Ο Αρκάς ποτέ δεν ήταν αστείος. Αυτά περί καλύτερου σκιτσογράφου, προσωπικά τα ακούω λίγο βερεσέ, όταν δίπλα του ψηλώνει το ιστορικό βάρος του Μποστ, του Αρχέλαου και του Καλαϊτζή, ανθρώπων δηλαδή που αντιλαμβανόντουσαν το σκίτσο σαν μια ουσιώδης πολιτική παρέμβαση ενάντια σε κάθε εξουσία και όχι σαν δούρειο ίππο για την κατασκευή μιας αυτάρεσκης περσόνας.
Από τότε δε που αποφάσισε να αντικαταστήσει στα σκίτσα του τα ζώα με ανθρώπους, τα πράγματα γίνονται ακόμη πιο άβολα. Προφανώς και η φάση αυτή ντύνεται με το “τυράκι”, του “βγάζω τη γλώσσα σε κάθε τι που θεωρείται πολιτικά ορθό“, όμως κάποιος πρέπει να ενημερώσει τον σκιτσογράφο που φαίνεται να είχε στόχο ζωής, να τον μάθει και να τον αγκαλιάσει, το οργισμένο κοινό της τελευταίας 4ετίας, ότι ο ρατσισμός, ο σεξισμός και η αισχρότητα απευθύνονται πρώτα στον δημιουργό και έπειτα στους χειροκροτητές του.
Έχοντας αλλάξει συκώτι από τα γέλια, με το σκίτσο ζευγαριού στο κρεβάτι και τη γυναίκα να εξομολογείται ότι δεν της αρέσει το στοματικό σεξ, για να πάρει απάντηση από τον σύντροφο της ότι μόνο μαζί του τα κάνει αυτά, μιας και πριν από εκείνον το σαγόνι της είχε χτυπήσει περισσότερα μπαλάκια κι απ’ την ρακέτα του Φέντερερ, η έμπνευση χτυπάει κόκκινο με αστεία για χοντρούς ανθρώπους και όποια έκπληξη, για γυναίκες.
Σκόπιμα αποφεύγω να αναφερθώ στις πολιτικές τοποθετήσεις των σκίτσων του κυρίου Αρκά, μιας και νομίζω οι προθέσεις του είναι ξεκάθαρες, βρίσκοντας επιτέλους μετά από τόση περιπλάνηση το κατάλληλο κοινό για να εκφραστούν. Θα πάρω όμως σαν αφορμή την τελευταία δημιουργία του, που απεικονίζει μια γυναίκα με βάρος μάλλον όχι αποδεκτό στην αισθητική του σκιτσογράφου, πάνω σε μια ζυγαριά που δείχνει το άπειρο. Τίτλος της επαναστατικής αυτής προσέγγισης, δεν θα μπορούσε να είναι πολύ διαφορετικός από τον: “Χοντρά Αστεία”.
Πριν σας αποκαλύψω ότι θεωρώ τον κύριο Αρκά χοντροφοβικό και παντελώς αγκιστρωμένο στα όσα η πατριαρχία καπηλεύεται υπό της εξουσίας της, βάζοντας το πάχος σε εξέχουσα θέση στη διάκριση των γυναικών, θα αναφερθώ στην Ουρανία Μιχαλολιάκου. Θα αναφερθώ σε μια γυναίκα που η παρουσία της μου γεννά βαθιά θλίψη που καλύπτεται από οργή και θα προτιμούσα να μη γνώριζα ποτέ την ύπαρξη της. Θα αναφερθώ στην Ουρανία Μιχαλολιάκου, μέλος ναζιστικής οργάνωσης, κόρη ενός ανθρώπου που ανέλαβε την πολιτική ευθύνη για τη δημόσια σφαγή ενός άλλου ανθρώπου.
Το να σχολιάζεις τη γυναίκα αυτή για το βάρος της, δεν σε κάνει περισσότερο αριστερό και σίγουρα όχι αστείο. Το μόνο που καταφέρνεις είναι να ανοίγεις το δικό της οπλοστάσιο και να χρησιμοποιείς τα όπλα της, εκτοξεύοντας σεξισμό και μισογυνισμό. Το γεγονός ότι η Μιχαλολιάκου μπορεί να ενδιαφέρεται επιλεκτικά για τις διακρίσεις και προφανώς για εκείνες που νιώθει ότι τη θίγουν, εμάς δεν μας αφορά. Εμείς έχουμε ταχθεί στο να πολεμάμε όλες τις διακρίσεις και εκείνους που τις συντηρούν. Με τα δικά μας όπλα, με τις δικές μας ιδέες, αποδεικνύοντας ότι δεν είμαστε ίδιοι σε όλα τα επίπεδα, ότι δεν συγκλίνουμε πουθενά. Αποδεικνύοντας σε κάθε ευκαιρία και με κάθε τρόπο ότι με τον ρατσισμό και τον φασισμό είμαστε πάντα σε πόλεμο. Προφανώς το να είσαι χοντροφοβικός είναι καλύτερο από το να είσαι φασίστας όπως η Μιχαλολιάκου, όμως εδώ δεν κάνουμε διαγωνισμό.
Επανερχόμενη στο σκίτσο του Αρκά και τις σκέψεις που έκανα χαζεύοντας το, μπορώ να ανακαλέσω όπως όλοι μας, κάμποσες συμπεριφορές που αποδεικνύουν ότι η χοντροφοβία είναι μια μορφή ρατσισμού, που η κοινωνία μας δείχνει εντυπωσιακή ανοχή.
Μεγαλώνοντας στο δίπολο της “χοντρής” και της “μουνάρας”, μας φορέθηκαν δύο έννοιες που μοιάζει φυσιολογικό να διαχωρίζει τις γυναίκες όχι βάση των ταλέντων ή της προσωπικότητας τους, αλλά με κριτήριο τον αριθμό μιας ζυγαριάς. Αφού λοιπόν εκτιμηθεί η αξία μας, βάση του πόσο αρέσουμε στους άντρες, κάπως πρέπει να μας γίνει κατανοητό ότι γεννηθήκαμε για να χωράμε στα στάνταρ της ματιάς τους. Οι “εμφανίσιμες” δεν έχουν άλλη αξίας εκτός αυτής του σεξουαλικού αντικειμένου, ενώ οι “μη εμφανίσιμες”, δεν είναι όμορφες, άρα δεν αξίζουν τίποτα.
Ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα της πατριαρχικής κοινωνίας, είναι η γυναικεία αυτοεκτίμηση, η οποία πρέπει να πραγματοποιεί μόνιμα “χαμηλές πτήσεις”. Με τον τρόπο αυτό, οι γυναίκες θα χρωστάνε πάντα στην αντίληψη ότι υπάρχουν για να τις αποδέχονται οι άντρες. Τι θα γίνει άραγε αν οι “γεματούλες” αποκτήσουν αυτοπεποίθηση; Ποιος ο ρόλος των αντρών μετά και που θα τραβιέται η γραμμή μεταξύ του “έμπαινα” και “δεν έμπαινα”;
Η χοντροφοβία, δικαιολογείται τις περισσότερες φορές ως θέμα “αισθητικής” στις γυναίκες, μιας και κυριαρχεί η αντίληψη ότι υπάρχουν για την αισθητική ικανοποίηση των άλλων. Έτσι, βρίσκουν ρούχα που τις “κολακεύουν” και που κρύβουν τις ατέλειες, χωρίς να είναι πάντα ξεκάθαρο αν τους αρέσουν και νιώθουν άνετα σε αυτά.
Ο Αρκάς, με τους χιλιάδες θαυμαστές, θα μπορούσε να εξαργυρώσει τη δημοφιλία του με έναν τρόπο που δεν θα χρειαζόταν να του υπενθυμίσουμε ότι τα στερνά τιμούν τα πρώτα και ότι η ευθύνη του δυστυχώς δεν ισορροπεί με τη φθηνή διαχείριση που κάνει. Καμιά φορά βλέπεις, δεν αρκούν τα καλοξυσμένα μολύβια και τα καινούργια στυλό, για ένα αξιόλογο σκίτσο. Χρειάζεται πνευματική υπέρβαση και ανθρωποκεντρική ματιά, χρειάζεται κάτι που σίγουρα δεν έχει και που ποντάρω στο ότι δεν είχε και ποτέ…