Θα παραβώ εν γνώσει μου τον πρώτο κανόνα του Fight Club, που δηλώνει ρητά να μην μιλάς για το Fight Club. Δεν γίνεται διαφορετικά ωστόσο. Από την πρώτη στιγμή που είδα το αριστούργημα του David Fincher ορκίστηκα παντοτινή πίστη σε αυτόν, στον Chuck Palahniuk (συγγραφέα του βιβλίου) και στο δημιούργημα τους. Δεν ήμουν μόνο εγώ ωστόσο, αυτός που ορκίστηκε αιώνια πίστη στο Fight Club. Ήμασταν πολλοί, ολοένα και περισσότεροι δηλαδή από αυτούς που έβρισκα στον δρόμο μου κατά καιρούς, και όλοι σκεφτόμασταν την καθημερινότητα μας με διαφορετικό τρόπο.

Για όλα έφταιγε αυτή η καταραμένη ταινία. Βλέπεις άπαξ και τη δεις, δεν γίνεται να σου βγει από το μυαλό. Αρχίζεις και ζεις σύμφωνα με αυτή. Ειδικά αν την δεις στα ευαίσθητα χρόνια της εφηβείας, σε στιγματίζει. Δεν ξέρω πολλές ταινίες να το έχουν καταφέρει στην ιστορία του κινηματογράφου. Από αυτές δε που καλούμε ταινίες τις γενιάς μου, που περιλαμβάνει όσους γεννήθηκαν λίγο μετά την δεκαετία του ’80 μέχρι λίγο πριν το τέλος της. Τους σημερινούς 35άρηδες (συν, πλην δύο έτη), για να μην μπερδεύονται και οι εταιρείες δημοσκοπήσεων, όταν μας ζητούν απεγνωσμένα να ενταχθούμε σε μια ηλικιακή ομάδα. Άντε να βάλω στην εξίσωση και το Trainspotting, για τους πιο fucked up της παρέας, μα αυτό που κατάφερε το Fight Club, είναι ξεχωριστό και μοναδικό.

Ο David Fincher πήρε τον Edward Norton (ένα όσκαρ ρε γαμώτο) και τον Brad Pitt (επίσης ένα όσκαρ ρε γαμώτο), την Helena Bonham Carter (επίσης ένα όσκαρ ρε παιδιά εκεί στην Ακαδημία) και ένα μάτσο ακόμα εξαιρετικούς ηθοποιούς (ξεχωρίζουν ο πιτσιρικάς Jared Leto και ο θεόρατος Meat Loaf των θεόρατων Meat Loaf) και τους χάρισε λίγη αθανασία, καθώς για πάντα θα μνημονεύονται πως έπαιξαν εκεί.

Με όπλο το σαρδόνιο, εξωφρενικό χιούμορ του Palahniuk, o Fincher, μιλά για μια γενιά που σίγουρα έχει χάσει τον δρόμο της. Μέσα σε εταιρικά ραντεβού, φρεσκοσιδερωμένα πουκάμισα και καταλόγους πολυκαταστημάτων για να ταιριάξει όπως πρέπει το τραπεζάκι σαλονιού, με το χαλί και την κουρτίνα, δεν έχει προσανατολισμό, όνειρα, ελπίδα. Η γενιά που αγοράζει ένα σωρό άχρηστα πράγματα, με χρήματα που δεν έχει για να εντυπωσιάσει ανθρώπους που ούτε καν συμπαθεί. Σου θυμίζει κάτι φίλε προβοκάτορα; Σου θυμίζει, μήπως τον τρόπο ζωής των ανθρώπων γύρω σου, που στοκάρουν ένα σωρό gadgets για να διευκολύνουν την καθημερινότητα τους, δίχως να ξέρουν σε τι στο διάολο χρησιμεύουν. Σου θυμίζει αυτούς που πληρώνουν συνέχεια λογαριασμούς, δίχως να γνωρίζουν τις υπηρεσίες που απολαμβάνουν. Αυτούς που δουλεύουν 70 ώρες την εβδομά για να ξεκουραστούν καταναλώνοντας εικόνες μπροστά από μια υψηλής ευκρίνειας οθόνη.

Άνθρωποι ρομπότ, κινούμενοι φορητοί υπολογιστές που έχουν σε λειτουργία το μυαλό τους 24/7, μα δεν γνωρίζουν τον κορμί τους. Control freaks που δεν έχουν βιώσει ηθελημένα ποτέ πόνο, διότι υφίστανται διαρκώς έναν ψυχολογικό εκβιασμό πως πρέπει να πεθάνουν υγιέστατοι! Κάπου εκεί, συνειδητοποιείς ότι μόνο εφόσον χάσουμε τα πάντα, είμαστε ελεύθεροι να κάνουμε το οτιδήποτε. Μόνο όταν έρθεις σε επαφή με το Tyler Durden κομμάτι του εαυτού σου υπάρχει ελπίδα. Τότε και μόνο καταλαβαίνεις ότι χωρίς πόνο, χωρίς θυσίες, δεν έχουμε τίποτα. Τότε αντιλαμβάνεσαι πως δεν γνωρίζεις αληθινά τον εαυτό σου, αν δεν τον δεις να παλεύει με κάποιον άλλο. Κυρίως πως όλα τα πράγματα που σου ανήκουν, στο τέλος μοιάζει να σε κατακτούν και να ανήκεις σε αυτά.

Μη με ρωτήσεις τι φταίει. Δεν υπάρχουν εύκολες απαντήσεις σε αυτό. Φταίει και η διαφήμιση ”που σε έχει διαρκώς στο κυνήγι αμαξιών και ρούχων”. Φταίει που κάνουμε δουλειές που μισούμε για να αγοράζουμε μαλακίες που δεν χρειαζόμαστε. Φταίει λίγο και ”η τηλεόραση που μας έχει αναθρέψει να πιστεύουμε ότι όλοι μας κάποια μέρα θα γίνουμε εκατομμυριούχοι, αστέρες του σινεμά και ροκ σταρς. Αλλά δεν πρόκειται να γίνουμε, και το μαθαίνουμε πολύ αργά, αυτό. Και είμαστε πολύ τσαντισμένοι για αυτό.”

Για αυτό γούσταρα τόσο αυτή την ταινία: Γιατί με πώρωσε, μου προξένησε μια υπέροχη δημιουργική τσαντίλα. Με έκανε να θέλω να ζήσω, όπως πραγματικά γουστάρω . Δεν ήμουν μόνο εγώ, ήσουν και εσύ και άλλοι χιλιάδες, που κατάλαβαν πως η ζωή τους δεν θα υπάρξει ποτέ η ίδια, μετά την θέαση αυτού του φιλμ. Άλλωστε το γνώρισες σε μια πολύ περίεργο σημείο της ζωής σου.

Όταν μάθεις για το Fight Club, μίλα για αυτό. Θα κάνεις τον κόσμο γύρω σου καλύτερο!