Καμιά αφορά αναρωτιέμαι πώς μπορεί να μοιάζει η ζωή μας, πώς να μυρίζει, πώς θα αναστηθεί όταν έρθει η ώρα. Σίγουρα έχει σχήμα πλεξούδας που κάθε φορά που τη σφίγγουμε μυρίζει πικραμύγδαλο και μάλλον θα αναστηθεί με την προϋπόθεσή να πεθάνει ηρωικά. Και μπλεκόμαστε, κάθε χρόνο, μέρα, ώρα και λεπτό σε προσδοκίες και όνειρα που κάνουν άλλοι για εμάς και κάποιες τυχερές φορές δικά μας.

Κάνουμε παρελάσεις και παλεύουμε να σηκώσουμε σημαίες, κορνιζάρουμε απολυτήρια και μπαίνουμε σε σχολές. Η στιγμή της αποφοίτησης, το μεγάλο τέλος μιας -αν είσαι τυχερός- ανεμελιάς. Αν δηλαδή δεν έχει χρειαστεί να δουλέψεις είκοσι ώρες τη μέρα για να πληρώσεις το νοίκι σου αφήνοντας μαθήματα κάβα από Σεπτέμβρη σε Σεπτέμβρη, επειδή το μυαλό σου μπορεί το κορμί σου όμως σέρνεται. Κάθε φορά που κάνω αυτήν τη σκέψη θυμάμαι τον Γιώργο, το μεγάλο μυαλό του Πολιτικού του Παντείου. Δούλευε μέρα και νύχτα, με καρφωμένη μια ευγένεια ανάμεσα στα μάτια του. Δεν χρώσταγε κανένα μάθημα ο Γιώργος…

Εγώ πάλι χρώσταγα σε όποιον μιλούσε και δεν μιλούσε ελληνικά. Χωρίς να έχω να πληρώσω νοίκι, κουρασμένη από χορούς πάνω σε αστραφτερά τακούνια και με μια μόνιμη μυρωδιά καπνού στα μαλλιά. Χόρευα όλα τα χρόνια που θεώρησα φοιτητικά, τα μέθυσα, τα πάχυνα και τα αδυνάτισα. Γνώρισα τους καλύτερους μου φίλους, φώναξα τα πιο ματαιωμένα συνθήματα, κάθισα σε αμφιθέατρα που ποτέ δεν πίστεψα ότι σήμερα θα μου λείπουν. Έτσι, πέρασαν τα πρώτα τέσσερα χρόνια, ήρθαν τα δεύτερα πέντε και τελικά έφτασα στα έξι…

Στάθηκα σαν τον Μπάτμαν μέσα στη γελοία μαύρη μπέρτα και τσακωνόμουν με τη μάνα μου για τα λίγα λουλούδια, που δεν την άφησα να αγοράσει για το καλό. Ο μπαμπάς πάντα εκεί, να μου θυμίζει πόσες φορές ονειρεύτηκα αυτήν τη στιγμή για τα βουρκωμένα του μάτια και ένας αδερφός που πίστευε ότι αν και τέσσερα χρόνια μικρότερος, θα ορκιστεί πριν από εμένα. Ένα σενάριο, που δεν φάνταζε και τόσο απίθανο.

Σαν να μην υπήρξα ποτέ σε αυτά τα κτήρια, σαν όλα τα έζησα σε μια στιγμή που έσκασε και με έχασε. Άρχισα να ανεβοκατεβαίνω τους ορόφους. Γέλια και κομφετί που σκάνε αντηχούσαν σε κάθε γωνιά. Φίλοι χειροκροτούσαν φίλους, γιαγιάδες κρατούσαν τα πτυχία παιδιών που μάλλον τους δικαίωσαν.

Οι διάδρομοι των αναμνήσεων, των ονείρων και μιας μέτριας αγωνίας για το αύριο. Σαν τον Μπάτμαν! Περιφέρομαι στη βιβλιοθήκη, θυμάμαι εκείνον τον Ισπανό που με κράτησε μακριά από την “Ιστορία των Βαλκανίων” και που το χαμόγελο του με έκοψε με 4. Αν κρατούσα την ανάσα μου, μπορούσα να ακούσω τις σελίδες να γυρίζουν και να γυρίζουν και να που έφτασαν στο τέλος.

Η αίθουσα των συνελεύσεων, το καλύτερο μας στέκι. Σκέφτομαι ότι μάλλον αυτά τα έδρανα θα μου λείψουν περισσότερο και νομίζω ότι ακόμη μπορώ να δω τα σκονάκια μου στο κάθισμα. Φοιτητικά τραπεζάκια, κιτς καφέ και μπόλικες αφίσες μιας κάποιας αφύπνισης. Το σιντριβάνι ανακυκλώνει το νερό δίπλα στη Συγγρού και τα πρώτα hot dog δίνουν νόημα στη φάση μας. Μου λείπει η Ιωάννα, τα μαθήματα που δίναμε μαζί μετά από συναυλίες.  

Η ώρα της ορκωμοσία μοιάζει με κοσμικό θάνατο. Περνάνε όλα τα χρόνια σου εκεί από μπροστά σου. Το Πάντειο, ένας μεγάλος ναός και εγώ μέσα του να το βεβηλώνω και να το ιεροποιώ, με ακαθόριστη σειρά κάθε φορά. Κοιτάζω όλους αυτούς που ήρθαν για εμένα την ώρα που παίρνω το πτυχίο. Ναι, αυτή είναι μια σπουδαία στιγμή. Ίσως η πιο σπουδαία. Όχι για το χαρτί, την ανθρωπολογία, την επιστήμη, την ανθρωπότητα. Μια στιγμή που ο καθένας κερδίζει με εκείνο το βλέμμα, σε αυτό το χειροκρότημα, στον αυθόρμητο ενθουσιασμό. Ένα πυροτέχνημα ευτυχίας, μια επανάσταση της στιγμής που σβήνει αμέσως και κρατάει μέχρι και σήμερα.

Σκέφτομαι όλους εσάς που ετοιμάζεστε να περάσετε μαθήματα, που τελειώσατε και περιμένετε να ντυθείτε Μπάτμαν, σε μια εποχή που επιμένει να μην χωράει σε όνειρα. Θυμώνω με εκείνον που σας λέει “Να πάρεις πτυχίο να το κάνεις τι; Να τυλίγεις σουβλάκια;” και γελάει. Λες και δεν είναι αρκετά αηδία αυτό που είπε…

Να περνάτε στις σχολές και να βρίσκετε τους τρόπους που θα σας κάνουν καλύτερους. Αν πάλι δεν περάσετε πάλι θα τα καταφέρετε, αυτό είναι το μόνο σίγουρο. Να κρατήσετε τη στιγμή που σηκώνετε ψηλά το πτυχίο σας και χαμογελάτε. Φτάσατε μόνοι σας ως εκεί και αυτός ήταν ο δρόμος. Μικρός ή μεγάλος, εύκολος ή δύσκολος.

Καλά πτυχία και λευτεριά στα ανθρώπινα μυαλά!