Το Όσα Παίρνει ο Άνεμος “κατέβηκε” απ’ την HBO max, κι άνοιξε μια τεράστια κουβέντα. Πρέπει να λογοκρίνεις τις ταινίες που περιέχουν ρατσισμό; Το έργο τέχνης πρέπει να το μετράς με τα μάτια της δικής του εποχής, ή της δικής σου; Να το ζυγίζεις με σταθμά του σήμερα, ή με σταθμά του τότε;

Δεν θ’ αποφύγω την απάντηση. Για μένα η λογοκρισία είν’ έγκλημα ακόμα κι όταν πρόκειται για το πιο άθλιο, μισάνθρωπο βιβλίο που γράφτηκε ποτέ. Και το πιστεύω πως οι τέχνες και τα γράμματα, πρέπει να ‘χουν την ίδια αντιμετώπιση που έχει κι η ιστορία: δεν γίνεται να τη βγάλεις έξω απ’ το πλαίσιο της εποχής της, δεν γίνεται να δεις τον άνθρωπο του χθες με τις αξίες του σήμερα. Κι αυτό δεν πάει να πει ότι θα πάψει να ‘ναι ρατσιστής ο ρατσιστής. Αυτό πάει να πει πως, ο ρατσιστής του σήμερα είναι πολύ χειρότερος από κείνον του χθες και του προχθές. Όμως, ας επιστρέψω πίσω στην τέχνη. Το Όσα Παίρνει ο Άνεμος, διάολε, ας το πάρει ο άνεμος… Αν πρόκειται να γίνει κάτι έτσι, ας είναι. Μα θα γίνει;

Πολύ φοβάμαι, όχι. Ο,τι κι αν “καταστρέψεις”, δεν θα πεθάνει ο ρατσισμός. Όταν δημιουργείς, ναι…

…τότε αλλάζει ο κόσμος!

Αντί λοιπόν ν’ αποκλείσεις το φιλμ του Ντέιβιντ Ο’ Σέλζνικ απ’ τα μάτια όσων δεν το ‘χουν δει, γιατί δεν κάνεις τούτο: Πες τους “Δείτε το!”. Κι έπειτα δείτε το ντοκιμαντέρ μας, για τη Χάτι ΜακΝτάνιελ που πήρε Όσκαρ σε κείνη την ταινία, μα δεν κάθισε παρέα με το υπόλοιπο καστ στην πρώτη σειρά της αίθουσας. Έκατσε αλλού. Την έβαλαν αλλού. Μακριά απ’ τα φώτα. Σε άλλη αίθουσα. Γιατί ήταν μαύρη, και τα Όσκαρ δεν ήθελαν να “λερώσουν” την άψογη λευκότητά τους με μια μαύρη γυναίκα που διεκδικούσε τ’ όνειρό της.

Πιο απλά; Φέρε στο φως κι άλλα…

Hollywood, κι άσε το θεατή να μισήσει το ρατσισμό από μόνος του!

Η σειρά μίας σεζόν του Netflix δείχνει το δρόμο. Είναι ένας δρόμος του ’50, φωτισμένος με τα φώτα του θεάματος, είναι ένας δρόμος αισιόδοξος, μα κι ένας δρόμος δύσβατος, γεμάτος αδικίες, προκατάληψη και σεμνότυφους καταπιεσμένους ανθρώπους. Είναι ένας δρόμος που θα τον ακολουθήσει ο νεαρός Τζακ Κοστέλο, ένας ηθοποιός γεμάτος όνειρα, που καταλήγει ζιγκολό. Θα τον ακολουθήσει κι ο Άρτσι Κόλμαν, ένας μαύρος ομοφυλόφιλος που για να μπορέσει να κυνηγήσει την ελπίδα του να γίνει σεναριογράφος, προσφέρει “υπηρεσίες” σε κινηματογράφο με πορνό. Παρέα τους κι ο μιγάς σκηνοθέτης Ντάρεν Κρις, με τη μαύρη κοπέλα του, την ηθοποιό Καμίλ Ουάσινγκτον. Είναι μια παρέα νέων που θέλουν να πετύχουν, σ’ έναν κόσμο που συνεχώς τους πάει κόντρα. Για το χρώμα ή την καταγωγή τους. Για τα θέλω και τις προτιμήσεις τους.

Έτσι νικάς το ρατσισμό. Κάνε το θεατή να ταυτιστεί με τον άνθρωπο, κάν’ τον να νιώσει την αδικία, να νιώσει την καταπίεση, να νιώσει τη βία. Όχι μονάχα τη βία όπως την εκφράζει ένα μαστίγιο, όχι μονάχα όπως την εκφράζει το βασανιστήριο (που πιθανώς να σημαίνουν “άλλες εποχές” ή “άλλο κόσμο” για το θεατή του σήμερα), αλλά κι όπως την εκφράζει ένα: “Το όνομά σας δεν θα μπει στους τίτλους, επειδή είστε μαύρος!“. ‘Η όπως τον εκφράζει ένας φλεγόμενος σταυρός στην αυλή. Σε μια αυλή που θα μπορούσε να ‘ναι δική σου, του γείτονά σου, του φίλου σου, του έρωτά σου…

Κι αν το φινάλε έχει Happy (Hollywood) Ending, μην το φοβάσαι!

Το μόνο που θα καταφέρει ένα χαρούμενο φινάλε, είναι να δείξει πως το όνειρο μπορεί να ‘ναι πραγματικό για όλους. Φτάνει να τους το επιτρέψει ο κόσμος. Φτάνει να υπάρξουν θαρραλέοι άνθρωποι που θα σταθούν στο πλάι αυτών που αδικούνται. Στο πλάι του ανθρώπου που κινδυνεύει η ζωή του απ’ τους “υπηρέτες” του νόμου. Στο πλάι του ανθρώπου που βλέπει το ταλέντο του να χαραμίζεται, γιατί δεν είναι αυτό που του ζητάνε τα καλούπια. Στο πλάι του ανθρώπου που ζητάει μονάχα ίσα δικαιώματα, ίσες ελπίδες, μια θέση στον ήλιο ίδια μ’ όλων των άλλων.

Δεν ξέρω αν ο κόσμος πρέπει να πετάξει απ’ τη φιλμοθήκη του τα Όσα παίρνει ο άνεμος. Μα ξέρω σίγουρα πως έχει ανάγκη κι άλλα Hollywood. Κι άλλες ιστορίες ικανές να σε πείσουν πως, αυτός ο κόσμος χρειάζεται δουλειά, και τη δουλειά την κάνουν άνθρωποι. Εγώ, κι εσύ, και όλοι μας. Μέχρι να μην ακούσει ποτέ ξανά κανείς: “Δεν μπορείς, γιατί… το χρώμα σου, το φύλλο σου, το θέλω σου, η καταγωγή σου…”.