Είναι βραδάκι, μεγάλε, και θες να τσακωθείς. Μπορεί να το θες γιατί έχεις τα νεύρα σου απ’ το πρωί που δεν σου πέτυχε ο καφές. Μπορεί να το θες γιατί έχασες εκείνη την προαγωγή που θ’ άλλαζε για πάντα τη ζωή σου. Ή μπορεί  απλά να θες μάχη. Να μπουκάρεις στο καφενείο, να κάνεις ντου στο Facebook, να κανονίσεις τέλος πάντων όποιο αριστερό ή δεξιό τσουτσέκι βρεθεί στο ιδεολογικό σου διάβα. Μαλακία σου είναι (χωρίς μπαρδόν), αλλά δεν θα κρίνω. Θες να μαλώσεις; Μάλωσε!

Ωστόσο, ξέρεις, μπορείς να τσακωθείς για μια σειρά από πράγματα. Μπορείς να τσακωθείς για την αστυνομία, που ‘ναι γεμάτη “μπάτσους – γουρούνια” ή “καημένα παιδιά που ρισκάρουν τη ζωή τους”. Μπορείς να τσακωθείς για τη γενιά του Πολυτεχνείου που “έριξε τη χούντα” ή “γέννησε τη μεταπολίτευση”. Μπορείς να τσακωθείς για τη Σοβιετική Ένωση, για τον Κολοκοτρώνη που είναι (ή δεν είναι) πιο μεγάλος επαναστάτης απ’ τον Τσε Γκεβάρα, ή για τα ντολμαδάκια της Μαρίκας που είναι (ή δεν είναι) πιο νόστιμα απ’ τα γεμιστά της Θεανώς. Γενικά, μπορείς να τσακωθείς για πολλά πράγματα…

…Ξέρεις όμως για ποιο πράγμα δεν μπορείς να μαλώσεις; Για δολοφονημένους.

Όχι, μεγάλε. Δεν γίνεται να λες “καλά του κάνανε αυτουνού, τον άλλο, το δικό μας το νεκρό να κλαίτε”. Δεν γίνεται να ξεχωρίζεις τη Μαρφίν απ’ το Γρηγορόπουλο, κι ούτε μπορείς να υπερασπίζεσαι τον “μεροκαματιάρη” της Ομόνοιας και να καταδικάζεις τον Κουφοντίνα. Και δεν γίνεται, όχι γιατί το λέω εγώ, αλλά γιατί κι εσύ δεν έχεις ψύχραιμο επιχείρημα να το στηρίξεις. Και θα στο αποδείξω.

 

Όταν μεγάλε, στη ζυγαριά σου μπαίνουνε δυο άνθρωποι που βλέπουνε τον ήλιο, αυτή η ζυγαριά ζυγίζει την αξία τους. Το έργο τους, τη στάση τους στα πράγματα. Εκεί, πες ο,τι θες. Πάρε το μέρος όποιου θες, πες ότι αυτός είναι καλύτερος, πες ότι αυτός είναι χειρότερος, διάλεξε την πλευρά σου, έτσι κι αλλιώς το ζύγισμα είναι θετικό. Όταν όμως μιλάς για δυο ανθρώπους που δολοφονήθηκαν, εκεί το ζύγισμα δεν έχει συν. Μόνο χασούρα έχει. Όταν μιλάς γι’ ανθρώπους που τους πήραν τη ζωή και “προτιμάς” τον έναν απ’ τον άλλο, λες στην ουσία πως αυτός ο ένας έπρεπε να ζει. Ενώ ο άλλος;

…Έπρεπε να πεθάνει;

Ή τέλος πάντων, δεν μας πειράζει και πολύ που πέθανε; Σιγά και τι έγινε που πέθανε; Και ποιος είσαι εσύ ρε μεγάλε, που θα διαλέξεις ποιος πρέπει να βρίσκεται σ’ αυτό τον κόσμο και ποιος όχι; Ποιος είσαι εσύ που αποφασίζεις τίνος η ζωή μετράει και τίνος όχι; Κι αποφασίζεις ανάλογα με το αν συμφωνούσε ο νεκρός μαζί σου… Τόσο σπουδαίος είσαι, τέλος πάντων;

Ξέρω, ξέρω, δεν τον σκότωσες εσύ. Εσύ απλώς έχεις την άποψή σου. Κι είναι δικαίωμά σου να τη λες. Δεν στο στερώ. Μονάχα που σου λέω καθαρά και ξάστερα: η άποψή σου είναι για πέταμα! Εκείνος που δολοφονεί, όχι που αμύνεται, όχι που πολεμάει για τη ζωή του, εκείνος που δολοφονεί είναι δολοφόνος. Κι εκείνος που τον σκοτώνουν είναι θύμα. Και τα θύματα, μεγάλε, δεν έχουνε ομάδες. Εκτός κι αν πας στο Άουσβιτς ή άμα κοιτάς τη Σμύρνη, και λες: “εκείνος ο ψηλός κρίμα που πέθανε, δείχνει δικός μας. Όμως ο καραφλός με το μουστάκι ήταν των άλλων, καλά του ‘κανες ρε Αδόλφε! (Ή ρε Κεμάλ)”. Είδες πόσο παράλογο ακούγεται άμα στο βγάλω απ’ το μικρό σου το κουτάκι;

Για να τελειώνουμε, μεγάλε, άμα σ’ αρέσει η δημοκρατία, κι ο διάλογος, κι η ελευθερία κι όλα αυτά τα όμορφα, τότε είσαι ενάντια σε θανατικές ποινές και τη ζωή την έχεις πάνω απ’ όλα. Δεν γίνεται λοιπόν να ξεχωρίζεις τους θανάτους, δεν γίνεται να προτιμάς έναν νεκρό από έναν άλλο. Είναι απάνθρωπο, κι είναι ηλίθιο.

Δολοφονία το λένε κι είναι λάθος. Ή μάλλον όχι λάθος, είναι ΕΓΚΛΗΜΑ!

Δεν γίνεται να βάλεις νερό σε τούτο το κρασί σου. Ο δολοφόνος που σκότωσε τον Παύλο Φύσσα είναι δολοφόνος. Κι είναι εξίσου δολοφόνος αυτός που σκότωσε τον Παύλο Μπακογιάννη. Κι αν οργιστείς με το ένα λιγότερο απ’ ο,τι με το άλλο, είναι σχεδόν σαν να δικαιολογείς το έγκλημα φτάνει να μην αγγίζει τους “δικούς σου”. ΄Ομως για να ‘ναι κάποιος μαζί σου ή απέναντι, πρέπει να έχει τις ιδέες τις δικές σου ή τις αντίθετες. Το πτώμα, μεγάλε, δεν έχει ιδέες, γιατί οι ιδέες θέλουνε ζωή. Κι εκείνου του την πήρανε…

 

Υ.Γ. Η μόνη δολοφονία που ίσως μπορεί κανείς να τη δικαιολογήσει, είναι η δολοφονία του δικτάτορα. Όμως, μεγάλε, εμείς (δόξα τω Θεώ) δικτάτορα έχουμε να δούμε κοντά μισό αιώνα.

Υ.Γ.2 Όχι, ο νεκρός δεν “δεδικαίωται”. Αλλά πολύ φοβάμαι πως πλησιάζουν οι καιροί που θα δικαιώνεται ο δολοφόνος του. Και τότε θα μας έχει πάρει μια για πάντα ο διάολος, μεγάλε…