Ο βιασμός είναι το μόνο έγκλημα που αντί να στοχοποιηθεί ο δράστης, στιγματίζεται το θύμα. Ο αδύναμος προκαλεί τον ισχυρό, το πτώμα του κρεμιέται στα μανταλάκια δίπλα σε έναν αιματοβαμμένο τίτλο και τα λαϊκά δικαστήρια ξεσκίζουν κάθε λεπτομέρεια μιας ζωής που δεν υπάρχει πια.
Αισχρά ερωτήματα όπως: τι μπορεί να φορούσε το θύμα, πόσες σχέσεις είχε πριν και τι ερωτικές προτιμήσεις, αποπροσανατολίζουν ακόμη περισσότερο όλους εκείνους που δεν έχουν βρει ακόμη το σθένος να βροντοφωνάξουν σε όλα αυτά, ένα: ό,τι γούσταρε φόραγε και με όποιον της έκανε κέφι έβγαινε. Καμία Ελένη δεν πάει γυρεύοντας, κανένα κορίτσι δεν θέλει ο κώλος του σφαλιάρες που δεν γουστάρει από κάποιο ανδρείκελο.
Νέος πάτος για την ελληνική δημοσιογραφία, με τα δεμένα πόδια του κοριτσιού που βιάστηκε και δολοφονήθηκε, να ικανοποιεί τη νοσηρή ανάγκη μας να εμπλακούμε όλο και περισσότερο σε έναν πόνο που κάνουμε σαν να μη μας αφορά, γιατί είναι ο μεγαλύτερος φόβος μας. Χαριτολογώντας, άρα νομιμοποιώντας το “Όλες πουτάνες είναι εκτός από τη μάνα μου”, εκτρέφουμε τέρατα.
Το θέμα μας είναι το κάθε κορίτσι και αγόρι ξεχωριστά, που κάποιος εισβάλει στο σώμα του χωρίς την άδεια του. Το χτυπάει τραυματίζοντας την ψυχή του, προκαλώντας για πάντα ακατάσχετη εσωτερική αιμορραγία. Θύματα της πατριαρχίας που έχει ποτίσει τα σωθικά μιας κοινωνίας που είμαστε αναγκασμένοι να αλλάξουμε με κάθε κόστος. Για να μην υπάρξουν άλλες Ελένες, για να μη δεθούν άλλα χέρια, για να μην κρεμαστούν άλλα πόδια, για να σταματήσει η φρίκη του χαροκαμένου πατέρα και της μαυροφορεμένης μάνας, που προσπαθούν στην οδύνη τους να αποδείξουν ότι το παιδί τους ήταν καλό, ότι δεν άξιζε αυτό το απάνθρωπο τέλος.
Τώρα λοιπόν που λέμε για το τι αξίζει και τι όχι, ας βάλουμε κάποια πράγματα στη θέση τους. Δεν αξίζει να ζούμε σε μια κοινωνία ανθρώπων που μετατρέπονται σε κτήνη, σε μια πόλη ζούγκλα. Βιαστές και δολοφόνοι οφείλουν να οδηγούνται στη δικαιοσύνη, να δικάζονται και να καταδικάζονται. Δυστυχώς, αυτό δεν είναι πολλές φορές αρκετό για το κοινό αίσθημα και το καταλαβαίνω. Υπάρχει η απώλεια μιας ζωής η οποία αφαιρέθηκε με τον πιο αισχρό τρόπο. Προσπαθώ να το συλλάβω σαν γεγονός, όμως δεν χωράει στο μυαλό μου πώς ένα αυτονόητο “ΟΧΙ” στάθηκε τόσο μοιραίο …
Παρόλα αυτά, βλέποντας το βίντεο του ανθρώπου που ευθύνεται για μια τέτοια απώλεια, να κακοποιείται στις φυλακές Αυλώνα, ένιωσα άβολα. Δεν στεναχωρήθηκα, όπως δεν το ευχαριστήθηκα κιόλας. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι δεν ένιωσα ότι η “ποινή” που του απέδωσαν οι συγκρατούμενοι του είχε κάποιο αίσθημα δικαιοσύνης. Αυτό που έγινε και ο παλικαράς το έμαθε στην πράξη, είναι ότι ο θύτης έγινε απρόσμενα θύμα, έγινε ο αδύναμος στα χέρια δυνατότερων. Όπως πολύ σωστά έγραψε ο Τάσος Θεοφίλου στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης: “Τον αδύναμο τιμωρούν και όχι τον βιαστή”.
Οι κρατούμενοι των φυλακών Αυλώνα διαψεύδουν κατηγορηματικά τις φήμες για βιασμό του βιαστή, ξεκαθαρίζοντας ότι δεν θεωρούν τον εαυτό τους υποκατάστατο της δικαιοσύνης.
“Εμείς είμαστε φυλακισμένοι, όχι κτήνη”.
Ο πατέρας που είδε τα δεμένα πόδια του παιδιού του να γίνονται viral στο διαδίκτυο, πριν ακόμη παραλάβει τη σωρό του, μας κομπλάρει λέγοντας ότι όσα είδε στο βίντεο δεν θα έπρεπε να συμβούν, ότι υπάρχει μια μάνα εκεί έξω που βλέπει το παιδί της σε αυτήν την κατάσταση.
Για τέλος, υπογράφω κάθε λέξη του Τάσου: “Φυσικά και πρέπει να αποδοθεί δικαιοσύνη. Φυσικά και πρέπει να την αποδίδουμε εμείς οι αδικημένοι, βάση των δικών μας αξιών και των δικών μας ιεραρχήσεων για το τι είναι δίκαιο και τι όχι. Βάση των συμφερόντων που έχουμε ως καταπιεσμένοι απέναντι στην εξουσία είτε της πατριαρχίας είτε του κεφαλαίου. Σε κάθε περίπτωση όμως, το σύστημα απονομής δικαιοσύνης που πρέπει να οργανώσουμε οι από τα κάτω, τουλάχιστον ας μην είναι χειρότερο από της πατριαρχίας και του κεφαλαίου”.