Πρώτη μέρα στη σχολή δημοσιογραφίας, σε μάθημα πολύ γνωστού τηλεοπτικού δημοσιογράφου, μου έλαχε να είμαι αυτός που έπρεπε να απαντήσει στην ερώτηση “γιατί θέλεις να γίνεις δημοσιογράφος”. Αυτό που τελικά είπα, ήταν το πρώτο πράγμα που σκεφτόμουν από μικρός ότι θέλω να κάνω. Να λέω τη γνώμη μου. Και πίστευα ότι μέσω της δημοσιογραφίας θα ακούγεται η γνώμη μου σε πολύ περισσότερους ανθρώπους από όσους αν έκανα οποιαδήποτε άλλη δουλειά. Ο “καθηγητής” φρόντισε να με προσγειώσει, αλλά φυσικά δεν τα κατάφερε, γιατί είχα πάρει την απόφασή μου.
Για να μπορείς να λες τη γνώμη σου και αυτή να γίνεται αντιληπτή, απαιτούνται δύο πράγματα. Αρχικά να έχεις την ικανότητα να σχηματίσεις άποψη και ύστερα να καταφέρνεις να τη διατυπώσεις για να την κάνεις αρκετά εύληπτη ώστε να την κατανοήσουν εκείνοι που την ακούν. Μετά η αντιπαράθεση είναι μονόδρομος, καθώς το ζητούμενο πρέπει να είναι η ανταλλαγή απόψεων και η επιχειρηματολόγηση.
Η Ελληνική γλώσσα, κατά κοινή ομολογία, είναι μία από εκείνες που δίνουν στον ομιλητή πληθώρα εργαλείων που βοηθούν στο χειρισμό της. Δεν υποστηρίζω πως η δική μας γλώσσα είναι ανώτερη από τις υπόλοιπες, αλλά είναι μία από τις αρχαιότερες και όπως είχα ακούσει τον κ. Μπαμπινιώτη να λέει σε μία από τις ομιλίες του, “σχεδόν κάθε λέξη της απαντά στο ερώτημα: τι εστί“.
Έτσι κατανοούμε ότι το ζήτημα είναι ο χειρισμός της. Γιατί η γλώσσα είναι ζωντανός οργανισμός και οργασμός όπως λέει ο Χρόνης Μίσσιος. Και η υποταγή της γλώσσας είναι το ισχυρότερο μέσο αδρανοποίησης ενός λαού και της σκέψης του.
Έστω και μία φράση, έστω και μία λέξη μπορεί να αλλάξει τον κόσμο. Η πιο γνωστή μάχη της ανθρωπότητας, αυτή των Θερμοπυλών, συνέβη γιατί ο Λεωνίδας ξεστόμισε μόλις δύο λέξεις. Μολών Λαβέ.
Για φανταστείτε πόσο διαφορετική θα ήταν η παγκόσμια ιστορία αν χρησιμοποιούσε έναν μακροσκελή λόγο μπροστά στον Ξέρξη προσπαθώντας να τον πείσει. Δεν ξέρω αν θα συνέβαινε κάτι καλύτερο ή χειρότερο, αλλά σίγουρα θα συνέβανε κάτι διαφορετικό.
Σκεφτείτε τις σχέσεις σας με τα μικρά παιδιά. Στην παιδική ηλικία έρχονται τα ισχυρότερα ερεθίσματα για την μετέπειτα γνώση και χρησιμοποίηση της γλώσσας. Και οι λέξεις, δημιουργούν και δημιουργούνται ταυτόχρονα από συναισθήματα. Ο Σαουδάραβας Mohammed Qahtani, νικητής του παγκόσμιου πρωταθλήματος Δημόσιας Διάλεξης 2015 (δε μπορώ να μεταφράσω καλύτερα το Public Speaking) περιγράφει με μοναδικό τρόπο πόσο σημαντικές είναι οι λέξεις στη διαχείριση ενός ατίθασου παιδιού.
Η λογοτεχνία, η τέχνη του λόγου δηλαδή, είναι ένας από τους τρόπους για να μάθει κάποιος τη γλώσσα και τη δύναμη των λέξεων. Γιατί οι λέξεις είναι ένα παζλ με κομμάτια που συνεχώς αλλάζουν σχήμα. Μόλις καταφέρεις να τα βάλεις στη σειρά, μπορείς να τα χρησιμοποιείς σωστά για να μπορέσεις να πείσεις κάποιον για τα επιχειρήματά σου. Και είναι μεγάλη αλήθεια πως στη χώρα μας τουλάχιστον, η λογοτεχνία δεν παίρνει τη βαρύτητα που της αρμόζει, ειδικά αν αναλογιστούμε το μέγεθος των λογοτεχνών που έχει “παράξει” αυτός ο τόπος.
Διάβαζα πριν λίγες μέρες πως στο Ιράν, που όλοι θεωρούμε υπερβολικά συντηρητικό και οπισθοδρομικό, ένας δικαστής επέβαλλε “ιδιαίτερες” ποινές σε καταδικασμένους με λευκό, μέχρι εκείνη τη στιγμή, ποινικό μητρώο. Τους υποχρέωνε να αγοράσουν και να διαβάσουν 5 βιβλία της επιλογής τους και στη συνέχεια να γράψουν μία περίληψη για το καθένα. Στη συνέχεια έπρεπε να το δωρίσουν σε κάποια φυλακή της χώρας. Αυτά στο απολίτιστο Ιράν, όπου με τέτοιους τρόπους προσπαθούν να καταπολεμήσουν την επέλαση του ISIS που στρατολογεί κόσμο κυρίως χαμηλού μορφωτικού επιπέδου. Την ίδια στιγμή που σε μια Ευρωπαϊκή χώρα όπως η δική μας, οι κρατούμενοι παλεύουν με τη γραφειοκρατία για να μπορέσουν να σπουδάσουν.
Επιμύθιο δεν υπάρχει. Ας διαβάσουμε. Ας διαβάζουμε συνέχεια. Έτσι θα μάθουμε τη γλώσσα μας ή και άλλες γλώσσες για να μπορούμε να τις πλάθουμε και να ομορφαίνουμε τις ζωές μας, γεμίζοντάς τες με συναισθήματα. Και βασικό. Να μην παραδινόμαστε. Ο Αλ Πατσίνο τα λέει καλύτερα από μένα.