Θαρρείς και κάποιοι βιάζονται να σηκώσουν χέρι σε έναν άτυπο διαγωνισμό χυδαιότητας, αυτές τις μέρες φυσικά δεν έλειψαν και δεν θα λείψουν στις αμέσως επόμενες οι τοποθετήσεις που θα θέσουν στο στόχαστρο τις μαθητικές κινητοποιήσεις και καταλήψεις. Νικητής αυτής της εβδομάδας ο βουλευτής της Νέας Δημοκρατίας, Γιάννης Καλλιάνος, ο οποίος φρόντισε να ακολουθήσει τη γνώριμη συνταγή με την οποία κάθε συντηρητικός πολιτικός τοποθετείται απέναντι στις κάθε είδους συλλογική διεκδίκηση, ειδικά όταν προέρχεται από τα μαθητικά ή φοιτητικά κινήματα: 2 κουταλιές ταξικής (και γι’ αυτό απόλυτα στρεβλής) ανάγνωσης της αριστείας, 15 γραμμάρια κατασκευής ενός «άλλου» με όρους αντικοινωνικής/έκνομης συμπεριφοράς και αφού ανακατέψουμε δυνατά προσθέτουμε αρκετό λαϊκισμό και το ύφος απογοητευμένου πατέρα που πια δεν αντέχει και θα πρέπει να ξεσπάσει.
Τα κακόμοιρα τα παιδιά, αυτή την ώρα καίνε το κέντρο της Αθήνας γιατί μάχονται για το μέλλον τους. Ξέρετε, είναι αυτά τα…
Δημοσιεύτηκε από Γιάννης ΚαλλιάνοςΑ στις Πέμπτη, 1 Οκτωβρίου 2020
Τα έγραψε, ανασκεύασε και πλέον με τις κινητοποιήσεις να πληθαίνουν σε αριθμό και σε ένταση, θα αναμένουμε τον επόμενο που θα πάρει τη σκυτάλη και θα σπεύσει να νουθετήσει, να συναιτήσει, να σιχτιρίσει και να βάλει ακόμα ψηλότερο τον πήχη της αμετροέπειας. Πιθανόν εκτός κοινωνικών δικτύων αφού εκεί φαίνεται πως είναι το πεδίο των μαθητών.
Οι δηλώσεις του Καλλιάνου είναι λες και εξορύσσονται από τα ατέλειωτα κοιτάσματα ενός συντηρητικού και αντιδραστικού λόγου ο οποίος επαναλαμβάνεται μονότονα. Αν δεν ήταν ένα ποστ στο Facebook το 2020, θα μπορούσε κάλλιστα να ήταν μια οργισμένη επιστολή σε πανελλαδικής κυκλοφορίας εφημερίδα το 1990 ή ένας ένα φωνακλάδικός μονόλογος σε τηλεοπτικό παράθυρο το 1999 ή μια οργισμένη παρέμβαση σε τηλεοπτική εκπομπή το 2008 ή να έρχεται από το μέλλον ως ένα μήνυμα που θα έχει δημοσιευτεί σε οποία πλατφόρμα τότε θα είναι δημοφιλής.
Δεν χρειάζεται να διαθέτει κάποιος μνήμη ελέφαντα για να θυμηθεί πώς αντιμετωπίζονται διαχρονικά οι μαθητικές κινητοποιήσεις με όλες αυτές τις ηθικοπλαστικές νουθεσίες και αυτή την κριτική για «απουσία αιτημάτων», για το «ανέφικτο» των διεκδικήσεων, για το «ξέσπασμα» που στερείται νομιμοποιητικού λόγου. Πλάι σε αυτά και η πάντα ελκυστική προσέγγιση της βίας με όρους θεάματος.
Και αν λείπουν τα αιτήματα; Κι αν κάποια από αυτά είναι ανέφικτα; Και αν πρόκειται για ένα ξέσπασμα;
Η εικόνα του διαμαρτυρόμενου μαθητή είναι ένα “σκάνδαλο” που δύσκολα γίνεται ανεκτό.
Η εξεγερσιακή και πολιτικά οριακή στιγμή του Δεκεμβρίου του 2008. Υπήρξε τέτοια επειδή εκκίνησε ως ξέσπασμα, ως ένα βίωμα που άνοιγε μπροστά μας δυνατότητες αδιανόητες, που έθετε ερωτήματα τα οποία δεν μπορούσαν να απαντηθούν με τα συνήθη σχήματα, που δεν επιζητούσε προκάτ λύσεις αλλά σε καλούσε να ερμηνεύσεις τον κόσμο διαφορετικά.
Πίσω από την εξουσιομανία και τον πατερναλισμό που προωθεί την άποψη ότι ένα μάτσο 16χρονοι δεν δικαιούνται να έχουν γνώμη για ό,τι συμβαίνει στην καθημερινότητα τους και ότι για να δικαιούνται να έχουν γνώμη, η γνώμη αυτή θα πρέπει να κινείται εντός συγκεκριμένος ορίων, κρύβεται η απέχθεια απέναντι στην εικόνα του διαμαρτυρόμενου μαθητή. Περισσότερο και από μια εικόνα, πρόκειται για ένα «σκάνδαλο» που δύσκολα γίνεται ανεκτό: ένα υποκείμενο που επιβάλλεται να πειθαρχεί, περνά στην επικράτεια της αμφισβήτησης. Ένα υποκείμενο που δεν λογίζεται ώριμο, περνά στον χώρο της διεκδίκησης. Οι μαθητές δεν αποδέχονται τις εξισώσεις του εφικτού, γιατί η ίδια η αμφισβήτηση ως διαδικασία αναζήτησης της γνώσης δεν συμβιβάζεται με το εφικτό, αλλά επιδιώκει να διευρύνει τα όρια, να φέρει ένα φως στο σκοτάδι. Η εικόνα του διαμαρτυρόμενου μαθητή δεν απλώς είναι μια εικόνα που έρχεται το μέλλον, δεν είναι απλώς μια εικόνα που φέρνει ωμά μπροστά μας όσα βρίσκονται σε εκκρεμότητα. Είναι μια εικόνα φορτισμένη με το παρελθόν: με όσα δεν ειπώθηκαν όταν έπρεπε, με όσα δεν έγιναν όταν έπρεπε, με δικές μας παραλείψεις και ανοιχτούς λογαριασμούς -κανείς δεν χρειάζεται ενοχλητικές υπενθυμίσεις.
Δεν υπάρχει πιο τιμητικός τίτλος από αυτον του μαθητή. Μαθητής είναι ο άνθρωπος που αποδέχεται ότι όσα περισσότερα μαθαίνει για κάτι, τόσα περισσότερα είναι εκείνα που συνειδητοποιεί ότι αγνοεί. Είναι εκείνος που απαλλάσσεται από βεβαιότητες. Είναι εκείνος που αμφισβητεί φύσει και θέσει. Μακάρι όλοι να μπορούσαμε να αποδεχθούμε αυτόν το ρόλο, να δεχθούμε την άγνοια μας και να αφοσιωθούμε σε έναν αγώνα απέναντι στο σκοτάδι.
Κάθε μαθητής, σε οποιαδήποτε ηλικία, διεκδικεί και αντισκτέκεται εξ ορισμού.