Χθες αρκετά ενημερωτικά sites σε όλη την Ελλάδα αλλά και κάποια δελτία ειδήσεων, αναπαρήγαγαν την είδηση του διπλού φονικού που συνέβη στα Ανώγεια του Ρεθύμνου, με μια λέξη να μονοπωλεί σχεδόν τους τίτλους. Βεντέτα. Σύμφωνα με όσα διαβάσαμε, μια διαφωνία που ξεκίνησε στο καφενείο, σχετικά με κάποιες κτηματικές διαφορές, ανάμεσα σε έναν 62χρονο κι έναν 30χρονο οδήγησαν στην εν ψυχρώ δολοφονία του πρώτου από τον δεύτερο. Στη συνέχεια ο γιος του δολοφονημένου, σκότωσε τον δολοφόνο του πατέρα του, επίσης εν ψυχρώ κι εξαφανίστηκε. 

Μια διαδικτυακή βόλτα αρκούσε για να δεις κάποιους να υπερθεματίζουν για τα εγκλήματα τιμής, και να τα χαρακτηρίζουν πράξεις λεβεντιάς και προστασίας του ονόματος της οικογένειας, που δεν πρέπει να μείνει λερωμένο. Με λίγα λόγια λέξεις με βαριά ηχώ, όπως το αίμα, η οικογένεια, η τιμή κι η υπόληψη, μοιάζουν να νοηματοδοτούνται ξανά, προσφέροντας “συγχωροχάρτι” σε μια πράξη αυτοδικίας. Δεν είναι η πρώτη φορά που συνέβη κάτι τέτοιο, προφανώς και δυστυχώς, δύσκολα θα είναι κι η τελευταία. Υπάρχουν πολλαπλές αναγνώσεις για την ιστορία της βεντέτας και μαζί και με αυτές εύκολα αναθέματα. “Καλά του κάνε του μπάσταρδου, αφού “του έφαγε” τον πατέρα”, είναι πιθανό να ακούσεις. “Ο γιος πρέπει “να καθαρίσει” κι άλλο το όνομα της οικογένειας κι οφείλει να πάρει εκδίκηση“. Η τελευταία λέξη άλλωστε, γεννά τις βεντέτες, μαζί με ένα περί δικαίου αίσθημα, που θρέφει τον εγωισμό των αυτόκλητων τιμωρών, που κυκλοφορούν εκεί έξω. Μια λέξη ιδιαίτερη, που χρησιμοποιούμε συχνά για να κάνουμε επίκληση στο συναίσθημα κι είναι ένα παράδοξο αποκούμπι στο μυαλό αυτών, που έχασαν κάποιο αγαπημένο τους πρόσωπο.  

Κάποιες περιοχές όπως η Κρήτη κι η Μάνη ίσως “έχουν στιγματιστεί” ως αυτές με τα περισσότερα θανατηφόρα περιστατικά με βεντέτες στην χώρα. “Κλειστές επαρχιακές κοινωνίες, που έχουν στενούς δεσμούς γενεών ολόκληρων με την παράδοση και το τρίπολο της Οικογένειας-Τιμής- Εκδίκησης“, όπως μας είπε ο Ρεθεμνιώτης δημοσιογράφος Νίκος Πολιουδάκης, που αρθρογραφούσε χρόνια στις τοπικές εφημερίδες του νομού και πλέον ζει κι εργάζεται στη Σουηδία. 

Συνήθως, οι κτηματικές διαφορές μοιάζουν να είναι η αφορμή, για τον φόρο αίματος που έχουν πληρώσει οικογένειες σε όλη την χώρα και στην Κρήτη. Άλλες φορές η ζωοκλοπή, που συνηθίζεται σε αυτές τις περιοχές. Ακόμη η υπερβολική ευθιξία θαμώνων καφενείων, που δεν σηκώνουν κακό λόγο και πλάκα πάνω σε όσα πιστεύουν κι όσα πρεσβεύουν. Τα παραπάνω δίνουν την αφορμή, ανάβουν το φιτίλι αν θες για να πιαστούν στα χέρια κι έπειτα να βγουν τα όπλα! 

Zητώντας τη συνδρομή του εγκληματολόγου Παναγιώτη Παπαϊωάννου στο θέμα, ψάξαμε να δούμε αν νομικά υπάρχει βάση στον όρο έγκλημα τιμής, που συχνά βομβαρδίζει τις οθόνες μας σε αντίστοιχες περιπτώσεις. “Διαχρονικά στη δημοσιευμένη ελληνική νομολογία, τα εγκλήματα για λόγους τιμής τελούνται από δράστες οι οποίοι, κατά ορθότερη ερμηνεία των πραγματικών περιστατικών, “υπολαμβάνουν” ότι η συμπεριφορά του παθόντος έθιξε την τιμή τους, το σύνολο, δηλαδή, των πρωταρχικών, σύμφωνα με την υποκειμενική αξιακή τους κλίμακα, ηθικών αξιών, της τιμής εννοουμένης συνήθως ως τιμή (αυταξία) της προσωπικότητας, τιμή περί τον γάμο (επιβουλή της σεξουαλικής “ακεραιότητας” του συζύγου) ή τιμή της οικογενείας των θιγέντων“. 

H “τιμή”, ως πρωταίτιο τέλεσης ανθρωποκτονίας εκ προθέσεως αφίσταται εν προκειμένω από την έννοια του εννόμου αγαθού του προστατευόμενου από τον Ποινικό Κώδικα στα 361-369*, δηλαδή ως το σύνολο προτύπων συμπεριφοράς τα οποία αντιστοιχούν σε μια σταθερή αξιακή θέση του κάθε ατόμου μέσα στο κοινωνικό σύνολο. Πρόκειται για μια αλλοιωμένη, ιδιότυπα διευρυμένη αντίληψη του δράστη για την έννοια της ατομικής, οικογενειακής και περί τον γάμο αυταξίας” (*Βλ. σχετ. και Δ.Δ. Σπινέλλη, Ποινικό Δίκαιο Ειδικό Μέρος, β΄ έκδ., Αντ. Ν. Σάκκουλας, Αθήνα – Κομοτηνή 1982, σελ. 11-21 και την παρατήρηση του γράφοντος επί της Μ.Ο.Εφ. Αθ. 92/1999, σε Ποιν. Δικ. 12/1999, σελ. 1225-1228).

Μερικές φορές, παίζοντας με τις λέξεις, τα πράγματα δεν λέγονται με το όνομά τους. Όταν κάποιος αφαιρεί τη ζωή κάποιου, έχουμε μια περίπτωση ανθρωποκτονίας. Ποια είναι η ίσως όχι με την πρώτη ματιά ευδιάκριτη, αλλά καθ’ όλα ουσιώδης- ειδοποιός διαφορά με άλλες εκ του κινήτρου διακρινόμενες ανθρωποκτονίες; Δράστης των ανθρωποκτονιών για λόγους τιμής δεν είναι πάντοτε ο αμέσως θιγόμενος, αλλά ο “εξ αντανακλάσεως” θιγόμενος από τη συμπεριφορά του παθόντος“. 

Ο Νίκος αντίστοιχα στέκεται και στον ανθρώπινο παράγοντα που είχε ως αποτέλεσμα, να ξεφύγει η διαφωνία και να φτάσουμε στο σημείο να μιλήσουν τα όπλα. Ωστόσο, επιμένει πως το γεγονός ότι οι εμπλεκόμενοι έχουν το όπλο εύκαιρο συνήθως, είναι που χρειάζεται να μας προβληματίζει περισσότερο. “Το θέμα της οπλοκατοχής και της οπλοχρησίας, σε κλειστές κοινωνικές ομάδες που μπαλωτάρουν σε λύπες και χαρές ανεξέλεγκτα, είναι σύνθετο και καθόλου εύκολο να λυθεί“.  

Το κίνητρο της τέλεσης των ανθρωποκτονιών για λόγους “τιμής” ξεκινά από την βάναυση προσβολή της τιμής του δράστη εκ μέρους, όπως ο ίδιος το υπολαμβάνει, του ή των θυμάτων“, προσθέτει ο κύριος Παπαϊωάννου κάνοντας παραδειγματική αναφορά στο Βιβλίο του Άρη Τσαντηρόπουλου για τη Βεντέτα στη Σύγχρονη Ορεινή Κρήτη. “Στην Κρήτη, η εκδίκηση ακολουθεί τους δικούς της κανόνες. Πρώτα πρώτα, η διάθεση για απάντηση στον αδικητή γίνεται αμέσως γνωστή. Οι άνδρες της οικογένειας του θύματος φοράνε μαύρα πουκάμισα και αφήνουν γένια. Παλιότερα, οι γέροι της οικογένειας έβαφαν τα ραβδιά τους μαύρα. Οι συγγενείς του θύματος, αφού εκδηλώσουν τη διάθεση για εκδίκηση, δεν βιάζονται. Δεν δεσμεύονται ως προς το χρόνο αλλά και τον τρόπο που θα πάρουν το αίμα τους πίσω. Μπορούν να στήσουν και ενέδρα ακόμη. Όμως σε καμία περίπτωση δεν μπορούν να σκοτώσουν γυναίκες και παιδιά. Πρέπει να εκδικηθούν σκοτώνοντας τον καλύτερο και ποτέ έναν “κακουρέ”, δηλαδή έναν παρακατιανό. Η οικογένεια του αδικητή, αμέσως μετά το φονικό, προς σεβασμό προς το νεκρό, οφείλει να εγκαταλείψει το χωριό“. 

Παρόλα αυτά, έχουμε εξαντλήσει τα σύννεφα από τα οποία πέφτουμε κάθε φορά, που κάποιοι λύνουν τις διαφορές τους με τα όπλα. Έχουμε φτάσει στο 2020 κι ακόμη είναι προς κοινωνική συζήτηση τα αυτονόητα. Η ζήλια δεν οπλίζει το χέρι (αντίθετα το κάνει αυτός που πουλά έννομα ή παρανόμα όπλα) κι η τιμή δεν αποκαθίσταται όταν το ένα παλικάρι κείτεται στο χώμα και το άλλο πληρώνει το τίμημα σε ένα κελί στη φυλακή. Μια κοινωνία που σκεπάζει το έγκλημα με το μανδύα της προστασίας της τιμής της λεβεντογέννας πατρίδας της, είναι μια κοινωνία επικίνδυνη, που αποστρέφει αλλού το βλέμμα της ενστικτωδώς, για να μην δει το πρόσωπό της, στον καθρέφτη.  

Δεν υπάρχει η πρόθεση να αμφισβητηθεί η ιστορία της Μεγαλονήσου, της Μάνης ή οποιασδήποτε άλλης κουκίδας στον ελληνικό χάρτη με ιστορία εκατοντάδων χρόνων. Δεν τα έχουμε βάλει με τη λεβεντιά, πολυτραγουδισμένων τόπων, ούτε μας ενοχλεί το φιλότιμο των κατοίκων τους, που πολλές φορές έγινε μαγιά επανάστασης κι ελευθερίας. Ωστόσο, δεν πρόκειται να δικαιολογήσουμε στο όνομα των παραπάνω, αντίποινα πνιγμένα στο αίμα, για να κρατηθεί το οικογενειακό όνομα και το τίμιο κούτελο καθαρό.