Αυτό το κείμενο σβήστηκε και γράφτηκε πολλές φορές, κάτω από άκρα φανερότητα. Διαπραγματευόμουν διαρκώς, πώς μπορεί να παρουσιαστούν θέματα σοβαρά που αφορούν το σημερινό σύστημα που καλούμαστε να υπηρετήσουμε, αφού αποδεχθούμε ότι αυτό δεν μας παίζει όλους στα ίσα, βγάζοντας στη σέντρα αυτούς που ο κόσμος ανυπομονεί να πνίξει στα δακρυγόνα, προστατεύοντας στα αποδυτήρια εκείνους που τα πουλάνε, διαμαρτυρόμενοι ότι προκαλούν αναπνευστικά προβλήματα σε μια κοινωνία σε ασφυξία.
Διαβάζω στην Εφημερίδα των Συντακτών την υπόθεση της Ηριάννας: “Με την εύκολη συνταγή “μέλος των Πυρήνων της Φωτιάς” ή, εναλλακτικά, του αντιεξουσιαστικού χώρου, άνθρωποι που πέρα από κάποιες προσωπικές σχέσεις δεν έχουν σε βάρος τους το παραμικρό, τυλίγονται σε μια κόλλα χαρτί με ανύπαρκτους μάρτυρες, με ανύπαρκτα στοιχεία και με αυθαίρετες κατασκευές”.
Σκέφτομαι ότι η Αναρχία στην Ελλάδα, είναι σαν την Αθεΐα. Κανείς δεν τολμά να μιλήσει για αυτήν, μιας και οι περισσότεροι νομίζουν ότι τα βιβλία που μπορούν να τους πάνε το μυαλό λίγο παραπέρα, να συμφωνήσουν ή να διαφωνήσουν κάηκαν μαζί με τις μάγισσες στον μεσαίωνα, ξορκίζοντας την πρόοδο. Συνεχίζω να διαβάζω το ρεπορτάζ της εφημερίδας, προσπαθώντας να κατανοήσω τα πολύ σοβαρά ερωτήματα που θέτει για τη Δικαιοσύνη και για την εμπιστοσύνη που μπορεί να έχει ο πολίτης σε μια δίκαιη δίκη και κυρίως σε μια δίκαιη απόφαση.
Με λίγα λόγια, στην κοπέλα αυτή απαγγέλθηκαν κατηγορίες δύο χρόνια αφού είχε προσαχθεί και αθωωθεί με τον φίλο της, ο οποίος “παραπέμπεται ως μέλος της ΣΠΦ χωρίς απολύτως κανένα στοιχείο πέρα από τη φιλική του σχέση με δύο μέλη των Πυρήνων. Με πρόταση του εισαγγελέα Σωτήρη Μπάγια και με απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων ο άνθρωπος αθωώνεται”. Έτσι, το 2013 “η Ηριάννα συλλαμβάνεται διότι έτσι ξαφνικά προέκυψε ταυτοποίηση του δικού της δείγματος DNA που οικειοθελώς έδωσε, σε έναν γεμιστήρα εκτός όπλου από τα ευρήματα της Πολυτεχνειούπολης. Γίνονται έρευνες παντού, χωρίς να βρεθεί το παραμικρό στοιχείο”.
Η επιστήμη σηκώνει τα χέρια ψηλά μπροστά στην βαρήκοη δικαιοσύνη, με τον ειδικό γενετιστή καθηγητή, διδάκτορα Μοριακής Βιολογίας μεγάλου γαλλικού πανεπιστημίου αλλά και γενικό διευθυντή του Ευρωπαϊκού Κέντρου Γενετικής και Ταυτοποίησης DNA, να μην ξέρει πόσο πιο λιανά να δηλώσει ότι “δεν υπάρχει καμία περίπτωση να γίνει ταυτοποίηση του DNA της κοπέλας με το επίμαχο μερικό δείγμα που βρέθηκε στον γεμιστήρα”.
Παρόλα αυτά σήμερα και χωρίς την ύπαρξη μαρτύρων, το δικαστήριο καταδικάζει την υποψήφια διδάκτωρ της Φιλοσοφικής, σε 13 χρόνια κάθειρξη, χωρίς ελαφρυντικά. Πόσο στα αλήθεια επηρεάζεται η δικαστική κρίση από τους καμένους κάδους στα Εξάρχεια και πόσο άγχος της προκαλούν δέματα που ανατινάζονται, ώστε να θέτει ερωτηματικά στους πολίτες για την καθαρότητα και την εντιμότητα της απέναντι μας;
Η υπόθεση αυτή σκάει τόσο κοντά με εκείνη την επίσης αμφιλεγόμενης του Θεοφίλου στην Πάρο. Του Τάσου Θεοφίλου, που και αυτός καταδικάστηκε με μοναδικό αποδεικτικό στοιχείο το DNA που βρέθηκε σε ένα καπέλο. Δύο επιστημονικά αρμόδιοι μάρτυρες δήλωσαν κατηγορηματικά ότι “η ανίχνευση DNA σε κινητό αντικείμενο, δεν σημαίνει αναγκαστικά ότι το πρόσωπο στο οποίο ανήκει το DNA έχει έρθει σε επαφή με το αντικείμενο αυτό”. Παρόλα αυτά και μετά την έφεση υπέρ της πλήρης απαλλαγής του από τις κατηγορίες, είναι αντιμέτωπος με ποινή ισόβιας κάθειρξης. Και αναρωτιέμαι, ποιος τρομοκρατεί σε μια κοινωνία που ο φόβος είναι η πιο ουσιαστική κοινωνική της κατασκευή;
Δεν τολμώ να μπω στη διαδικασία να συγκρίνω καταστάσεις με τύπους που δολοφονούν μπροστά στα μάτια πολιτών και αστυνομίας, ομολογούν και βρίσκονται τώρα σπίτια τους, ούτε για αυτούς που συνεργούν σε ένα σκασμό εγκλήματα και μας δείχνουν τα παντελόνια τους στη βουλή. Και δεν τολμώ, γιατί η απελπισία μου θα αποβεί μοιραία στην απόφαση μου να κρατήσω τη ματιά μου ψύχραιμη.
Αν δεν έφτασε ο Θεοφίλου, θα τους φτάσει η Ηριάννα; Το προφίλ του αναρχικού, ληστή και κάποιες φορές δολοφόνου μοιάζει το τέλειο κόλπο για τη σπίλωση και την κοινωνική απονομιμοποίηση του αναρχικού χώρου, προκαλώντας αυθαίρετους συσχετισμούς, καταδικάζοντας ανθρώπους να σαπίσουν στη φυλακή, μη έχοντας το παραμικρό στοιχείο εναντίον τους.
Είναι αν μη τι άλλο πρωτοφανές αυτό που συμβαίνει και αυτό μακάρι να ήταν προσωπική άποψη. Όπως στη Marfin έτσι και στην υπόθεση του Θεοφίλου και της Ηριάννας, κατασκευάζουν τη λεγόμενη “νέα τρομοκρατία” καταδικάζοντας ιδέες και όχι πράξεις. Αν τα βιβλία, τα πιστεύω και τα οράματα μας, αποτελούν από μόνα τους πειστήρια εγκλήματος, τότε έχουμε πάρει πολύ λάθος δρόμο και το πιθανότερο, χωρίς επιστροφή…
Αναρωτιέμαι τι θα έλεγε ο Νικόλας Άσιμος απέναντι σε αυτήν την αμήχανη για τη δικαιοσύνη στιγμή. Σίγουρα θα είχε κάποιον όμορφο ρυθμό και θα πήγαινε κάπως έτσι:
“Ω εποχή μού θυμίζεις τον Καίσαρα / κι οι μελλοθάνατοι σε χαιρετούν / κι όσο γερνώ μπουσουλώ με τα τέσσερα / τα τροχοφόρα με προσπερνούν / φεύγω να πάω να βρω στο Μπανκόγκ / τον σύντροφό μου τον Κινκ Κονκ / μες στο μυαλό μου βαράνε τα γκόγκ/ μοιάζω με μπάλα του πινκ πογκ“