Θυμάμαι στην τετάρτη δημοτικού, κάπου στα μέσα της δεκαετίας του 1990 να παρακαλάω τους γονείς μου να με γράψουν στην τοπική ομάδα ποδοσφαίρου και να μου ρίχνουν συνεχόμενα άκυρα. Βλέπεις η συντριπτική πλειοψηφία των ποδοσφαιρικών γηπέδων τότε δεν είχε τον χλoοτάπητα που βρίσκεις σήμερα σε όλα τα τοπικά πρωταθλήματα της χώρας κι έτσι ήταν λίγο διστακτικοί και με το δίκιο τους. Κανένας γονιός δεν ονειρεύεται να βάζει ιώδιο και οξυζενέ στα γόνατα του παιδιού του μετά από κάθε προπόνηση. Ωστόσο επέμεινα και εν τέλει κατάφερα να τους πείσω.
Μέχρι και το φανταρικό έπαιξα σε διάφορες ομάδες σε Αθήνα και Ρόδο και κατάλαβα πόσο βρώμικος είναι αυτός ο χώρος ακόμα και σε κατηγορίες που τα χρήματα είτε απουσιάζουν είτε είναι πολύ λίγα. Πολύ λίγες φορές ευχαριστήθηκα το ποδόσφαιρο ενώ ήταν άπειρες οι στιγμές που κινδύνευσε σοβαρά η σωματική μου ακεραιότητα από φαινόμενα βίας. Γιατί μπορεί να μην τα βλέπεις στην τηλεόραση, αλλά στα τοπικά γίνονται όργια. Αν όμως γύριζα τον χρόνο πίσω, πάλι θα παρακαλούσα να με αφήσουν να παίξω σε ομάδα. Γιατί το ποδόσφαιρο που έχει ένας πιτσιρίκος στο μυαλό του, είναι πολύ διαφορετικό (δυστυχώς) από το πραγματικό.
Για φαντάσου να έχεις τάξει στον 10χρονο γιο ή ανηψιό σου, 20 μέρες πριν, ότι θα τον πας να δει την αγαπημένη του ομάδα στον τελικό κυπέλλου. Καταλαβαίνεις ότι ο πιτσιρίκος με την ανακοίνωση της υπόσχεσής σου έχει φτιάξει στο μυαλό του όλο το σκηνικό του αγώνα.
Οι δυο σας χέρι χέρι έξω από το γήπεδο, τουλάχιστον μία ώρα νωρίτερα για να πάρει μυρωδιά και γεύση από το “βρώμικο” του γηπέδου, φυσικά χωρίς να το ξέρει η μάνα του που σίγουρα δεν θα το ενέκρινε. Κόσμος γύρω με τα χρώματα της ομάδας του να φωνάζει συνθήματα και αναμονή στην ουρά για τον έλεγχο της αστυνομίας μέχρι να μπείτε μέσα στο γήπεδο. Στην είσοδο εκείνος χαζεύει το αχανές πράσινο του αγωνιστικού χώρου και εσύ κοιτάς γύρω σου για να υπολογίσεις πόσος κόσμος βρίσκεται εκείνη τη στιγμή στην εξέδρα. Όλοι το κάνουμε.
Ο αγώνας αρχίζει, ο μικρός γουστάρει πολύ και κοπανιέται για τις χαμένες ευκαιρίες. Πανηγυρίζει αν σκοράρει η ομάδα σας, στενοχωριέται αν δεχτεί γκολ, αλλά απολαμβάνει κάθε στιγμή. Χέστηκε για τις φωτογραφίες που προσπαθείς να τραβήξεις. Ζει τη στιγμή. Το παιχνίδι τελειώνει, κάθεστε για λίγο στο καρεκλάκι μέχρι να φύγει ο πολύς κόσμος και μετά αποχωρείτε, χέρι χέρι πάλι. Στο δρόμο συζητάτε για τη φάση που αν είχε κάνει πάσα ο σέντερ φορ αντί να σουτάρει τα πράγματα θα ήταν διαφορετικά. Φτάνετε σπίτι αφού έχετε συμφωνήσει να μην πείτε τίποτα για το βρώμικο, ο μικρός κολλάει το εισιτήριο στον τοίχο σαν φυλαχτό και κοιμάται έχοντας ζήσει μια πολύ έντονη εμπειρία που θα θυμάται για πάντα.
Αυτά στο μυαλό του 10χρονου φυσικά, γιατί η πραγματικότητα θα ήταν μάλλον διαφορετική.
Πηγαίνοντας προς το γήπεδο θα πρόσεχες να μη φανεί το χρώμα της φανέλας του γιατί μπορεί μέσα στο μετρό ή τον προαστιακό να βρίσκεται και ένα ούγκανο της άλλης ομάδας και να γινόταν φασαρία. Κατεβαίνοντας και πλησιάζοντας προς την θύρα θα τον τραβούσες στο μέρος σου γιατί η αστυνομία θα είχε κάνει ήδη χρήση χημικών για να καταστείλει τα δίποδα που προσπαθούν να επιτεθούν στα δίποδα της άλλης ομάδας. Και όταν τελικά θα κατάφερνες να φτάσεις στην θύρα που γράφει το εισιτήριό σου, η θέση σου και η θέση του θα ήταν ήδη κατειλημμένες. Θα το συζητούσες με τον τύπο που επέλεξε να κάτσει στη δική σου και εκείνος θα σου έλεγε με απόλυτη φυσικότητα “έλα ρε φίλε κανένας δεν κάθεται στη δική του θέση, κάτσε αλλού να τελειώνουμε“.
Στην έναρξη του αγώνα τα μπινελίκια και τα καπνογόνα θα έπεφταν βροχή και ο μικρός θα φοβόταν από τους συνεχόμενους κρότους. Κατα τη διάρκεια του παιχνιδιού θα έβριζε τον διαιτητή παίρνοντας θάρρος και από τους γύρω του. Μετά το τέλος, είτε νικητής είτε νικημένος θα γύριζε σπίτι και θα σε παρακαλούσε να τον ξαναπάς στο γήπεδο. Θα του έλεγες ναι, αλλά μάλλον δεν θα το έκανες.
Στην Ελλάδα όμως, ούτε αυτή η πραγματικότητα είναι υπαρκτή. Εδώ γίνεται πόλεμος ανακοινώσεων μέχρι την οριστική αναβολή (ή μήπως ματαίωση) του τελικού και καλείσαι να εξηγήσεις στον πιτσιρίκο γιατί δεν θα γίνει ο τελικός που του είχες τάξει.
Και πώς να του πεις ότι στην Ελλάδα οι επιχειρηματίες που εμπλέκονται με το ποδόσφαιρο δεν το κάνουν για το οικονομικό όφελος, αλλά για την ασυλία που προσφέρουν οι οπαδικοί στρατοί; Πώς να του πεις ότι η διαφθορά είναι τόσο μεγάλη που δεν πρέπει να πολυπιστεύει όσα βλέπει να διαδραματίζονται στους αγωνιστικούς χώρους; Με ποιον τρόπο μπορείς να εξηγήσεις σε ένα μικρό παιδί ότι αυτοί που βλέπει να σκοτώνονται μεταξύ τους κάθε τόσο, το κάνουν επειδή θεωρούν εχθρό κάποιον που φοράει άλλο χρώμα φανέλας από το δικό του; Πώς μπορεί να κατανοήσει τις αποφάσεις του υπουργού που αρχικά ματαίωσε το κύπελλο (αλλά άφησε το πρωτάθλημα να εξελιχθεί) μετά πήρε πίσω την απόφαση του και ολοκλήρωσε τον βιασμό της κοινής λογικής αναβάλλοντας (δεν βάζω και το χέρι μου στη φωτιά) έναν τελικό 300 ατόμων;
Δεν μπορείς να του τα εξηγήσεις όλα αυτά. Άστον να παίζει μπάλα και μεγαλώνοντας θα καταλάβει. Στο δικό του ποδόσφαιρο δεν χωρούν όλα αυτά. Στο δικό του ποδόσφαιρο, κάθε ώρα είναι ώρα για γκολ.