Ήταν Παρασκευή απόγευμα, όταν μια είδηση γέμισε το διαδίκτυο. Δεν ήταν ο τίτλος τόσο, όσο μια ερώτηση. Η ίδια ερώτηση που ‘καναν οι άνθρωποι ο ένας στον άλλο, η ίδια που άκουσα κι εγώ να μου κάνουν στο γραφείο, η ίδια που έκανα σε φίλους όταν έφυγα από κει. “Είδες τα στόριζ του Sin Boy;”

Ήταν αστείο, μα πιο πολύ αμήχανο. Ένας πιτσιρίκος με δυο τραγούδια και μια τεράστια επιτυχία. Ένα ακόμη μανιτάρι στο δάσος του ελληνικού ίντερνετ. Ένας τύπος που, στο απόγειο αυτής της ιντερνετικής του δόξας, είχε τολμήσει να δηλώσει κάτι που Παπαδιαμάντηδες και Καζαντζάκηδες δεν τόλμησαν να ξεστομίσουν: “Θέλω να μαθαίνουν στα σχολεία τη γλώσσα μου“. (Και να η γλώσσα του!). Και τώρα, σ’ ένα παραλήρημα “ιστοριών” του Ίνσταγκραμ, ο γλωσσοπλάστης αποφάσισε να τα βάλει με τους πάντες και τα πάντα. Σαν Ηρακλής να καθαρίσει το στάβλο, σαν Άη-Γιώργης να σκοτώσει τους δράκους. Όπου δράκοι…

…οι δημοσιογράφοι, ο πρωθυπουργός, ο Αντετοκούμπο κι οι… Ιλουμινάτι!

Απειλές για τη ζωή του, στις οποίες ο “τραγουδιστής” απάντησε με απειλές για τη μαμά τους. Αποκαλύψεις για σκοτεινές συνωμοσίες, σατανάδες, δολοφονίες, μασόνοι που βάλανε πλάτη στην καριέρα του Αντετοκούμπο… Θα ‘ταν αστείο ίσως, αν δεν είχε συνέχεια.

Η Τζούλια (που στην Ελλάδα του σήμερα, ακόμα δεν έχει ανάγκη από επώνυμο), γέμισε και με δικές της εσώψυχες ιστορίες το Ίνσταγκραμ. Ο Τάκι Τσαν δεν τα ‘γραψε, τα είπε. Για την επίπεδη γη, τους μασόνους και τον Παντελίδης, αφού πρώτα στήριξε το “συνάδελφο” και τον συμβούλεψε: “κουβάλα το πιστόλι σου, κουβάλα το μαχαίρι σου κοντά…“. Κι όλα αυτά θα ‘τανε καλτ κι αδιάφορα, μόνο που όχι, δεν είναι. Και δεν είναι γιατί με την εύκολη, μάτσο επανάστασή τους, αυτά τα “πρότυπα” διδάσκουν σ’ ένα σωρό πιτσιρίκια το απλό (πρέπει να χτυπάς το σύστημα που σε χτυπάει), μα όχι το περίπλοκο:

Όταν κατηγορείς, και βρίζεις, και φωνάζεις ΔΗΜΟΣΙΩΣ, πρέπει τα λόγια σου να ‘χουν στο πλάι και στοιχεία.

Βλέπεις, το πιο μεγάλο πρόβλημα που ‘χουν τα μέσα της “κοινωνικής δικτύωσης”, είναι ότι σε κάνουν να τα αισθάνεσαι σαν καφενείο της γειτονιάς. Όμως δεν είναι. Είναι δημόσια, κι αυτό πάει να πει πως, ο,τι αφήνεις εκεί, μοιραία το εμπιστεύεσαι σ’ όλο τον κόσμο. Και τούτο, φίλε μου, έχει υποχρεώσεις.

Ενώ ας πούμε, στο καφενείο της γειτονιάς μπορείς ελεύθερα να λες στα φιλαράκια σου: “ο Γεροντόπουλος είναι εντελώς αγράμματος ρε σεις, εγώ σας το λέω“, στα social media έτσι και το γράψεις, πρέπει να καρφώσεις από κάτω και τα κείμενά μου. Αυτά που γράφω το παιδί με “ε” και που συντάσσω το “υπέρ” με γενική για να δηλώσω “υπερβολή”. Μόνο έτσι θα ‘μαι αμόρφωτος εγώ, αλλιώς εσύ θα είσαι σκέτος συκοφάντης!

Αυτό δηλαδή, που λένε μισοαστεία – μισοσοβαρά στις σχολές δημοσιογραφίας, πως…

…ο κόσμος πια είναι γεμάτος δημοσιογράφους, είναι αλήθεια!

Όμως αν θες να ‘σαι στο Facebook και στο Instagram κι εσύ δημοσιογράφος, αυτό σημαίνει πως πρέπει να φορτωθείς στην πλάτη σου και τους κανόνες της δεοντολογίας. Της δεοντολογίας που ίσως δεν τηρούν συχνά κι οι “επαγγελματίες” δημοσιογράφοι, όμως αυτό δεν δίνει άσυλο στους ερασιτέχνες. Πολλώ δε μάλλον, όταν οι επαγγελματίες, αν δεν την κάνουν τη δουλειά σωστά, έχουν το φόβο να τους απαξιώσει ο κόσμος, και τελικά να χάσουν ίσως τη δουλειά τους (πολλά τα παραδείγματα). Ο ερασιτέχνης όμως, ο Sin, ο Taki, η Τζούλια, ο Μηνάς με την Αννέτα, δεν τη χάνουν τη δουλειά τους κι ούτε φοβούνται μην τους απαξιώσει κανείς. Βγαίνουν, τα λένε, τα γράφουν, δεν αποδεικνύουν τίποτα και δεν τους νοιάζει τίποτα.

Το ‘παμε όμως, το πρόβλημα δεν είναι αυτοί. Δεν θα συμβεί κάνας σεισμός επειδή κάθισε στο εδώλιο τους Ιλουμινάτι (τι γράφουμε ρε φίλε…) ένας ράπερ στην Ελλάδα. Κι ούτε είναι ο κίνδυνος πολύς να μεγαλώσουν οι πιτσιρικάδες με την πίστη ότι η γη είναι στ’ αλήθεια επίπεδη, γιατί έτσι είπε κάποιος άλλος. Όμως αυτοί οι κάποιοι, διαμορφώνουν στα πιτσιρίκια ένα μοτίβο. Ένα μοτίβο που υποστηρίζει μέσες – άκρες πως: “στο ίντερνετ μπορείς να λες ο,τι θέλεις, να βρίζεις όποιον θέλεις, να κατηγορείς χωρίς υποχρεώσεις”. Κι αυτό είναι πρόβλημα! Και πρέπει να λυθεί.

Να λυθεί, όχι φυσικά έχοντας την απαίτηση απ’ τον Α ή το Β διάσημο τύπο να λειτουργεί σαν πρότυπο. Αυτό δεν γίνεται, και δεν μπορεί κανείς να το απαιτήσει. Πρέπει ωστόσο να λυθεί το πρόβλημα, με το να μπουν στο ίντερνετ κανόνες δημόσιου μέσου. Όχι για να πάψει να ‘ναι ελεύθερο, αλλά για να μπορούν να το χρησιμοποιούν όπως γουστάρουν, ακόμα κι άνθρωποι που δεν μπορούν να διαχειριστούν την ελευθερία τους…