Πάντα έβρισκα εξαιρετικά κακόγουστο τον Γιάννη Πρετεντέρη. Η έλλειψη αισθητικής δεν προκύπτει ούτε από τις γραβάτες που προσδίδουν ντεμέκ σοβαρότητα, ούτε απ΄ τα καλοραμμένα σακάκια που αντικαθιστούν τη στολή του καλού και του κακού μπάτσου που δεν έχει γκλοπ, έχει όμως απονευρώσει την ηθική του γιατί τον πόναγε πριν την εξαγωγή. Πολύ φοβάμαι ότι δεν προκύπτει ούτε και από το πώς φοντάρει η καρέκλα του στο παράθυρο που άνοιγε στις 20:00 και που την κουβαλάει ακόμη μαζί του, σάρκα απ’ τη σάρκα του, ψυχή απ’ την ψυχή του και άλλα τέτοια ρομαντικά. Ο Γιάννης Πρετεντέρης είναι αντιαισθητικός τη στιγμή ακριβώς που ανοίγει το στόμα του, εγκληματεί, ερχόμενος χρόνια μετά να ομολογήσει τάχα μετανιωμένος. Eίναι κακόγουστος κάθε φορά που θα ατυχήσεις να ακούσεις και να θυμηθείς την ύπαρξη του.
Με αφορμή το μέχρι δακρύων απόγνωσης καφενειακό χιούμορ του, σχετικά με τον Φίλη και το αν θα μπορούσαν να τον απεγκλωβίσουν οι διασώστες στην Ταϊλάνδη, αναρωτιέμαι γιατί ο κύριος Πρετεντέρης που κατάφερε με ομολογούμενως εξαιρετικά αποτελέσματα να εγκλωβίσει τεράστιο μέρος της κοινωνίας στο γεμάτο φιλοδοξίες φαντασιακό του, εκμεταλλευόμενος μέχρι και την τελευταία σπιθαμή άγνοιας του κόσμου, δεν κάνει λίγο πιο εκεί, να μη μας λερώνει με τον σικάτο ρατσισμό του.
Προφανώς και κανείς δεν έπεσε από τα σύννεφα με τη δήλωση ενός από τους καλύτερους μισθοφόρους του μιντιακού συστήματος. Θα ήταν τουλάχιστον αφελές από μεριάς μας να θεωρήσουμε ότι ο κύριος Πρετεντέρης δεν έχει πρόβλημα με τους εύσωμους, ειδικά όταν αυτοί εντάσσονται στο αντικομουνιστικό ρεύμα που υπηρετεί, πιθανόν και πριν την περίοδο ακμής του με τον ευρωπαϊκό ηγέτη Κώστα Σημίτη και τη μετέπειτα στράτευση του στις σκοτεινές περιόδους του Μνημονίου. Μοιάζει σχεδόν να διεκδικεί το ακαταλόγιστο, όταν με τεράστια ευκολία μας πετά τα ξερατά του, προκειμένου να επιχειρηματολογήσει αχρωμάτιστα το μίσος του για την κυβέρνηση, γράφοντας: “Δεν νομίζω πως όσα χρόνια είμαι δημοσιογράφος έχω συναντήσει άλλον Πρωθυπουργό τόσο έγκλειστο σε ένα τόσο υποκειμενικό σύστημα πρόσληψης της πραγματικότητας. Καταντάει σχεδόν αυτισμός”. Ξεκάθαρα ο κύριος Πρετεντέρης εκτός από προσωπική ευαισθησία πάσχει και απο βιβλιογραφία, προκαλώντας το κοινό αίσθημα.
Ας μην είμαστε υπερβολικοί όμως, αυτό είναι ένα μεμονωμένο γεγονός, όπως και η εκπομπή με τους φασιστοκαλεσμένους του το 1955, που δεν μπορούσε να υποθέσει ότι μια ναζιστική οργάνωση μπορεί και να εκδηλώσει εγκληματική δράση. Παρόλα αυτά, ακόμη και όταν έμαθε, ήταν γλυκό το ποτό της εξουσίας και το ποτήρι μεγάλο για να του αντισταθεί. Έτσι, ξαναέπαιξε υπέροχα τον αθώο έκπληκτο, μπροστά σε έναν Πουλικάκο που μάλλον δεν θα ήθελε να ξαναδεί στο πάνελ του.
Ο πιο ευρωπαίος απ’ όλους αντικειμενικός δημοσιογράφος, που μαζεύει βιταμίνη D μαζί με τον Άδωνη σε σκάφος αναψυχής έχει γνώμη για κάθε γονιό που μπαίνει στο δίλημμα για το να θα αφήσει τα παιδιά του να σκοτωθούν από βόμβες ή να προσπαθήσουν να μη τα αφήσουν να πνιγούν στα παράλια της χώρας του.
Ο ευρωπαίος Γιάννης της καρδιά μας, που πετάει άμα λάχει και το μπουκάλι στον διαιτητή, γιατί και τον Ελληνάρα πώς να τον κρύψεις;
Τελικά ο Γιάννης σκέφτεται και δύο και τρεις φορές πριν μιλήσει και αναφερθεί στη διαταγή Τσόρτσιλ τον Δεκέμβρη του 1944. “Είσθε υπεύθυνος για την τήρηση της τάξεως στην Αθήνα και πρέπει να εξουδετερώσετε ή να συντρίψετε όλες τις ομάδες του ΕΑΜ – ΕΛΑΣ, που θα πλησιάσουν προς την πόλη. Μη διστάζετε, πάντως, να ενεργείτε σαν να βρίσκεστε σε κατεχόμενη πόλη , όπου έχει ξεσπάσει τοπική εξέγερση”.
Αυτά τα πολύ λίγα για τον πατριωτισμό του Γιάννη που το αντικομουνιστικό του πνεύμα αντέχει να αποδέχεται και να επικροτεί την παρουσία ξένου στρατού κατοχής στην πατρίδα του.
Έγραψα όλα αυτά για να καταλήξω τελικά στον Βασίλη Ραφαηλίδη και στο απλό που έγραψε και ξένοιασε: “ο Ι. Κ. Πρετεντέρης έχει μια απίθανη προσαρμοστικότητα. Προσαρμόζεται ακόμα και μέσα στα σκατά”.