Πάνε χρόνια πολλά από τότε που μέτραγα αντίστροφα να χτυπήσει το κουδούνι, να τελειώσουν τα άτιμα τα Λατινικά που όλοι παραδέχονταν πόσο εύκολα είναι και εγώ τρυπούσα τις φλέβες μου, με τη μηχανική μύτη του μολυβιού. Στο διάλλειμα, έβρισκα πάντα μια θέση να κοιτάω τον Στέλιο, έναν κοντό με φοβερή αυτοπεποίθηση, που μου άρεσε κάμποσο. Τον θυμάμαι από το Δημοτικό να τσιτώνει με το κοντός, με τα χρόνια όμως έμοιαζε να το έχει αποδεχθεί. Μια μέρα από αυτές της δευτέρας Λυκείου, ο Στέλιος έδωσε εντολή σε κάτι ψηλούς να πιάσουν ένα γυμνασιόπαιδο, να του ανοίξουν τα πόδια, να βάλουν ανάμεσα τους το στύλο που στερέωνε το φιλέ από το βόλεϊ και να τον τραβάνε, πιέζοντας έτσι τα γεννητικά του όργανα. Ο Στέλιος, δεν ήταν πια όμορφος…
Τότε έπαιζε η ατάκα “έλα μωρέ παιδιά είναι” και το “θα χτυπηθούνε, θα δαρθούνε και θα κοιμηθούν κανονικά”. Όντως ήμασταν παιδιά, και χτυπιόμασταν και γδερνόμασταν, αλλά δεν κοιμόμασταν όλοι κανονικά. Για κάποια παιδιά, το οχτάωρο του σχολείου ήταν μια βόλτα στον φόβο και πίσω σπίτι ξανά.
Είναι σημαντικό να αναγνωρίσουμε τη βία στα σχολεία, σαν κοινωνικό πρόβλημα. Θα μπορούσαμε να καταλήξουμε ότι σχολικός εκφοβισμός, είναι η επαναλαμβανόμενη για κάποιο χρονικό διάστημα πράξη παρενόχλησης από το δράστη προς το θύμα. Πράξη η οποία παίρνει τη μορφή της σωματικής, λεκτικής, συναισθηματικής ή και σεξουαλικής απειλής και πράξης. Σκοπός, είναι η πρόκληση σωματικού ή ψυχικού πόνου.
Μιλώντας για σχολική βία, δεν μπορούμε να περιοριστούμε στα ακραία φαινόμενα χρήσης βίας, μιας και στην Ελλάδα δεν συναντάμε ιδιαίτερα συχνά τέτοια. Ξέρω ότι σκέφτεσαι τον Γιακουμάκη. Το ξέρω γιατί και εγώ δεν μπορώ να τον βγάλω από το μυαλό μου, κάθε φορά που ακούω για το περίφημο πια bullying. Δεν μπορώ να χωνέψω με τίποτα, ότι ένας άνθρωπος βίωνε αυτά τα αίσχη και όλοι γύρω πέταγαν αετό. Ας παραδεχτούμε όμως ότι ο άνθρωπος αυτός, δεν είναι συχνό φαινόμενο της κοινωνίας μας, ΑΚΟΜΑ. Παρόλα αυτά, ψευτοτσαμπουκάδες που το παίζουν μάγκες στις πλάτες και καλά ισχυρών πολιτικών, υπάρχουν και παραφυλάνε να ξεφτιλίσουν παιδάκια που είναι πιο δυνατά από αυτούς, αλλά καμία από τις δύο πλευρές δεν το ξέρει.
Η ενδοσχολική βία όμως, αγκαλιάζει πέρα από την εκδήλωση βίαιων συμπεριφορών και τις ήπιες μορφές εκδήλωσης διαφόρων φαινομένων αντιδραστικής συμπεριφοράς, που εκφράζει αμφισβήτηση και απόρριψη μέτρων του σχολικού περιβάλλοντος και που αποτελούν καθημερινό φαινόμενο στο ελληνικό σχολείο.
Τα παιδιά πλέον έχουν μια ανατριχιαστική εξοικείωση με τη βία, μιας και όλη μέρα μπορούν να την περάσουν αποχαυνωμένα μπροστά σε μια οθόνη που πυροβολεί με αίμα, να πάνε μια βόλτα και να ακούσουν τα καλύτερα γαλλικά στο φανάρι ή στην ουρά του super market. Δεν θέλει πολύ να αποτυπωθεί η ένταση της κοινωνίας στη συμπεριφορά των πιτσιρικάδων, όμως θέλει πάρα πολύ για να αποβληθεί από τη νοοτροπία των εφήβων.
Σήμερα, ο σχολικός εκφοβισμός μεταφράζεται ως bullying και όπως όλες οι λέξεις που φοριούνται ξανά και ξανά σε στόματα, φθείρεται. Μπήκαμε στο τρυπάκι να ονομάζουμε τα πάντα bullying και να πανικοβαλλόμαστε. Παρανοούμε ξανά με μεγάλη επιτυχία το βάρος που φέρουν οι λέξεις και τις εκτοξεύουμε χωρίς κανένα κόστος. Το να διαφωνήσουν τα παιδιά μεταξύ τους, να κακιώσουν και να στεναχωρηθούν γιατί έχασαν στο ποδόσφαιρο, δεν είναι bullying. Το να πει ο ένας τον άλλον “μαλάκα”, επειδή έχασε το πέναλτι γιατί τον κοίταζε η Ελένη, δεν είναι βία. Ούτε το ότι η Μαρία της τράβηξε το μαλλί, γιατί τον γούσταρε περισσότερο είναι βία.
Όλα αυτά, εμπίπτουν στη σφαίρα της κοινωνικής συμπεριφοράς και είναι μέσα στα όρια του παιχνιδιού και των κοινωνικών σχέσεων του μικρόκοσμου του σχολείου. Δεν είναι ανάγκη να γινόμαστε μυγιάγγιχτοι και να χάνουμε το νόημα του τι πραγματικά συμβαίνει καθώς και τη βαρύτητα των γεγονότων. Έξαλλες μανάδες και γιαγιάδες παραφυλούν στα κάγκελα μην τραμπουκίσει κανείς τα βλαστάρια τους. Κλαίνε και αυτά με το παραμικρό και γίνεται ο κακός χαμός με καθηγητές και διευθυντές σε απόγνωση. Τα παιδιά δεν μεγαλώνουν σε γυάλα, ούτε αποστειρωμένα από τις κακοτοπιές. Υπάρχει μια λεπτή γραμμή που πρέπει να τη σκεφτόμαστε συνεχώς, να εξετάζουμε την κάθε συνθήκη ξεχωριστά και να πράττουμε αναλόγως.
Γονείς και δάσκαλοι, οφείλουν να έχουν τα μάτια τους ανοιχτά και να αντιλαμβάνονται τις συμπεριφορές των παιδιών. Αν προξενούν ή δέχονται τον πόνο, αν το σχολείο είναι για αυτά χώρος χαράς ή εκτόνωσης καταπιεσμένων αναγκών τους.