Δεν είναι εύκολο να είσαι κόρη του μπαμπά σου! Ειδικά του δικού μου, που όπως σας έχω πει ξανά ήμουν κάτι μεταξύ πριγκίπισσας και Τζόλε που χτύπαγε τις τάπες των παπουτσιών του στο γρασίδι. Ευτυχώς, καταφέραμε να ξεφύγουμε από το δήθεν φυσιολογικό και όλα κύλισαν με μια κάποια περιπέτεια. Όμως μπαμπά, υπάρχουν πράγματα που θα μάθεις για τη μοναχοκόρη σου μαζί με το πανελλήνιο. Πράγματα σκληρά και εύχομαι συγχωρεμένα.
Δεν είχα ποτέ φίλη Νεφέλη! Είχα φίλο Χρήστο με ξυρισμένο κεφάλι, καταγάλανα μάτια, τατουάζ και ΕΑΑΚίτη. Τον γνώρισα στο Πάντειο και φιλιόμασταν με τις ώρες μεταξύ συνελεύσεων και συνελεύσεων. Όσο τα είχα με τον Χρήστο μπαμπά, δεν παρακολούθησα ούτε ένα μάθημα εξαμήνου. Καμάρωνα το αγόρι μου να κοπανάει επώνυμη φλώρικη παράταξη και του έκανα κάθε μέρα πρόταση γάμου. Ευτυχώς μπαμπάκα μου τις αρνήθηκε όλες και παραμένω σχεδόν νέα και υποφερτά ωραία.
Δεν είναι μόνο αυτό μπαμπά. Θέλησα να ζήσω την περιπέτεια, να γνωρίσω το διαφορετικό, το ξένο. Ερωτεύτηκα ένα ΔΡΑΣΗτη. Ξέρω ότι δεν θα βρω την πόρτα ανοιχτή το βράδυ, αλλά δεν μπορώ να στο κρατήσω άλλο κρυφό. Έριχνε Τζίμερο, κάπνιζε πουράκια, άκουγε Αττίκ και μου έλεγε ιστορίες για μεγάλους έρωτες. Στεγάζαμε τον έρωτα μας σε ένα μικρό καφέ στην Κηφισιά και η μπαρουφολογία πήγαινε σύννεφο. Οι φίλες μου με κορόιδευαν και οι φίλοι μου στοιχημάτιζαν ότι κάνω το χειρότερο σεξ ever. Δεν ξέρω αν θα διαβάσεις κάτι πιο σκληρό σε αυτό το άρθρο. Ακόμα κοκκινίζω από ντροπή.
Ας αφήσουμε όμως τα αισθηματικά! Θυμάσαι την Ιωάννα; Την κοπέλα που κοιμόταν στο δωμάτιο μου, όταν είχε τσακωθεί με τους γονείς της; Πάντα διακριτικός μπαμπάκα μου, δεν ρώτησες γιατί δεν έμενε πια στο σπίτι της. Έφερες στρώμα, έφτιαξες λιχουδιές και ήσουν όπως πάντα τέλειος. Ε, ήταν λεσβία. Οι δικοί της δεν το πήραν τόσο ψύχραιμα όσο εσύ, ΑΝ το ήξερες. Μη σου μπει η παραμικρή σκέψη. Μου αρκούν τα μπερδέματα με το αντίθετο φύλο.
Και στο γήπεδο μπαμπά, δεν ήμουν πάντα αθώα. Φούμαρα τσιγάρα και έπινα μπύρες που δεν μου άρεσαν. Είχα βρει ένα φοβερό και τρομερό παρεάκι και γεμίζαμε με “Θύρα 7” όλους τους τοίχους του Πειραιά. Μόλις έφτανα Κηφισιά, φυσικά κο κο κο. Και όταν καμιά φορά με συνόδευες να δούμε την τότε ομάδα της καρδιάς μας, γκρίνιαζες για τους βαμμένους τοίχους. Σαν ξωτικό κρυφογέλαγα. Ο τοίχος που κοντοστάθηκες να ψάξεις τον αναπτήρα σου, είχε την καλλιγραφία που με τόσο πείσμα μου έμαθες μικρή.
Τη φορά που σε πήρε τηλέφωνο εκείνος ο ένστολος; Που με κρατούσε όμηρο σε κάποιο τμήμα της Αττικής; Δεν ήταν μπαμπά επειδή βρέθηκα στο λάθος σημείο τη λάθος ώρα. Του είχα μιλήσει τα γαλλικά που δεν έμαθα μικρή. Όσο σε περίμενα τον κοίταγα υποτιμητικά και από τα ρουθούνια που άχνιζαν συνθήματα του 3ου έτους που ήμουν. Έπεσα στην αγκαλιά σου έντρομη μη με κατσαδιάσεις, όχι γιατί με είχαν τρομάξει αυτοί. Καμαρώνεις και το ξέρω…
Δεν θα σου πω άλλα, γιατί χτυπάς και ένα 39 πυρετό αυτήν την ώρα στο σπίτι και δεν θέλω επεισόδια. Το κυριότερο που πρέπει να μάθεις, είναι ότι τώρα που με καμαρώνεις σοβαρή και επιστήμονα, τώρα που ξενυχτάω λίγο και δεν πίνω πολύ, τίποτα δεν έχει αλλάξει σχεδόν. Ακόμα γουστάρω αλητάμπουρες, μου αρέσει να φουμάρω που και πού και να φυσάω τον καπνό μου σε ένστολους…