Μισό λεπτάκι, να σου περιγράψω πρώτα το επάγγελμά μου. Είμαι αρθρογράφος. Πληρώνομαι δηλαδή για να γράφω άρθρα. Ακούγεται ωραίο, αλλά δώσε μου λίγο ακόμα χρόνο.

Όπως πολλοί ακόμα συνάδελφοι εκεί έξω, κάθε πρωί έχω μπροστά μου μια νοητή λευκή κόλλα χαρτί και προσπαθώ να τη γεμίσω δημιουργικά, “πατώντας” πάνω σε μια σκέψη, σε μια ιδέα. Κάποιες φορές μου βγαίνει, κάποιες άλλες όχι. Έχει να κάνει με το timing, με τη διάθεσή μου, με την πρωτοτυπία ή μη της σκέψης μου και κυρίως με τις ίδιες μου τις ικανότητες. Αυτές είναι οι μεταβλητές στην υπόθεση και αφορούν κάθε αρθρογράφο εκεί έξω. 

Υπάρχει, όμως, και μία σταθερά: Ούτε μία στο εκατομμύριο δεν ξεκινάω ένα κείμενο έχοντας στο μυαλό τη σκέψη “ας γράψω σήμερα μια μαλακία“. Είναι σαν να σκέφτεται ο ταχυδρόμος “ας πετάξω τα δέματα στον κάδο“, γνωρίζοντας πως αυτή του η κίνηση θα τον στείλει στην ουρά του ΟΑΕΔ. Το ίδιο πράγμα συμβαίνει και με την υπογραφή ενός αρθρογράφου. Από τη στιγμή που τη βάζεις, φροντίζεις να την τιμάς. Αυτή είναι, άλλωστε, που σου δίνει ψωμάκι.

Haters, αυτή η μάστιγα

Αφού ξεκαθαρίσαμε το πλαίσιο μέσα στο οποίο κινείται η δουλειά ενός αρθρογράφου, ήρθε η ώρα να εστιάσουμε και στον μεγαλύτερο εχθρό του: τους haters. Όλους εκείνους, δηλαδή, που αφότου διαβάσουν(;) ένα άρθρο, σπεύδουν στα σχόλια για να κράξουν, για να βγάλουν χολή. Επαναλαμβάνω: Για να κράξουν και να σε κάνουν να νιώσεις σκουπίδι. Όχι για να εκφράσουν διαφωνίες ή αντιρρήσεις επί του κειμένου σου. To τροπάριο αυτό θα μπορούσες να το συναντήσεις και σε οποιαδήποτε άλλη πηγή περιεχομένου, όπως για παράδειγμα η τηλεόραση, μονάχα που η τελευταία -όντας παθητικό μέσο- δεν προσφέρεται ως πεδίον δόξης λαμπρό για τους επιθετικούς σχολιαστές.

“Αγνόησέ τους ρε ευαισθητούλη”, μπορεί να σκέφτεσαι. Θα μπορούσα να σου δώσω ένα δίκιο, σε περίπτωση που απευθυνόσουν σε ανθρωποειδές και όχι σε άνθρωπο. Ας είμαστε ειλικρινείς. Δεν γίνεται να μην επηρεαστείς αν δεις κάτω από το κείμενό σου μια ατάκα του στυλ “είσαι ένας αρθρογράφος του κώλου”. Και δεν γίνεται να μην επηρεαστείς όχι επειδή σου τα χώνει, αλλά επειδή δεν γνωρίζεις τον λόγο για τον οποίο σου τα χώνει. Αυτό είναι που σε τρελαίνει, όχι το μπινελίκι αυτό καθ’αυτό. Αν δε τα σχόλια από haters είναι πολλαπλά κι επαναλαμβανόμενα, μπορεί και να νεκρώσεις, να κλονιστεί η πίστη στις ικανότητές σου. 


Δεν δαιμονοποιώ την κριτική, αυτό είναι δεδομένο. Αναφέρομαι μονάχα στην αστήρικτη κριτική ενός ανθρώπου που ενώ έχει μπει στη διαδικασία να σπαταλήσει μέρος από τον πολύτιμό του χρόνο για να διαβάσει ένα κείμενο, δεν διστάζει να κάνει κάτι που η πλειοψηφία αποφεύγει, δηλαδή να σχολιάσει. Κι ενώ του δίνεται η δυνατότητα να εκθέσει τα επιχειρήματά του, εκείνος εμμονικά βρίζει, ειρωνεύεται, απαξιώνει.

Ο πυρήνας της λογικής του έχει μηδενιστικά χαρακτηριστικά και το κάνει καθ’ έξιν. Σας προκαλώ: την επόμενη φορά που θα δείτε κάποιον με αυτά τα γνωρίσματα, να μπείτε στο προφίλ του ως σχολιαστή. Στην πλειοψηφία των περιπτώσεων θα επιβεβαιώσετε και με τα ίδια σας τα μάτια πως 8 στις 10 φορές που σχολιάζει, το κάνει με σκοπό να βγάλει χολή, να εκνευρίσει ή και να προκαλέσει ψυχικό πόνο στον αρθρογράφο. Δεν τον ενδιαφέρει να συμβάλει στη διόρθωση των κακώς κειμένων ή τη διόρθωση του αρθρογράφου. Δεν τον ενδιαφέρει -κι αυτό είναι το οξύμωρο- να γίνει μέτοχος στην προσπάθεια παραγωγής ποιοτικότερου περιεχομένου που στην τελική θα επιστρέψει πίσω στον ίδιο. 

Κριτική να την πιεις στο ποτήρι

Πρέπει να είσαι φαντασμένος (και φανατικός) οπαδός της προσωπικής σου αυθεντίας για να περιμένεις καθολική αναγνώριση και αποδοχή. Ούτε είναι υγιές να χτίζεις το όνομά σου πατώντας πάνω σε αναγνώστες-κόλακες που θα αποθέωσουν ακόμη και την υπέρτατή σου παπάτζα. Αναγνώστες με κρίση θέλουμε και πάνω τους ποντάρουμε στην αυτοβελτίωσή μας ως επαγγελματίες.

Για παράδειγμα, στην προσπάθεια που κάνουμε εδώ και 9 περίπου μήνες στο Provocateur, είναι πάμπολλες οι φορές που μας την έχουν πέσει haters. Ακόμα πιο συχνές, όμως, είναι οι παρεμβάσεις αναγνωστών που κράζοντας μεν, ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΟΛΟΓΩΝΤΑΣ δε, μας κάνουν καλύτερους. Μας έχουν υποδείξει λάθη τα οποία έχουμε διορθώσει, έχουν εστιάσει σε ελλείψεις τις οποίες λάβαμε υπόψη και τελικά εμπλουτίσαμε τα κείμενά μας. Η πιο σημαντική τους συμβολή; Την επόμενη φορά που κάτσαμε να δημιουργήσουμε περιεχόμενο, το “ματώσαμε” διπλά και τριπλά πριν τους το προσφέρουμε. 

Μπορεί η εποχή και οι ρυθμοί της να δικαιολογούν μια σκέψη του τύπου “σιγά μην κάτσω να επιχειρηματολογήσω πάνω στους λόγους για τους οποίους δεν κάνεις καλά τη δουλειά σου. Έχω πιο σοβαρά πράγματα να κάνω“. Ας μη διαμαρτυρόμαστε, όμως, που την εποχή αυτή και τις αξίες της σιχτιρίζουμε ανελιππώς. Σκέψου. Τι είδους εποχή και για πόσο πιο διαφορετική κοινωνία θα μιλούσαμε τώρα αν η εποικοδομητική κριτική δεν ήταν η εξαίρεση αλλά ο κανόνας στις σχέσεις μας; Από ένα απλό σχόλιο που αφήνουμε κάτω από ένα κείμενο, ως τη γενικότερή μας συμπεριφορά ως κοινωνικοπολιτικοί δρώντες. 

Γι’ αυτό σου λέω: Να ήξερες μόνο πόσο καλύτεροι γινόμαστε άπαντες όταν οι ενστάσεις σου δεν αποτελούνται από ένα ξερό “τι μαλακία ήταν αυτή που έγραψες ρε μεγάλε;”

ΥΓ: Πάμε να ξεχαρμανιάσουμε τώρα και να δούμε ποιος μπορεί να αφήσει το καλύτερο hater σχόλιο από κάτω; wink