Δεν είναι ότι δεν το περιμέναμε να έρχεται. Αρκούσε να ρίξεις μια ματιά στους τίτλους ειδήσεων τα τελευταία δύο 24ώρα. Την Παρασκευή στο κτήριο του Πολυτεχνείου, την Πολυτεχνιούπολη και τους δρόμους των Εξαρχείων έγιναν 102 προσαγωγές, εκ των οποίων οι 91 μετατράπηκαν σε συλλήψεις. Ο βουλευτής της Νέας Δημοκρατίας, Κωνσταντίνος Μπογδάνος, έδωσε το «παρών» στην έφοδο της αστυνομίας στο Πολυτεχνείο, προανήγγειλε απαγορεύσεις και κανείς δεν ρώτησε το εύλογο: τι ακριβώς δουλειά είχε εκεί; Το Σάββατο στη Θεσσαλονίκη συνελήφθησαν 4 μέλη του ΑΝΤΑΡΣΥΑ με την κατηγορία της διέγερσης σε ανυπακοή σε συνδυασμό με την παραβίαση μέτρων για την πρόληψη μεταδοτικών ασθενειών, επειδή μοίραζαν φυλλάδια που καλούσαν τον κόσμο στην πορεία για την επέτειο του Πολυτεχνείου, η οποία μέχρι χθες το πρωί δεν είχε απαγορευτεί.
Είναι αυτή η αμήχανη στιγμή που καταφεύγεις στον κυνισμό και την κλινική καταγραφή γιατί η μεγάλη εικόνα είναι απόλυτα ζοφερή και αβιώτη. Επιτελικό κράτος, επιτελικές συλλήψεις, επιτελικό βρωμόξυλο. Η φωτογραφική απαγόρευση δημόσιων συναθροίσεων άνω των 4 ατόμων για το διάστημα 15-18/11 δεν είναι τίποτα άλλο από τη συνεπή στάση ενός Υπουργείου, η ηγεσία του οποίου εδώ και 1,5 χρόνο αποδεικνύει την αταλάντευτη προσήλωσή της στον αυταρχισμό και την ασυδοσία. Δεν είναι παρά η απόλυτα συνεπής (ιστορικά και πολιτικά) στάση μιας βαθιά συντηρητικής κυβέρνησης, κορυφαία στελέχη της οποίας παραδοσιακά γοητεύονται από το εξουσιαστικό πνεύμα της επιβολής και των απαγορεύσεων και φουσκώνουν από υπερηφάνεια μπροστά στον καθρέφτη όταν καλούνται να πάρουν αποφάσεις σε συνθήκες εξαίρεσης.
Η διαχείριση της πανδημίας δεν είναι μόνο ένα επιστημονικό ζήτημα, αλλα πολιτικό.
Πράγματι, φέτος δεν θα ήταν δυνατόν να πραγματοποιηθεί μια μαζική πορεία για τον εορτασμό της επετείου του Πολυτεχνείου, ακόμα και αν δεν ήταν ήδη σε ισχύ η απαγόρευση. Η υπενθίμιση της ιστορικής πορείας του ΠΑΜΕ τη φετινή Πρωτομαγιά είναι χρήσιμη, αλλά δεν ανταποκρίνεται στα σημερινά δεδομένα της πανδημίας. Επειδή ακριβώς γνωρίζουμε όχι μόνο τις διαχρονικές ανεπάρκειες του συστήματος υγείας, αλλά και την εντελώς πλημμελή προετοιμασία του από τη σημερινή πολιτική ηγεσία για το δεύτερο κύμα της πανδημίας, ήταν αναπόφευκτο να θέσουμε ως προτεραιότητα την προστασία των πιο ευάλωτων ομάδων. Θα κάναμε, όπως έχουμε ήδη κάνει, τα πολύ στραβά μάτια στο περιορισμό δικαιωμάτων και ελευθεριών.
Και αυτή είναι μια συζήτηση που ήδη έχει ξεκινήσει να γίνεται. Διότι η διαχείριση της πανδημίας δεν είναι μόνο ένα επιστημονικό ζήτημα (άλλωστε, ακόμα και η επιστήμη δεν είναι ιδεολογικά ουδέτερη), αλλά όπως γίνεται ξεκάθαρα αντιληπτό, ειδικά τώρα στη νέα φάση εξάρσης της μετάδοσης του ιού, είναι ένα πολιτικό ζήτημα. Η «υγειονομική προστασία» όλο και πιο συχνά εμφανίζεται στον δημόσιο λόγο ως ένα πρώτης τάξεως άλλοθι που δεν αφορά τον περιορισμό δικαιωμάτων, αλλά ουσιαστικά για την αναστολή τους. Ο κυρίαρχος λόγος θέτει ως απόλυτη προτεραιότητα την «υγειονομική αναγκαιότητα» στο όνομα της οποίας οποιαδήποτε κριτική θα πρέπει να γίνει σε μεταγενέστερο στάδιο. Είναι ένας λόγος που εδραιώνεται στο δίπολο της (υγειονομικής) ευθύνης και της (υγειονομικής) ανευθυνότητας καθώς επιχειρεί να δημιουργήσει νέους συσχετισμούς μέσα στην κοινωνία. Παρόλα αυτά, είναι λόγος προσχηματικός και για αυτό πλέον μη πειστικός.
Μπορεί φέτος να μην ήταν δυνατόν να πραγματοποιηθεί η πορεία, αλλά υπήρχαν τρόποι να τιμηθεί με φυσική παρουσία ο αγώνας κατά της Χούντας
Μέσα σε ένα πολύ ευνοϊκό για την ίδια δημοσιογραφικό περιβάλλον, η κυβέρνηση επιλέγει ποιες συμπεριφορές θα στοχοποιήσει και ποιους πολίτες θα στιγματίσει. Δεν γίνεται να ξεχάσεις ότι κάποιες από τις ομιλούσες κεφαλές των δελτίων ειδήσεων είχαν νιώσει την ανάγκη να καταδικάσουν τη συγκέντρωση έξω από το Εφετείο στις 7 Οκτωβρίου, ενώ πολλοί είχαν ζητήσει και την απαγόρευσή της.
Η πορεία του Πολυτεχνείου ενοχλεί γενικά τις εξουσίες, επειδή, αν και έγιναν “φιλότιμες” προσπάθειες από όλες τις πλευρές, δεν έχει μετατραπεί ακόμα σε κάποιου είδους τελετουργία, δεν έχει απονευρωθεί πολιτικά. Παρά τον θεσμικό της χαρακτήρα, κάθε χρόνο η πορεία φέρνει στο προσκήνιο νέα ερωτήματα και προτάγματα. Ο εορτασμός της επετείου της εξέγερησης, αλλά και η διατήρηση της μνήμης όσων δολοφονήθηκαν, βασανίστηκαν, εξοριστηκαν και φυλακίστηκαν από την Χούντα είναι ένα συμβολικό πεδίο από το οποίο η σημερινή κυβέρνηση είναι ιστορικά αποκλεισμένη. Μπορεί φέτος να μην ήταν δυνατόν να πραγματοποιηθεί η πορεία, αλλά υπήρχαν τρόποι να τιμηθεί με φυσική παρουσία αυτός ο αγώνας, με αποστάσεις, με προφυλάξεις με μέτρα.
Η μνήμη δεν είναι μόνο μια υπόθεση ιδιωτική, προορισμένη να τιμάται κατ’ οίκον. Η μνήμη πρέπει να είναι ορατή όχι μόνο για να διατηρείται ζωντανή, αλλά για να μην παύει να αποτελεί βίωμά μας.
Με 6 στο Πολυτεχνείο, λοιπόν.