Νιώθω κουρασμένη. Μια 29χρονη, μεσόκοπη κυρία σε λεωφορεία και τρένα που περπατά διαβάζοντας και ζουμάροντας δεκάδες φωτογραφίες για την απόλυτη και άπιαστη αλήθεια. Κάθε πρωί ανοίγω τα μάτια μου, φοράω το χαμόγελο που έχω ακουμπήσει το βράδυ στο κομοδίνο μέσα σε ένα ποτήρι βότκα και το αφήνω να με τσούξει λίγο. Περιφέρομαι στην πόλη, μπερδεύω τα πέλματα μου στα σκουπίδια της, φοράω ακουστικά στην καρδιά μου προσπαθώντας να μείνω λογική, σε ένα κράτος που δεν σταματά να κλείνει την κάνουλα του οξυγόνου. Δεν σταματά το γαμημένο γρανάζι τα τρίζει στο κεφάλι μου, όσο και αν δυναμώνω τη μουσική. Το ακούω νύχτες ολόκληρες να ουρλιάζει σε δρόμους, χωράφια-κολαστήρια και φυλακές. Ακούω κραυγές που γδέρνουν τα σωθικά μου, πυροβολισμούς που ιδρώνουν τα σεντόνια μου, νύχια που σπάνε σε τοίχους κρατώντας με ξάγρυπνη μέχρι την ανατολή. Το χαμόγελο μου στο κομοδίνο, να με τσούζει κάθε μέρα και πιο πολύ…
Είμαστε πάλι εδώ νικημένοι. Όχι, δεν χάσαμε τη μάχη. Χάσαμε τον πόλεμο. Κάθε νέος άνθρωπος, είναι ένας πόλεμος για τον οποίο αξίζει να αναστηθείς για να ξαναπεθάνεις. Σκέφτομαι την Ηριάννα. Τη σκέφτομαι όπως δεν θυμάμαι να έχω ξανασκεφτεί ένα πρόσωπο, που δεν έχω αντικρίσει. Την έχω φανταστεί με κοντά ξανθά και μακριά κατάμαυρα μαλλιά, όταν βρέθηκα κάτω από ένα πανό με το όνομα της. Με γαλανά και καστανά μάτια, όταν άραζα στην πλατεία Συντάγματος και άκουγα για τον πόθο, τη λευτεριά, για αυτήν που νικά όλα τα κελιά. Η Ηριάννα…, όλα τα κορίτσια εκεί έξω που αντέχουν να μένουν αξιοπρεπείς μπροστά στο παράλογο, προσπαθώντας να πείσουν αυτό το χολεριασμένο σύστημα, ότι θα τις φοβάται για πάντα.
Χθες χάσαμε. Χάσαμε άλλο ένα κομμάτι ελευθερίας και αυτοδιάθεσης του μυαλού, της σκέψης και των ιδεών μας. Δεν καταφέραμε να αρπάξουμε από το στόμα που βρωμά διαπλοκή και δόντια που σαπίζουν τα όνειρα μας, έναν άνθρωπο που δεν άντεξε να αρνηθεί τον έρωτα, την παιδεία και την ελευθερία. Έμεινε εκεί, γύρισε στο κελί, με εμάς να φωνάζουμε ότι δεν φυλακίζονται οι ιδέες. Φυλακίζονται όμως τα κορμιά. Σαπίζουν χωρίς έρωτα, σκουριάζουν χωρίς Κυριακάτικες βόλτες, πνίγονται χωρίς κυκλωτικά γέλια.
Κοιτώ το κομοδίνο, με το χαμόγελο ζαλισμένο στη βότκα. Αναρωτιέμαι πόσα συρτάρια έχει εκείνων που πρέπει να κρύψουν τις τύψεις τους, για να εξαγοράσουν λίγα λεπτά ύπνου. Πόσα συρτάρια μπορούν να χωρέσουν την απόφαση κάποιου εισαγγελέα, να αθωώσει φασίστες που ανέλαβαν την πολιτική ευθύνη για τη δολοφονία ενός ανθρώπου, χωρίς να τους κρίνει ικανούς για περεταίρω εγκληματική δράση. Η Ηριάννα, μπορεί παρόλα αυτά να τελέσει νέα εγκλήματα. Μπορεί να ξαναερωτευτεί αναρχικό…
“Φταίει το κύμα συμπαράστασης” γράφει κάποια και ξέρεις ε; Δεν ντρέπεται! Δεν ντρέπεται που φαντάστηκε τη γυναίκα αυτή μόνη της, τη στιγμή που πατούν pause στη ζωή της. Φταίνε οι διαχρονικά αλληλέγγυοι, που δίνουν το παρών σε κάθε αίθουσα, αγκαλιάζοντας κάθε ελευθέρωση, δακρύζοντας για κάθε αδικία. Δεν φταίει το σαν καλογραμμένο σενάριο που αθωώνει τον Θεοφίλου και καταδικάζει την Ηριάννα, με το γνωστό “μαστίγιο-καρότο”. Φταίνε οι αλληλέγγυοι γαμώ τον διάολο μου…
Χιλιάδες υπογραφές που “χάθηκαν” από επώνυμους που δεν πήγαν να τις εκπροσωπήσουν χθες το πρωί. Δεν ήταν εκεί οι αθλητές, οι καλλιτέχνες, οι βουλευτές, οι άνθρωποι του πνεύματος, δεν ήμασταν εκεί να την τραβήξουμε από τους σταυροφόρους. Έκπληκτος ο Υπουργός Δικαιοσύνης για την απόφαση που στηρίζει ο Τρομονόμος, που Ο ΙΔΙΟΣ συντηρεί. Για πόσο μαλάκες μας περνάτε; Αν δεν μπορείτε να κάνετε κάτι ουσιώδες, απαλλάξτε μας από τις περιττές ανοησίες, τουλάχιστον αυτές τις ώρες. Δεν είναι όλη μας η ζωή ένα πολιτικό επιτραπέζιο, επιτρέψτε μας για λίγο, να μην είμαστε τα πιόνια σας.
Σύμφωνα με το νόμο 187Α, μια φρονιματική διάταξη, η ελευθερία λόγου είναι ένα αγαθό που πρέπει να αποχωριστούμε. Ακόμη και ένα άρθρο όπως αυτό που διαβάζεις τώρα, μπορεί να θεωρηθεί κάπως τρομοκρατικό με έναν τρόπο που δεν μπορώ να φανταστώ και να με στείλει παρέα με την κάθε Ηριάννα, να αναρωτιόμαστε για το τι ακριβώς έγινε.
Ακόμα και όταν μιλάμε για φονιάδες με ξυρισμένα κεφάλια που παλεύουν αδέξια να ζωγραφίσουν τη σβάστικα στα μπράτσα τους, ζητάμε καταδίκη για τα εγκλήματα τους, όχι για τις ιδέες τους, άσχετα αν αυτές κολυμπούν στα σκατά. Στην περίπτωση του Θεοφίλου, της Ηριάννας, του Περικλή και πολλών άλλων, έχουμε ακριβώς το αντίθετο…
Νόμιζα ότι θα είχα όρεξη να ασχοληθώ με κάποιους κοινωνικά και συναισθηματικά ανάπηρους πουθενάδες, που θεωρούν τεράστια μαγκιά να δημοσιοποιούν τα πλήρη στοιχεία της γυναίκας αυτής. Αυτό βέβαια δεν θα έπρεπε να αποτελεί έκπληξη, μιας και όλη τους η έννοια είναι να μαθευτεί η ανόητη ύπαρξη τους, ακόμη και αν χρειαστεί να διαφημίζουν υαλουρονικά και να περιφέρουν την καρτουνίστικη εικόνα τους, σε πολυπληθείς πορείες των 2000 ατόμων…
Είμαι τόσο κουρασμένη. Μια 29χρονη, μεσόκοπη κυρία που κλαίει σαν 9χρονη ανήμπορη, μπροστά στο άδικο. Χειροπόδαρα δεμένη, με μια πλαστική σακούλα σούπερ μάρκετ που ανοίγει την Κυριακή στο κεφάλι και αργοπεθαίνει. Πεθαίνουμε σαν είδος, αποχαιρετάμε κάθε μέρα κομμάτια του μυαλού, της καρδιάς και της αξιοπρέπειας μας. Χθές, έτρεξα να κρυφτώ σε μια συναυλία δίπλα στη θάλασσα. Σήκωσα το κεφάλι και έκλαψα με λυγμούς, σε μια δυνατή βροχή που πόναγε τα μάγουλα μου. Ο Μίλτος με είδε: “Τίποτα πια δε με σοκάρει” , είπε και άνοιξαν οι ουρανοί. “Κι εγώ βουβός ο διάολος να με πάρει/ Σαν δέντρο που κοιτάει ένα παιδί”.
Είμαι τόσο κουρασμένη. Ήπια τη βότκα και έμεινε το χαμόγελο μου ξεμέθυστο, να παλεύει να ραγίσει στο ποτήρι, τον κόσμο όλον…