Η οικολογική μου συνείδηση, ακολουθεί γραφικά ένα από τα μοτίβα που έχω στη ζωή μου και έχει να κάνει με το να μην κάνω ό,τι δεν θέλω να μου κάνουν. Έτσι, προτιμώ να μην εκτοξεύω εντυπωσιακά το τσιγάρο μου απ’ το παράθυρο του αυτοκινήτου, για να μη μου κόψει την ανάσα η ζέστη που θα με βρει μακριά από κάποιον εντυπωσιακό, γεμάτο κλαδιά και φύλλα ίσκιο. Φροντίζω τα τενεκεδένια κουτάκια που αδειάζω σε κάποια παραλία, να φτάσουν σε μέρος ασφαλές, που θα τα οδηγήσει σε κάποιο απορριμματοφόρο, για να μη με περιμένουν στην άμμο όταν ξελογιαστώ ξανά με κάποιο όμορφο αγόρι. Αυτά και άλλα μικρά που όμως δεν είναι σημαντικά, στοιχειοθετούν τις σκέψεις μου για το περιβάλλον που με φιλοξενεί και που πολλοί νιώθουμε ότι για κάποιον λόγο, είναι υποχρεωμένο να το κάνει.

Φέτος, όπως και κάθε χρόνο τόσα χρόνια, ο τόπος που τυχαία κατοικούμε και που μάλλον καθόλου τυχεροί δεν νιώθουμε που είναι τόσο όμορφος, καταστράφηκε με την ίδια ακριβώς συνέπεια. Το πράσινο έδωσε τη θέση του στο πορτοκαλί και τελικά στο μαύρο, ενώ το μπλε βυθίστηκε στο πένθος. Ένα πένθος που μυρίζει νεκρά ψάρια, νεκρά πουλιά, νεκρά ζώα, νεκρές συνειδήσεις.

Η “Αγία Ζώνη 2”, ηλικιωμένη και με σπασμένο δέρμα που μάταια προσπάθησε να καλύψει με ψευτοφτιασίδια, βγήκε βαρκάδα στη θάλασσα του Σαρωνικού και έτσι γεμάτη μαζούτ έδωσε το πιο άδοξο τέλος σε αυτήν, σπέρνοντας το θάνατο, την απόγνωση και την οργή για το τι σκατά συμβαίνει τελικά σε αυτόν τον τόπο. Η Ναυτιλιακή του Θ. Κουντούρη, που προφανώς έχει βρει καλύτερες πλαζ να παραθερίζει από αυτές που οι φτωχοί Αθηναίοι παίρνουν το μπάνιο τους και που οι ψαράδες βγάζουν μεροκάματο, πολύ σωστά σκέφτηκε ότι μια οικολογική βόμβα σήμερα, δεν είναι τίποτα για έναν λαό που ξεχνά τι έφαγε χθες.

Η έκθεση της Πανελλήνιας Ένωσης Ναυτών Εμπορικού Ναυτικού (ΠΕΝΕΝ), καταγγέλλει εγκληματική ενέργεια με το δεξαμενόπλοιο που ναυπηγήθηκε το 1972, να φέρει πρόχειρα μπαλώματα στο σημείο όπου σημειώθηκε η διαρροή του πετρελαίου και με δύο μόνο από τους έντεκα του πληρώματος πώς να τις μπαλώσουν, τη δύσκολη στιγμή;

Εντάξει, προφανώς και η ανακοίνωση του Υπουργείου σχετικά με τη βύθιση του πλοίου, έσκασε 13 ώρες μετά. Όχι, κατανοητό δεν λέω. Ποιος βγάζει ανακοίνωση ξημερώματα Κυριακής, για ένα πλοίο που αποφάσισε να αποχαιρετήσει τον μάταιο τούτο κόσμο ό,τι ώρα του τα έσκασε.

Σε κατάσταση πανικού Greenpeace και οικολογικές οργανώσεις. Γίναμε όλοι οικολόγοι τώρα κατάλαβες; Ξαφνικά θυμηθήκαμε ότι θέλουμε καθαρές θάλασσες, όταν κάθε χρόνο τις κατουράμε όσοι κάνουμε και όσοι δεν κάνουμε ελεύθερο κάμπινγκ. Και τελικά μας φταίνε οι εφοπλιστές και η ατιμωρησία.

Οι τοξικές επιπτώσεις τόσο για τον άνθρωπο όσο και για το οικοσύστημα είναι άμεσες, αλλά και χρόνιες. Παρατηρείται θάνατος από ασφυξία θαλάσσιων οργανισμών της χλωρίδας και της πανίδας, παρεμπόδιση της ανάπτυξης και της αναπαραγωγής τους, αλλαγή φυσιολογίας και συμπεριφοράς. Ενώ, μέσω της βιοσυσσώρευσης τοξικές ουσίες περνάνε μέσω της διατροφικής αλυσίδας και στον άνθρωπο. Επιπλέον, παρατηρείται εποίκιση του οικοσυστήματος από είδη ξενιστές, ενώ προκαλείται μία σοβαρή ανισορροπία”.

Γελάνε στην κυβέρνηση με τις υπερβολές μας και που σε λίγες μέρες θα έχουν καθαρίσει το θαλασσινό νερό από νεκρά ψάρια και μικροοργανισμούς. Μας καλούν μάλιστα να μη σταματήσουμε τα μπάνια μας, όσο κρατάει ο Σεπτέμβρης τις ζέστες του ακόμη. Δεν έχει σημασία αν θα βγεις με τρίτο μάτι από τα νερά, σημασία έχει ότι η θάλασσα είναι…λάδι…

“Εάν στην περιοχή αναπτυχθούν θερμοκρασίας 38 – 40 βαθμών Κελσίου, η πίσσα που έχει “μαυρίσει” την ακτογραμμή Σεληνίων μέχρι και Κυνόσουρα, θα ομογενοποιηθεί, θα γίνει πέτρωμα και θα φτάσει στον πάτο της θάλασσας, με τη ζημιά στα ύδατα της περιοχής να είναι ανεπανόρθωτη” Greenpeace

Αδιευκρίνιστες λένε οι συνθήκες της βύθισης, με μια πετρελαιοκηλίδα που κινείται υποβρυχίως και δεν μπορεί να εντοπιστεί απ’ τα εναέρια μέσα. Καμία ευθύνη δεν θα αποδοθεί και πολύ καλά θα κάνει. Εδώ καράβια ολόκληρα ταξιδεύουν με τόνους ναρκωτικά και κανείς δεν ξέρει που ανήκουν. Έτσι, πλοία άλλοτε μαστουρωμένα και άλλοτε με λάδια που τους λείπουν τα ξύδια για ένα γερό μεθύσι, βολοδέρνουν ξέροντας ότι είμαστε έρμαια των φαντασμάτων που τα κατευθύνουν.

 

Δεν μας λυπάμαι γιατί δεν φωνάξαμε όταν μολύναμε τα ίδια νερά, με λιπάσματα της Δραπετσώνας. Δεν μας λυπάμαι γιατί δεν ουρλιάξαμε για τα λύματα από τα Ψυτάλλεια. Δεν μας λυπάμαι γιατί του χρόνου τέτοια εποχή θα λέμε ότι δεν κλάψαμε αρκετά για τις χιλιάδες ζωές που χάθηκαν κολυμπώντας και πετώντας και αγνοήσαμε γιατί καμιά τους δεν πορεύονταν περπατώντας. Προχωρούμε αργά και τόσο μα τόσο βασανιστικά προς έναν όλεθρο που μοιάζει να μην μας αφορά και μοιάζουμε τόσο κουτοί…

Σας αφήνω με μια σκηνή του μεγάλου Θανάση. Εκεί, στο 01:41 λέει όσα σου έγραψα, πολύ καλύτερα…