Είμαι χέστης. Ποτέ δεν προσπάθησα να πείσω κανέναν για το αντίθετο, ποτέ δεν το έπαιξα ο άτρωτος σερνικός που δεν μασάει και βάζει τα στήθια του στη φωτιά. Είμαι ένας μεγάλος, τεράστιος χέστης που φοβάται (μεταξύ άλλων) τα νοσοκομεία και τους γιατρούς περισσότερο από όσο φοβάται ο Νικ Καλάθης τα τρίποντα. Το έχω δεχτεί.

Υπάρχουν όμως στιγμές στη ζωή που δεν έχεις και πολλές επιλογές. Υπάρχουν στιγμές που πρέπει να υποκύψεις. 

(αν περιμένεις ότι θα διαβάσεις για κάποια σοβαρή πάθηση, μπορείς να σταματήσεις την ανάγνωση κάπου εδώ, πάλι φίλοι θα είμαστε)

Είμαι ο Νίκος και δεν έχω αναπνεύσει ποτέ όπως οι άλλοι άνθρωποι. Ροχαλίζω πολύ, κουράζομαι εύκολα, έχω πονοκεφάλους και αναπνέω σχεδόν αποκλειστικά από το στόμα. Η μύτη μου είναι λίγο πιο στραβή από τον πύργο της Πίζας και στα 27 μου αποφάσισα να κάνω κάτι γι’ αυτό. Και όχι δεν ήταν καθόλου εύκολο αυτό. Προφανώς δεν παίζουν 4-5 χιλιάρικα για να κάνω εγχείριση σε ιδιωτικό νοσοκομείο, οπότε το δημόσιο ήταν η μοναδική ρεαλιστική επιλογή. 

Πίστευα πως θα πάω για εξέταση, θα μου ζητήσουν φακελάκι με το καλημέρα, θα μου κλείσουν την εγχείρηση μετά από 16 χρόνια, θα μου ισιώσουν τη μύτη με σφυρί και καλέμι που θα κρατάει ένας από τους ψυχασθενείς του Hostel, μετά την επέμβαση θα είμαι μπλε από το ξύλο και στο τέλος φυσικά δεν θα έχει αλλάξει τίποτα. ΑΝ ΞΥΠΝΗΣΩ ΑΠΟ ΤΗΝ ΝΑΡΚΩΣΗ.

Να μη στα πολυλογώ, Τρίτη εξέταση, Τετάρτη εισαγωγή, Πέμπτη επέμβαση, Παρασκευή σπίτι. Αλλά δεν ήταν τόσο απλό. Είπαμε, είμαι χέστης.

Το τελευταίο βράδυ πριν το σφαχτήρι ήμουν καθιστός στο ένα γόνατο με την πλάτη ακουμπισμένη πίσω σαν θλιμμένος μονομάχος έτοιμος να μπουκάρει στην αρένα για να γίνει λιονταροτροφή. Έβαλα να ακούσω το “Τελευταίο βράδυ μου” δεν έφαγα και δεν ήπια τίποτα γιατί απαγορευόταν και το μόνο που σκεφτόμουν ήταν ότι θα πεθάνω νηστικός, διψασμένος, χωρίς τσιγάρο και ξυρισμένος. Δηλαδή να πας στον άλλο κόσμο και να σε κοροϊδεύουν και τα καζάνια της κολάσεως. Ε όχι ρε φίλε.

Το επόμενο πρωί μου φέρνουν αυτή τη ρόμπα του χειρουργείου μαζί με ένα μπουκαλάκι διάφανο υγρό και με παίρνουν προς τα μέσα. Η αξιοπρέπειά μου καταρρέει. Μπαίνοντας στα χειρουργεία αυξάνονται οι χτύποι της καρδιάς σε κλάσματα δευτερολέπτου. Ντάξει, δεν είχα κατουρηθεί. 

Ακόμα.

Από το φορείο με πετάνε στο άλλο φορείο όπου θα γινόταν η επέμβαση. Δύο τύποι με στολή χειρουργείου έχουν πιάσει κουβεντούλα πάνω από το κεφάλι μου και χαζογελάνε συζητώντας για την τύπισσα που τα κακάρωσε χθες το βράδυ. Έτσι ακριβώς το είπαν. Οι χτύποι της καρδιάς μου πλέον πήγαιναν σαν μπιτάκι από τα πιο δυνατά ρέιβ πάρτυ της δεκαετίας του 90. Μόλις πήραν χαμπάρι ότι είχα κλάσει μέντες συνέχισαν τη συζήτηση -και καλά- χαμηλόφωνα για να μην ακούω αλλά το κακό είχε γίνει. Κάντε μου τη γαμωένεση να πεθάνω να ησυχάσουμε επιτέλους!

Στα αριστερά μου ένας υπολογιστής παίζει Imam Baildi από το Youtube. ΔΗΛΑΔΗ ΔΕΝ ΣΚΕΦΤΗΚΑΤΕ ΠΙΟ ΦΛΩΡΙΚΟ SOUNDTRACK ΓΙΑ ΤΟΝ ΘΑΝΑΤΟ ΜΟΥ ΡΕ ΠΟΥΘΕΝΑΔΕΣ;

Ο αναισθησιολόγος κρατιέται να μη βάλει τα γέλια. “Αααα από την Ήπειρο ε, εγώ ήμουν φίλος του Κιτσάκη του τραγουδιστή”. “Ααα φοβερός, τον είδα το Σάββατο με τον Πετρολούκα”. “Ο Κιτσάκης έχει πεθάνει 2-3 χρόνια”. (βλέμμα ντροπής) “Ναι, ο Κυρίτσης ήταν”…

Τώρα θα κοιμηθούμε ε; 

Εκεί θυμήθηκα το “Eternal Sunshine of a Spotless Mind” που ο Τζιμ Κάρεϊ παλεύει μέσα στην ύπνωση του να μην κοιμηθεί για να μην διαγραφεί η αγαπημένη του από τη μνήμη του. Λέω κι εγώ θα κάνω το ίδιο σιγά το δύσκολο. Θα παλέψω να μην κοιμηθώ να δω πόσο θα αντέξω ξύπνιος. Μπαίνει η βελόνα, κοιτάζω το ρολόι, 12.20, χάνω την ακοή μου, βλέπω αλλά δεν ακούω και μετά από ένα δευτερόλεπτο ακούω “έλα Νικόλα ξύπνα, τελειώσαμε”. Πολύ άντεξα ρε…

Μύτη τούμπανο, πρόσωπο πρησμένο, ένα ταμπόν σε κάθε ρουθούνι και διάολε ανέπνεα λίγο καλύτερα από αυτό που ανέπνεα πριν χωρίς τα ταμπόν. Βέβαια αυτό ήταν δευτερευούσης σημασίας αφού ΖΟΥΣΑ ΡΕ ΜΑΛΑΚΑ ΔΕΝ ΠΕΘΑΝΑ.

Οι φίλοι μου γνωρίζοντας ότι είμαι ο υπέρτατος χέστης με ρωτούσαν αν φοβήθηκα. Εννοείται ότι τους είπα ψέματα, εννοείται ότι δεν το πίστεψαν, εννοείται ότι έκαναν πως το πίστεψαν. Έτσι είναι οι φίλοι.

Όχι δεν πλήρωσα φακελάκι (ανέφερα από την αρχή ότι είμαι της ερευνητικής δημοσιογραφίας και ΙΣΩΣ αυτό να έπαιξε κάποιο ρόλο), όχι δεν είχα βύσμα, όχι δεν έδωσα 35€ την ημέρα για δίκλινο δωμάτιο που μου ζήτησαν στο γραφείο κίνησης.

Κοίτα τα να δεις που θα ξαναπάω και στον οδοντίατρο.

Ντάξει, υπερβολή…