμα για να εκτονώσει την ένταση; Τα νεύρα αυτά μένουν μέσα στην ψυχούλα σου και συσσωρεύονται με άλλα νεύρα μαζεμένα, νεύρα που δεν εκφράστηκαν. Αυτό το μπουκάλιασμα οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια σε εκτόνωση σε άσχετο χρόνο, με άσχετη αφορμή και δυσανάλογη ένταση. Το αξίζει κανείς αυτό; Όχι βέβαια.
Αυτό με το μπουκάλιασμα των συναισθημάτων, για το οποίο μας προειδοποιούν χρόνια τώρα ψυχολόγοι, είναι από τα πρώτα επιχειρήματα που παραθέτω, προς υπεράσπιση της αγάπης μου για λίγο casual βρισίδι. Ναι, ΟΚ, δεν είναι όλες οι φορές που επιλέγω μια άκομψη λέξη σωστές, αλλά δε μπορώ να αγνοήσω και τις καταπραϋντικές ιδιότητες αυτής της κακής συνήθειας. Είμαι συμφιλιωμένη με την τάση μου αυτή και με την εύκολη εκτόνωση που μου προσφέρει. Αυτό που δεν ήξερα είναι πως το να πεις μερικές «κακές λέξεις» είναι επιστημονικά αποδεδειγμένο πως κάνει καλό στην ψυχική υγεία.
Σε πρόσφατη έρευνα, 28% των συμμετεχόντων ανέφεραν πως η συνήθειά τους να βρίζουν λίγο παραπάνω τους βοηθούσε να διατηρούν το κίνητρό τους στη δεύτερη καραντίνα, ενώ το 41% δήλωσε πως κάποιες φορές, με το να βρίζει, ένιωθε να παίρνει ένα boost ενθουσιασμού. Η έρευνα έδειξε επίσης πως αυτή η -κακιά για πολλούς- συνήθεια μειώνει το στρες και κάνει τους ανθρώπους να νιώθουν καλύτερα. Την έρευνα διεξήγαγε το app Clementine, ενώ μια ειδική σε θέματα γλώσσας, σύμφωνα με πληροφορίες του Unilad, δήλωσε πως οι βλασφημίες μπορούν να λειτουργήσουν ως παυσίπονα, να δώσουν ένα μπουστάρισμα στη διάθεση, αλλά και να φέρουν πιο κοντά τους ανθρώπους, σαν εργαλείο κοινωνικοποίησης.
Ας νιώσουμε ευγνωμοσύνη για αυτή την έρευνα. Δε συμβαίνει συχνά να δικαιωνόμαστε επιστημονικά για μια συνήθεια που μας έχει βάλει σε μπελάδες κατά καιρούς.