Σαν σήμερα πριν το 1967, η δημοκρατία ανατράπηκε στην Ελλάδα, φέρνοντας στην καθημερινότητα των Ελλήνων, μια στρατιωτική χούντα, αποπαίδια της οποίας είχαμε δυστυχώς στη Βουλή, για πολλά χρόνια. Αυτή η μέρα δεν ήταν, δεν είναι και δεν θα είναι ποτέ σαν καμία από τις άλλες που θα έρθουν, καλά να είμαστε να τις δούμε. Τα όσα συνέβησαν στα επτά περίπου χρόνια που κράτησε το μαρτύριο για κάθε δημοκρατικό, ελεύθερο κι αγωνιστή που βρισκόταν εντός της ελληνικής επικράτειας, δεν μπορούν να χωρέσουν σε ένα άρθρο όπως καταλαβαίνεις. Αν θες να έχεις μια εικόνα για την Χούντα κι όλα όσα έπραξε, κάνε τη χάρη στον εαυτό σου, να δεις τις συνεντεύξεις της Χριστίνας Μουστακλή και του Περικλή Κορόβεση. Βιβλιογραφία πλούσια υπάρχει κι είναι στη διάθεση όλων, αποτελώντας μια καλή αφορμή να βουλώσει το στόμα των νοσταλγών της στρατιωτικής δικτατορίας, που παραποιούν εσκεμμένα την πραγματικότητα, φέρνοντάς τη στα δικά τους αντιδημοκρατικά μετρά.
Ξεκινώντας να γράφω, μια ερώτηση και μόνο πλανιέται στο μυαλό μου. Τι συνέβη εκείνη την αποφράδα μέρα, που ο χρόνος σταμάτησε, οι συναθροίσεις κι οι μετακινήσεις απαγορεύτηκαν κι όσοι δεν συμμορφώνονταν θα πυροβολούνταν, άνευ προειδοποιήσεως;
Τα ξημερώματα τις 21ης Απριλίου, ο ραδιοφωνικός σταθμός των ενόπλων δυνάμεων, μετέδωσε το βασιλικό διάταγμα του στρατιωτικού πραξικοπήματος. Κάθε φορά που το ακούς, είναι και πιο ανατριχιαστικό. Μέσα σε λίγες ώρες, όλες οι δημοκρατικές ελευθερίες καταστάλθηκαν και στρατιώτες με όπλα γέμισαν τους δρόμους. Οι ασπρόμαυρες εικόνες, οι αναλογικοί ήχοι, που διακόπτονται από τα παράσιτα της εποχής και το πολυτονικό σύστημα στις εφημερίδες, μας ξεγελούν, βάζοντας την εποχή αυτή πολύ πιο μακριά από όσο είναι. Ο πατέρας μου πήγαινε λύκειο ας πούμε κι η συγχωρέμενη η γιαγιά μου, κόντευε τα 50 όταν συνέβη.
Ήταν άνθρωποι που έπεσαν για ύπνο ελεύθεροι και ξύπνησαν πολιορκημένοι. Τα πρωτοσέλιδα της εποχής, όπως το ιστορικό της Καθημερινής ενημερώνουν τον κόσμο για τις πράξεις του στρατιωτικού κινήματος, ενώ τις επόμενες μέρες γίνεται σαφές και ποιες εφημερίδες, λειτουργούν ως όργανο της Χούντας των Συνταγματαρχών. Μέσα από τα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων της Κύπρου, γίνεται ωστόσο πιο κατανοητό, αυτό που συμβαίνει στην Ελλάδα, καθώς όλος ο κόσμος βρίσκεται σε πρωτοφανή σύγχυση, 4 μόλις μέρες μετά τα όσα συνέβησαν στην ακυρωθείσα συναυλία των Rolling Stones, που έμοιαζε προπομπός όσων ακολούθησαν δυστυχώς.
Ακολούθησε απονενοημένο διάγγελμα του ημί-παράφρωνα Γεωργίου Παπαδόπουλου, ένα από τα πολλά των επόμενων ετών, όπου το τρίπτυχο Ελλάς Ελλήνων Χριστιανών, διαμόρφωσε το εθνικό φρόνημα μέσα από ακατανόητες φολκλόρ ντελιριακές παρελάσεις, βασανιστήρια στους αντιφρονούντες κι ανελεύθερους νόμους.
Εκείνη η μέρα έμεινε χαραγμένη στη σκέψη και στο κορμί μιας ολόκληρης γενιάς, που δεν συμπάθησε ποτέ πολύ τη δημοτική μουσική, που έθαψε την εφηβεία της σε χακί φόντο, που έκρυβε παραμάσχαλα όλα τα απαγορευμένα από τους δικτάτορες. Αυτή η γενιά ωστόσο, έγινε ο σπόρος της επανάστασης και της αντίστασης απέναντι στην χούντα. Με πρώτους στη γραμμή αυτούς που λένε καλλιτέχνες, που βρέθηκαν εξορισμένοι και βασανισμένοι σε κάποιο ξερονήσι, λόγω πολιτικών φρονημάτων.
Εκεί που ο ήλιος δεν ήταν λαμπερός και ζωογόνος, αλλά βασανιστικός και ξερακιανός, φύτρωσαν σε λέξεις και τραγούδια, η ελπίδα για ένα καλύτερο, ελεύθερο αύριο. Αξιωματικοί της λογοκρισίας είχαν ξαμοληθεί παντού κι έλεγχαν από τις νεκρολογίες στις τοπικές εφημερίδες, μέχρι και τα ύποπτα τραγούδια. Για αυτό έχουν αξία όλοι αυτοί οι συμβολισμοί, που περνούσαν στα τραγούδια τους δημιουργοί, σαν τον Πλέσσα και τον Λευτέρη Παπαδόπουλο στο “Ξημερώνει Κυριακή“. Με όπλο τους τον νου, ξετρυπώνανε χελιδόνια που κρύβανε στο πέταγμα τους την ελευθερία, όσο οι λογοκριτές τα περνούσαν για τα όχι και τόσο συμπαθή πτηνά του ουρανού.
Εκτός από τα τραγούδια, υπήρξαν κι αρκετά περιοδικά που μίλαγαν, για αυτά που απαγορεύονταν, με τους συντάκτες να βάζουν το κεφάλι τους στο ντορβά και να μαζεύουν και κάμποσες ψιλές για απείθεια στις αρχές. Το “Αντί”, το “Ένα” κι ο “Σύγχρονος Κινηματογράφος” του Ραφαηλίδη ξεχωρίζουν. Κι ενώ στο σινεμά, έβρισκαν χώρο και περιθώριο τύποι σαν τον Τζέιμς Πάρις να κυκλοφορούν φολκλόρ εθνικοπατριωτικά φιλμ, δεκάδες δημιουργοί αντιστέκονταν, με αποτέλεσμα να έρχονται αντιμέτωποι με το γιγάντιο ψαλίδι της λογοκρισίας. Κι αν δεν μας πιστεύεις, αξίζει να δεις το ντοκιμαντέρ του Νώντα Σαρλή και της Ευάννας Βερνάρδου, με τίτλο: “H Χούντα, η Λογοκρισία και ο Ελληνικός Κινηματογράφος“.
Πλάι στον κινηματογράφο και το θέατρο, δεν φιμώθηκε, αντίθετα έκλεισε το μάτι στους δικτάτορες, μοιράζοντας μηνύματα και σύμβολα ελευθερίας. Ξεχωρίζουν το “Μεγάλο μας Τσίρκο” με τους Τζένη Καρέζη και Κώστα Καζάκο, να γίνονται δια χειρός Ιάκωβου Καμπανέλλη το αποκούμπι της σάτιρας, για όλο τον ελεύθερο κόσμο, που διψούσε για την αποδόμηση του κράτους των συνταγματαρχών.
Μαζί και το “Κι εσύ Χτενίζεσαι“, μια επιθεώρηση, από νέους ηθοποιούς κι ένα θέατρο, που δεν γινόταν να μην το πουν Ελεύθερο. Παίρνοντας κείμενα του Μποστ, του Μουρσελά και του Σκούρτη και τη μουσική του Κηλαηδόνη, μια χούφτα ηθοποιοί γέλασαν στα μούτρα της δικτατορίας, βγάζοντας μια πελώρια γλώσσα και μαζί τους γέλασε μια γενιά ανθρώπων, που το είχε τόσο ανάγκη.
Όλοι όσοι προσπάθησαν να μείνουν ζωντανοί κι ελεύθεροι στο πνεύμα τους, δεν ξέχασαν ποτέ εκείνο το ξημέρωμα της Παρασκευής της 21ης Απριλίου του 1967, που ξύπνησαν πολιορκημένοι από το στρατιωτικό καθεστώς. Είχαν καταλάβει όλοι τους, ότι αυτή η μέρα δεν επρόκειτο να μοιάσει, με καμία άλλη.