Η είδηση έκανε τον γύρο του κόσμου, και όχι άδικα. “Με έναν αλγόριθμο της Google, έβαλαν τη φάτσα του Νίκολας Κέιτζ σε σκηνές του Ιντιάνα Τζόουνς και του Τζέιμς Μποντ”. Πάταγος!
Ιεροσυλία, πλακίτσα, χαβαλές, μπήκα να τσεκάρω κι εγώ. Εκνευρίστηκα! Κι ύστερα λέω: “Τι φτιάχνουν οι μπαγάσες!”. Με λίγο ψάξιμο ωστόσο, κατάλαβα πως δεν χρειάζεται να ‘σαι “μπαγάσας” για να κάνεις ένα αντίστοιχο μοντάζ. Ο αλγόριθμος δεν είναι πια και τόσο ζόρικος. Λέγεται FakeApp, είναι δωρεάν, λίγο να το ‘χεις με τον υπολογιστή, κι εσύ μπορείς! Και κάπου εκεί η πλακίτσα ξεθωριάζει, ο Κέιτζ βγαίνει απ’ το πλάνο και το πράγμα αρχίζει να γίνεται σοβαρό.
Με κίνδυνο λοιπόν να φανώ τεχνοφοβικός σαν τη γιαγιά μου (“Θα σας βγάλουνε στο ίντερνετ!!”), αναρωτιέμαι:
Είναι πραγματικά καλή ιδέα να μπορεί ο οποιοσδήποτε να μοντάρει φάτσες σε βίντεο;
Μάλλον όχι. Ένα πρώτο επιχείρημα, δηλώνει λακωνικά: Χουνέρι! Και εννοεί: Aς υποθέσουμε πως κάποιος δεν σε γουστάρει. Κι ότι, ακριβώς γι’ αυτό, θέλει να σου κάνει ένα παλιό, καλό ρεζίλεμα. Πριν κάποια χρόνια θα ‘πρεπε να το σκεφτεί, να το οργανώσει, να το σκηνοθετήσει. Μπορεί να του ‘χε φύγει κι η κάψα, μέχρι να τα κάνει όλα αυτά. Τώρα το πράγμα λειτουργεί διαφορετικά. Με τα σωστά κουμπάκια, μπορεί κανείς να σε βάλει να “πρωταγωνιστήσεις” στο οτιδήποτε. Κι αυτό το οτιδήποτε ξεκινάει απ’ την ντροπή ενός “αστείου βίντεο” και φτάνει ως την αιδώ μιας “τσόντας”. Γκουσγκούνης στα καλά καθούμενα; Δεν λέει…
Δεν ξέρω πόσο απίθανα ακούγονται όλα αυτά, όμως η Γκαλ Γκαντότ ξέρει πόσο πιθανά μπορούν να είναι. Ποια είναι αυτή; Η ηθοποιός που έπαιξε προσφάτως τη Wonder Woman. Και μετά απ’ τη μεγάλη της επιτυχία, έπαιξε και σε μια ταινία ακόμα. Μικρή παραγωγή, αδερφός – αδερφή – κάνουν όχι πολύ αδερφικά πράγματα. Βέβαια, η Γκαλ δεν έπαιξε ολόκληρη. Μόνο το πρόσωπό της έπαιξε, αλλά οι κριτικές των “ειδικών” λένε πως είχε τεράστια επιτυχία! Η ίδια δεν νομίζω να τη χάρηκε ιδιαίτερα.
“Για στάσου, ρε φίλε. Με το Photoshop στις φωτογραφίες δεν υπήρχε πρόβλημα; Το βίντεο είναι που ενοχλεί;”.
Λογική ερώτηση. Φυσικά ενοχλούσε (και ενοχλεί) η φωτογραφία, αλλά η αλήθεια είναι πως το βίντεο ενοχλεί διαφορετικά. Και ενοχλεί για δύο λόγους:
1ον. Είναι διαδραστικό. Είναι πιο “πραγματικό”, κουβαλάει και ήχο μαζί με την εικόνα, σε φέρνει απέναντι σ’ ένα ολόκληρο γεγονός (όχι απλώς σε μια “στιγμή”). Για παράδειγμα: Σκέψου ότι κάποιος σε πιάνει να κοιτάς μια “ντροπιαστική” εικόνα. Σκέψου και την πιθανότητα να σε πιάσουν να κοιτάς ένα “ντροπιαστικό” βίντεο. Μπέσα, πού νιώθεις χειρότερα;
2ον. Στο “αναλογικό” μυαλό του μέσου ανθρώπου, το βίντεο δεν γίνεται να το “πειράξεις”. Τη φωτογραφία μπορούσε κανείς, με υπομονή – μάτι – ψαλίδι και κόλλα, να την αλλάξει και χωρίς υπολογιστή. Το βίντεο, για τους περισσότερους ανθρώπους είναι “ασφαλής απόδειξη”. Κι αυτή η πεποίθηση, θ’ αργήσει πολύ ν’ αλλάξει.
“Οπότε, τι να κάνουμε ρε μεγάλε; Ν’ απαγορέψουμε την τεχνολογία επειδή κάποιοι φοβάστε τη σκιά σας;”.
Όχι. Η τεχνολογία θα κάνει τα βήματά της. Και είτε αυτά γίνονται με ρυθμό 1 κάθε 10 χρόνια (όπως κάποτε), είτε 1 κάθε μήνα (όπως τώρα), κανείς δεν μπορεί κι ούτε πρέπει να τη σταματήσει. Αυτό που αξίζει ωστόσο να γίνει, είναι να μπει ένας έλεγχος στην ανεξέλεγκτη δύναμη που μπορεί κανείς να έχει μέσα απ’ τη συνεχή εξέλιξη αυτής της τεχνολογίας. Και για να κάνω πιο καθαρή αυτή την ανάγκη, ας πάμε μερικά (τεχνολογικά) βήματα πίσω.
Αυτοκίνητο. Την εποχή που οι δρόμοι είχανε λάσπες κι επάνω τους περνούσαν κάρα, ο Γκουστάβ Τρουβέ έβαλε σ’ ένα κάρο μηχανή και είπε: “Γενηθήτω, αυτοκίνητο”. Τρομερή εφεύρεση! Καινοτομία. Μπορούσε να σε ταξιδέψει εύκολα, άνετα, γρήγορα, όπως επίσης μπορούσε να σε στείλει στον αγύριστο, αν έπεφτε πάνω σου με κάμποσα χιλιόμετρα την ώρα. Υπάρχει λοιπόν κανείς που θα προτιμούσε σήμερα έναν κόσμο που τ’ αυτοκίνητα θα κινούνταν ανεξέλεγκτα, χωρίς κανόνες, φανάρια και διπλώματα οδήγησης; (Σίγουρα υπάρχει, αλλά ελπίζω πως δεν με διαβάζει!).
Οπότε, τελικά, μήπως να φτιάξουμε πρώτα τον ιντερνετικό μας κ.ο.κ. προτού δώσουμε σ’ ολόκληρο τον κόσμο ψηφιακά “αυτοκίνητα”, ικανά να μεταφέρουν ιδέες αλλά και να σκοτώσουν συνειδήσεις; Τροφή για σκέψη…