Σαν σήμερα, μια παγωμένη ημέρα του 1788, (η αλήθεια είναι πως δεν ξέρω τι καιρό έκανε τότε, αλλά πάντα το ψύχος δίνει μια δραματική χροιά) η Νέα Υόρκη καθιερώνεται ως η πρώτη πρωτεύουσα των ΗΠΑ.
Αν έλεγες σε κάποιον νεοϋορκέζο της εποχής εκείνης πως 226 χρόνια μετά η πόλη του όχι μονό δεν θα είναι πρωτεύουσα της χώρας (της πήρε τα σκήπτρα η Ουάσινγκτον), αλλά ούτε καν αυτής της ίδιας της πολιτείας στην οποία ανήκει (το Όλμπανι είναι αυτό που φιγουράρει ως η πρωτεύουσα της πολιτείας της Νέας Υόρκης), θα σε θεωρούσε τρελό.
Πιθανότατα, θα σκεφτόταν ο άμοιρος πως, κανένας λοιμός θα χτύπαγε την πόλη του και για το λόγο αυτό θα έπεφτε σε πλήρη παρακμή για να μην είναι ικανή να κρατήσει τίτλους και πρωτιές…
Αμ δε Ολλανδέ ή Άγγλε κάτοικε της Νέας Υόρκης της εποχής εκείνης… Η πόλη σου σε δύο και κάτι αιώνες από σήμερα θα γαμ@ει και θα δέρνει!
Με 8,3 εκατομμύρια κατοίκους που κυνηγούν μανιωδώς την προσωπική τους ευτυχία κι επιτυχία, η Νέα Υόρκη αποτελεί σήμερα μια μητρόπολη, μια γιγάπολη, μία τεράπολη (το ξεφτίλισα ε;) σε κάθε, μα κάθε τομέα: στην οικονομία, την πολιτική και τη διπλωματία, τις τέχνες, τη μόδα, τα μίντια, την τεχνολογία και την έρευνα, τη διασκέδαση…
Πρόλαβα, που λέτε, να πάρω μια τζούρα του μεγαλείου της πριν από 4 χρόνια. Και για 4 μόλις ημέρες. Κι αυτό γιατί ταξίδεψα με τον αδερφό μου στον Καναδά και επιλέξαμε τη μητέρα των πόλεων ως ενδιάμεσο σταθμό. Λίγο ανορθολογικό, βέβαια, το να επιλέγεις το συγκεκριμένο προορισμό ως ενδιάμεσο και όχι ως τελικό. Το καταλαβαίνω και θα επανορθώσω, ελπίζω, στο άμεσο μέλλον.
Ωστόσο, η επίσκεψή μου αυτή είναι μια εμπειρία που με πονάει… Όχι ότι δεν πέρασα καλά. Το αντίθετο…
Σε 6.500 περίπου λεπτά, πρόλαβα να δω το Άγαλμα της Ελευθερίας και το Ellis Island, να χαζέψω το Μανχάταν από τα ιλλιγιώδη παρατηρητήρια του Empire State Building και του Rockefeller Center, να τσιμπήσω αμέτρητα υπαίθρια hot dog, να συγκινηθώ με τα εκθέματα της ελληνιστικής περιόδου στο Metropolitan Museum. Nα κάνω τζόγκινγκ στο Central Park (20 μέτρα, μη νομίζεις. Έτσι, για το φίλινγκ), να ζαλιστώ από τα νέον και τη βαβούρα της Times Square και του Broadway, να αισθανθώ αποπνικτικά μέσα στο Mετρό, να μυρίσω τη διπλωματίλα έξω από τα κεντρικά του ΟΗΕ. Nα ζητωκραυγάσω σε αγώνα στο Madison Square Garden, να χαμογελάσω ειρωνικά περπατώντας την Wall Street, να μείνω με ανοιχτό το στόμα στο Σημείο Μηδέν, να μιλήσω με πατριωτάκια στην Αστόρια. Nα περπατήσω κατά μήκος τη Γέφυρα του Μπρούκλιν (μισαωράκι ολόκληρο, παρακαλώ), να ακούσω παραδοσιακά κινέζικα στην China Town, να ψωνίσω στην 5η Λεωφόρο, να πάω κατά λάθος στο Staten Island, να φάω πίτσα στην συνοικία Little Italy. Αυτά πρόλαβα να κάνω. Με ελάχιστο ύπνο και ανελέητο περπάτημα. Κι όμως, επαναλαμβάνω: Πονάω κάθε που σκέφτομαι την επίσκεψή μου στη Νέα Υόρκη. Ο λόγος;
Μια φωτογραφική μηχανή, με ανάλυση λίγο καλύτερη από αυτό που βλέπει ένα ζευγάρι μάτια 93χρονου με μυωπικό αστιγματισμό και καταρράκτη. Και πυκνά φρύδια που πέφτουν μπροστά από τις κόρες τους.
Κι επειδή ενδεχομένως κάποιοι να με θεωρήσουν υπερβολικό…
Αυτή είναι μια πανοραμική λήψη του Central Park από το Rockefeller Center. Από μια φωτογραφική που σέβεται τον εαυτό της…
Κι αυτή, από μια φωτογραφική που δεν σέβεται ούτε τον εαυτό της, ούτε τον κάτοχό της. Από τη δική μου φωτογραφική, δηλαδή…
Όπως γίνεται εύκολα αντιληπτό, ο φάκελος με τις φωτογραφίες που έχει όνομα “Νέα Υόρκη 2010″, παραμένει σχεδόν ερμητικά κλειστός στον σκληρό μου δίσκο. Ούτε ο αντίστοιχος φάκελος της Κύπρου, τέτοια απαξίωση…
Ο Θεός να μας έχει καλά και το δρόμο προς την εκκεντρική και υπερβολική σε όλα της Νέα Υόρκη θα τον βρούμε ξανά.
Με την ίδια πάντοτε διάθεση. Με άλλη, όμως, φωτογραφική στα χέρια.