Όποιος είχε την τύχη ή την ατυχία να σπουδάσει στο Πάντειο, τα σημεία αναφοράς είναι λίγα και σχεδόν καλά. Το σιντριβάνι του, η καντίνα με τα hot dog μπροστά και τα στριπτιτζάδικα γύρω. Αδιάφορα και κακόγουστα τη μέρα, λαμπερά και ταυτόχρονα σκοτεινά τη νύχτα. Ακριβά αυτοκίνητα, μπρατσαράδες και ένα μυστήριο που ανοίγει και κλείνει σε κάθε κίνηση της πόρτας.

Ήταν η εποχή της εξερεύνησης, του όλα θέλω να τα μάθω ζώντας τα. Και αυτό έκανα! Παρατήρησα τις τραβεστί και τις πόρνες της Συγγρού και πέρασα τις πόρτες κάνα δυο φημισμένων στριπτιτζάδικων. Σκέφτηκα αυτό που ακόμα μου λέει ο πατέρας μου: “Πώς ξέρεις ότι δεν σου αρέσουν τα παντζάρια αν δεν τα δοκιμάσεις;”. Ακόμα δεν έχω δοκιμάσει παντζάρια, όμως ξέρω ότι δεν μου αρέσουν τα στριπτιτζάδικα.

Έχω βρεθεί λοιπόν σε αθηναϊκούς βελούδινους καναπέδες που κορίτσια με αόρατα εσώρουχα ακουμπούσαν χωρίς να σιχαίνονται πάνω τους και σε αρκετά καλόγουστες καρέκλες στο Παρίσι, με λαδωμένα αγόρια να περιφέρουν το αδιανόητο κορμί τους. Γυμνά κορίτσια και αγόρια, με μόνο σκοπό την ικανοποίηση όλων εμάς που ψοφάμε για λίγη σάρκα στα μάτια και στα χέρια μας.

Στο Παρίσι λοιπόν, λίγες μέρες μετά την πρώτη του χρόνου φάγαμε απαίσια, περπατήσαμε ώρες ατελείωτες για μια φωτογραφία στη σιδερένια κατασκευή, για να αποφασίσουμε τελικά ότι τα αξιοθέατα αυτά δεν μας είναι αρκετά. Έτσι, επισκεφτήκαμε ένα μέρος που για να μπεις χρειάζεται να φορέσεις μια μαύρη μάσκα γεμάτη χρυσόσκονη, μια σατέν μπέρτα με κουκούλα που σε έκανε να μοιάζεις με ήρωα Ιλλουμινάτι και να δείξεις μια σχετική ψυχραιμία στα μαστίγια που βρίσκονταν στα τραπέζια.

Κάπως έτσι μας κόπηκε το γέλιο. Όλες ίδιες! Ζευγάρια μάτια που χάνονταν στο μισοσκόταδο. Μια μουσική που κάνει και τις 50 αποχρώσεις του γκρι να μοιάζουν mickey mouse και μια υπέροχη μυρωδιά που μπέρδευε ακόμη περισσότερο της αισθήσεις. Το σχέδιο ήταν ένα και τελικά αποτελεσματικό. Φέρτε ποτά στα κορίτσια που τρέμει το φυλλοκάρδι τους! Όταν τα αγόρια βγήκαν στη σκηνή, τα μάτια μας ήταν ήδη θολά μέσα από τις μάσκες.

Δερμάτινα παντελόνια, λαδωμένα στήθη και μια περίεργη κίνηση στη μέση, που ακόμα δεν μπορώ να πετύχω. Οι καπνοί, μπέρδεψαν τα πράγματα ακόμη περισσότερα. Εκεί που τους έβλεπες μακριά, ξαφνικά ήταν δίπλα σου. Χωρίς να ακουμπάει κανείς κανέναν και τα ποτήρια μας πάντα γεμάτα. Τρείς Ελληνίδες μέσα σε γαλλικά επιφωνήματα και ξαναμμένα για τα καλά κορίτσια. Τα μαστίγια χτυπούσαν το πάτωμα μέσα σε δυνατά γέλια και εγώ σκεφτόμουν ότι θα φάω καμιά ξώφαλτση και άντε να εξηγήσω στον Γιώργο πίσω στην Ελλάδα, που κληρονόμησα τη λαβωματιά. Μπορώ να θυμηθώ έναν πολύ όμορφο παρόλα αυτά και τη σκέψη ότι θα προτιμούσα να τον συναντήσω να περπατάει κάπου στο Λούβρο και όχι σαν λαδωμένη τηγανιτή πατάτα, στη σκηνή.

Πορτοφόλια άνοιγαν και αγόραζαν αγγίγματα. Τιράντες που εκτοξεύονταν μέσα σε χειροκροτήματα και γραβάτες μετέτρεπαν το καλογυμνασμένο τύπο, στο αγαπημένο σου τετράποδο. Οι σερβιτόροι παρατηρούσαν μέσα από τις δικές τους μάσκες, την καταπιεσμένη σεξουαλικότητα να εκτοξεύεται χωρίς μέτρο και ντροπές, ανεβάζοντας στα καρνέ τους, τον τζίρο του μαγαζιού. Ήταν η στιγμή που ένιωσα ότι οι γυναίκες μπορούν να απολαύσουν αυτήν τη διαδικασία, πολύ πιο άγρια από τους άντρες. Σήμερα, αναρωτιέμαι πραγματικά αν όλες αυτές οι γυναίκες πλήρωναν για ένα απόκρυφο άγγιγμα ή για ένα χαμόγελο αυτών των αγοριών. Το ποτό όμως έκανε τη δουλειά του, η κουκούλα έγινε ανυπόφορη και η μάσκα στέκα στα κεφάλια μας. Κάπως έτσι έγινα ξανά η Χρύσα! Πόσο ντράπηκα χωρίς τα μασκαρέματα, πόσο φθηνή ένιωσα μέσα στα ακριβά κρασιά, μη σας πω.

Το πρωί, σκέφτηκα ότι μου αξίζει ο φρικτός πονοκέφαλος. Η σκέψη καλογυμνασμένων γλουτών με έσυρε μέχρι το ντουζ, με μια όχι ευχάριστη παρόλα αυτά αίσθηση. Η κοινωνία με δίδαξε ότι μπορώ να αγοράσω ό,τι θέλω και εγώ ήμουν εξαιρετική μαθήτρια. Οι φίλες μου ακόμη και σήμερα έχουν να λένε για την επιμονή μου να μην κάτσει κάποιο αγόρι στο τραπέζι μας και εγώ ακόμη περηφανεύομαι που το κατάφερα. Δεν ήταν στα αλήθεια δύσκολο παρά τα εντυπωσικά λικνίσματα που σκάρωναν με τη μέση τους, αν κατάφερνες να παρατηρήσεις τα δεκάδες χέρια που έσφιγγαν ζώνες και γλώσσες που έγλειφαν αφαλούς με το αζημίωτο.

Ήταν η πρώτη και η τελευταία μου φορά που κατάφερα να βρεθώ ανάμεσα σε τόσα γυμνά κορμιά, που δεν ήθελα να ακουμπήσω κανένα. Καμιά φορά πλέον, περνάω από τα στριπτιτζάδικα της Αθήνας και αναρωτιέμαι που θάφτηκε η χαρά του έρωτα των ανθρώπων αυτών. Πόση ηδονή χωράει σε κορίτσια που θα τριφτούν πάνω σου λίγα λεπτά, θα βγάλουν κάποια βογγητά, θα τις πληρώσεις και θα καβαλήσουν αμέσως τον τύπο στο πίσω τραπέζι;

Πόσος πόνος χωράει στα φανταχτερά αυτά καμαρίνια και πόση διαστρέβλωση του πως είναι τελικά το σεξ; Προφανώς η απάντηση είναι μια: “όπως γουστάρουν οι άνθρωποι που συμμετέχουν”. Τότε όμως που τα πράγματα δεν ήταν τόσο ξεκάθαρα για εμένα, αναρωτιόμουν αν τα λιωμένα κεριά, οι γάντζοι και τα πολύμορφα αντικείμενα ήταν απαραίτητα στο κρεβάτι μου.

Η ζωή των κοριτσιών και τον αγοριών αυτών, δεν σταματά στη σκηνή ούτε τη στιγμή που τρίβονται στον καβάλο σου. Μπορεί να είναι πολύ πιο τραγική από όσο εγώ και εσύ μπορούμε να φανταστούμε, χρηματοδοτώντας την. Υπάρχουν ανυπόφορα όμορφα πλάσματα εκεί έξω που περιμένουν να ταιριάξουμε τα κορμιά μας, με μόνο πιθανό κόστος την ραγισμένη μας καρδιά. Ε και;