Όσα χρόνια είμαι σε θέση να διαβάζω, όσα χρόνια μπαίνω στον κόπο να διαβάζω “νέα”, όσα χρόνια τέλος πάντων βλέπω, ακούω, μαθαίνω ειδήσεις, δεν θυμάμαι να μ’ έχει ταράξει, να μ’ έχει θυμώσει, να μ’ έχει κάνει άλλη είδηση τόσο έξαλλο όσο αυτή που διάβασα σήμερα. Ένας συγγραφέας στην Τουρκία περιγράφει μες στο βιβλίο του “…την πράξη στοματικού έρωτα με μωρό κάτω του ενός έτους“. Και δηλώνει: “Αν δεν το ζήσω, πώς θα το γράψω; […] Εγώ θεωρώ ότι είμαι επιτυχημένος, πέτυχα τον σκοπό μου κι ας με λένε ανήθικο. Όποιος δεν καταλαβαίνει από λογοτεχνία, είναι στενόμυαλος“. Καταπίνω σάλιο, καταπίνω θυμό, δεν έχει νόημα αλλά μπορείς και να ‘χει – θα γράψω δυο κουβέντες.
Το όνομά του, δεν θα το γράψω. Τ’ όνομα του βιβλίου του, δεν θα το γράψω. Δεν θα του κάνω διαφήμιση (μια που δεν υπάρχει αρνητική διαφήμιση). Κι ούτε πηγή της είδησης θα βάλω, αν θες να τη βρεις θα τη βρεις, αλλά γιατί να θες; Τίποτα δεν κερδίζεις αν γίνεις ο ένας ακόμα άνθρωπος που ξέρει αυτό τον τύπο. Δεν έχει σημασία πώς τον λένε, δεν έχει σημασία πώς λένε αυτό που έγραψε, σημασία έχουν μονάχα αυτά που έκανε και είπε. Και πάνω σ’ αυτά, τη γνώμη μου θα του τη φτύσω στη μούρη (και συγγνώμη για τη γλώσσα μα εδώ δεν παίρνει ευγένειες):
Δεν είσαι λογοτέχνης μαλάκα, ΑΡΡΩΣΤΟΣ είσαι!
Θέλησες όμως να μιλήσεις για λογοτεχνία. Έβαλες μπρος σου ασπίδα την τέχνη, χωρίς ποτέ να τη ρωτήσεις. Λοιπόν, αλήθεια είναι πως η τέχνη δεν έχει όρια. Ο,τι κι αν γράψεις, ο,τι κι αν δείξεις, ο,τι κι αν ηχογραφήσεις, όλα επιτρέπονται, η τέχνη δεν έχει όρια εντός της. Έχει όμως, άρρωστε τύπε, όρια εκτός της. Κι αυτά τα όρια τα βάζει μόνη της, γιατί η τέχνη υπάρχει για το καλό των ανθρώπων, κι άρα δεν θέλει κι ούτε μπορεί να φέρνει το κακό τους.
Αν θες λοιπόν να γράψεις έν’ αριστούργημα, μπροστά στην πιθανότητα να γράψεις ένα τέτοιο, ο,τι σκηνή γουστάρεις βάλε μέσα. Οι ήρωες οι φανταστικοί, οι χάρτινοι, οι ψεύτικοι, δεν πληγώνουν κι ούτε πληγώνονται. Αλλά να παίξεις μ’ έναν άλλο άνθρωπο, με τη ζωή και με το σώμα του, καμία τέχνη, καμιά θρησκεία, καμιά ιδεολογία, ΚΑΝΕΙΣ δεν (πρέπει να) σου δίνει το δικαίωμα. Και μόνο που το συζητάω, και που το γράφω μόνο λάθος είναι…
Δεν είσαι λογοτέχνης μαλάκα, ΕΓΚΛΗΜΑΤΙΑΣ είσαι!
Δεν ξέρω πώς διάολο χρησιμοποιεί κανείς την ελευθερία του λόγου, για να δικαιολογήσει τέτοιο έγκλημα. Ξέρω όμως πως δεν έχει δικαίωμα να τη χρησιμοποιεί! Κανένας συντηρητισμός δεν έχει το δικαίωμα να σταματάει λέξεις, αλλά καμιά “ελευθερία” δεν μπορεί να επιτρέπει εγκλήματα. Στην Τουρκία, στην Ευρώπη, σε καλή ή κακή δημοκρατία, σε πραγματική ή εικονική δημοκρατία, όπου κι αν βρεθεί ένας άνθρωπος που ομολογεί περήφανος “αν δεν το ζήσω…” δεν μπορεί να κυκλοφορεί ελεύθερος. Κι όχι, ούτε στο άλλο άκρο θα πάω (να ζητάω θανατικές ποινές), μα θ’ απαιτήσω ως πολίτης ενός κόσμου που φωνάζει (;) γι’ ανθρώπινα δικαιώματα, αυτός ο τύπος να βρεθεί στη φυλακή κι ανάμεσα σε ψυχιάτρους. Για την πράξη του, την τόσο ανατριχιαστική κι απάνθρωπη, μα και για έναν ακόμα λόγο: γιατί υπάρχει και το μέλλον.
Οι άνθρωποι κάποτε ονόμαζαν “ανώμαλα” πολλά πράγματα. Κι ας ήταν συναινετικά, κι ας ήταν όμορφα, κι ας κουβαλούσαν μέσα τους αγάπη, πράγματα ανάμεσα σ’ ενήλικους ανθρώπους με δικαίωμα να ορίσουν τη ζωή τους και τα θέλω τους. Δόξα τω Θεώ, τις εποχές αυτές τις αφήνουμε πίσω. Όμως, αν ένας πραγματικός κι αμετανόητος ανώμαλος μείνει ελεύθερος στ’ όνομα μιας ψευδοκαλλιτεχνικής προόδου, τότε… Τότε ποιος εγκυάται πως δεν θα έρθει μια μέρα που οι άνθρωποι θα δείξουν το έγκλημα με το δάχτυλο και θα πουν: “Φταίει η πρόοδος. Φταίει που φύγαμε απ’ τις αρχές του Μεσαίωνα! Φταίει που αφήσαμε την ελευθερία να κυριαρχίσει”;
Θα ‘ναι η στιγμή που θα ‘χουμε πουλήσει τα ίδια μας τ’ ανθρώπινα δικαιώματα, την ίδια την ελευθερία στο όνομα ενός αδιανόητου εγκληματία (ή περισσότερων!). Και κάπως έτσι, αν με ρωτάς, γεννιέται η δυστοπία.
Υ.Γ. Κι η μεγαλύτερη επιτυχία των ανθρώπων θα ‘ναι κανείς, ποτέ να μη μάθει τ’ όνομά σου…