Είναι φορές που κοιτάς έξω και ζηλεύεις. Είναι φορές που κοιτάς μέσα κι εκνευρίζεσαι. Είναι φορές που βλέπεις κράτη να δουλεύουν σα ρολόγια. Είναι φορές που βλέπεις την Ελλάδα να λειτουργεί σα ρολόι ήλιου στη σκιά. Και λες, γιατί; Δεν θα μπορούσε κι η Ελλάδα να ‘ναι… Ίσως και να μπορούσε. Σίγουρα δεν θέλησε!
Ήταν ένας τύπος μ’ όνομα βγαλμένο απ’ τα ιταλικά. Ήταν ένας αριστοκράτης μ’ όνομα γραμμένο στη Χρυσή Βίβλο του Μεγάλου Συμβουλίου της Βενετίας. Ήταν ένας γιατρός που εξέταζε δωρεάν όσους δεν είχαν χρήματα, κι άφηνε πίσω του λεφτά για ν’ αγοράσουνε τα φάρμακά τους. Ήταν ένας πολιτικός που σήκωνε τ’ ανάστημά του μπροστά στον “καγκελάριο της Ευρώπης” Μέττερνιχ, κι ένας Φιλικός που προτιμήθηκε απ’ όλους για πρώτος κυβερνήτης της Ελλάδας. Ήταν…
…ο Ιωάννης Καποδίστριας, ο άνθρωπος που τον θυμόμαστε για τις πατάτες!
Ναι, ο μύθος λέει ότι ο Καποδίστριας έμπασε με κόλπο την αμερικάνικη πατάτα στην ελληνική κουζίνα. Μα πριν (και μετά) απ’ αυτό, υπήρξε μια πολιτική μορφή της χώρας του και της Ευρώπης. Μια πολιτική μορφή σπουδαία μα κι αμφιλεγόμενη. Απ’ τη μια, ο άνθρωπος που “ανέβαλε” το σύνταγμα. Ο άνθρωπος που έκλεισε το βουλευτήριο. Αυτός που διόρισε τ’ αδέρφια του και που ‘χε απέναντί του το λαϊκό Μακρυγιάννη όσο και το λόγιο Κοραή. “Τύραννο” τον φωνάζανε οι πολιτικοί του αντίπαλοι, και την παροιμία που του φορέσανε τη λέμε ως τα σήμερα: “Γιάννης κερνάει… Γιάννης πίνει!”.
Ο ίδιος άνθρωπος ωστόσο, ο “τύραννος”, αρνείται το μισθό του. Κι αναγκάζει μαζί κι όλους όσους είχαν αξίωμα να κάνουνε το ίδιο. “Αρνούμαι να εγγίσω μέχρι και του οβολού τα δημόσια χρήματα, ενώ ευρισκόμεθα εις το μέσον ερειπίων και ανθρώπων βυθισμένων εις εσχάτην πενίαν” θα γράψει, ενώ πιο πριν έχει ήδη αρνηθεί να βολευτεί σε θρόνους, να βάλει φορεσιές, να ζει με πολυτέλειες. Κι ύστερα, κάνει αυτό που κανένας τύραννος με τα μυαλά σωστά δεν θα ‘κανε ποτέ. Ανοίγει σχολεία! Όχι πανεπιστήμια. Σχολειά, δημοτικά, τη βασική εκπαίδευση. Γιατί ο Καποδίστριας κατάφερνε να δει αυτό που δεν μπορούν (;) ν’ αντιληφθούν ως σήμερα οι ελληνικές κυβερνήσεις: αν θέλεις μόρφωση πραγματική, τη χτίζεις από κάτω! Και κάπως έτσι, ο “Γιάννης που κερνάει” για τους προύχοντες, για το λαό ήταν απλώς…
…ο μπάρμπα Γιάννης!
Ο σωτήρας κι ο ήρωάς τους. Ο άνθρωπος που πάλεψε να φτιάξει κράτος απ’ το τίποτα, κι ο κυβερνήτης που δεν καλοπέρναγε με το δικό τους αίμα. Μα περισσότερο απ’ όλα, αυτός που “έκοψε” απ’ τους κοτζαμπάσηδες τη συλλογή των φόρων. Κι έκοψε μαζί και την “προμήθεια” που ζήταγαν πακέτο οι δημογέροντες, για να μπορούν κι αυτοί να ζήσουν κάπως. Ε, κι άμα λέμε κάπως… κάπως άνετα!
Θα ‘ταν κι ο άνθρωπος που θα ‘φερνε στην Ελλάδα τη δημοκρατία; Κανείς δεν ξέρει. Δεν πρόλαβε βλέπεις να τελειώσει τη θητεία του – τού ‘χανε δώσει επτά χρόνια, τον φάγανε στα τέσσερα. Κι ωστόσο οι πιο πολλοί ιστορικοί σήμερα συμφωνούν σ’ αυτό: ήτανε δημοκράτης ο Καποδίστριας. Κι αν έβαζε τις βάσεις που ‘θελε σ’ ένα κράτος που το βρήκε γεμάτο αγρίμια, απελπισμένους, και πονηρούς προύχοντες, θ’ άνοιγε ξανά το βουλευτήριο, θα ‘φερνε ξανά το σύνταγμα στη διακυβέρνηση, θα ‘φερνε στη χώρα μια δημοκρατία πραγματική, γερή και στέρεη. Όπως και να ‘χει ωστόσο, αυτά είναι μόνο “αν”. Κι ο Καποδίστριας δολοφονήθηκε προτού να μάθουμε στ’ αλήθεια αυτά που σκόπευε να κάνει.
Σίγουρα ωστόσο ξέρουμε μονάχα ένα πράγμα. Ένα κράτος που το “‘χτισε” ο μπάρμπα Γιάννης υπάρχει ακόμα στην Ευρώπη σήμερα. Είναι…
…η Ελβετία, και τον έχει για εθνικό της ήρωα!
Εκείνος ήταν που οραματίστηκε μια χώρα ουδέτερη. Μια χώρα ασφαλή. Μια χώρα που χωρίζοντάς τη σε καντόνια, την ένωσε στη φρέσκια “εθνική ταυτότητά” της. Να μη γελιόμαστε, δεν θα μπορούσε να την κάνει την Ελλάδα Ελβετία. Άλλο παιχνίδι εδώ, άλλοι κανόνες. Μα ίσως μπορούσε να την κάνει μια καλύτερη Ελλάδα. Αν τον αφήνανε αυτοί που τον σκοτώσανε. Γιατί το ποιοι ήταν αυτοί, ακόμα σήμερα δεν είναι και πολύ ξεκάθαρο…
Αν ζούσε ο Καποδίστριας όσο άντεχε το σώμα του, θα ξέραμε. Ή θα ‘ταν ο πολιτικός που πήρε χώμα και νερό κι έφτιαξε κράτος ευρωπαϊκό, ελεύθερο κι ακμάζον, ή θα ‘ταν τελικά στ’ αλήθεια ο τύραννος, ο δικτάτορας, αυτός που με τη λήξη της θητείας του αντί για εκλογές θ’ αγκάλιαζε με πάθος την καρέκλα του. Δεν θα το μάθουμε ποτέ, κι όλα θα μείνουν υποθέσεις. Μα επίτρεψέ μου να υποθέσω πως, ο άνθρωπος που προτιμούσε τα ξύλινα στασίδια από τους θρόνους, μάλλον θα ήταν πιο κοντά στο πρώτο παρά στο δεύτερο. Κι αν είναι έτσι, σήμερα ζούμε το πιο μεγάλο κρίμα της νέας ελληνικής ιστορίας. Το κρίμα της 9η Οκτωβρίου του 1831…
Υ.Γ. Στην πραγματικότητα το ημερολόγιο τότε έγραφε 27 Σεπτέμβρη. Αλλά ήρθε ύστερα ο πάπας ο Γρηγόριος και πείραξε λιγάκι τις ημέρες…