Όταν ο Βαγγέλης Γερμανός κυκλοφόρησε τα ιστορικά «Μπαράκια» ο Ιπποπόταμος ήταν ήδη τριών ετών. Είχε ανοίξει από το 1978 με τη φιλοδοξία να λειτουργήσει ως γαλλικό μπιστρουδάκι, δεν τράβηξε το σχέδιο, άλλαξε χέρια το 1980, μπήκε σε φουλ ρυθμό νυχτερινό, μάζεψε κόσμο καλό από Κολωνάκι και Εξάρχεια και Νεάπολη (τυπικά άλλωστε στην Νεάπολη ανήκει) κι έγραψε μια ιστορία ούτε πικρή ούτε μικρή. Ο Ιπποπόταμος ήταν από εκείνα τα μέρη που ο Γερμανός τα είχε υμνήσει στο τραγούδι του «Μουρμουρίσματα» με ένα έξοχο τετράστιχο: 

«Πως γουστάρω στα μπαράκια
Να πηγαίνω τα βραδάκια
Τους φίλους να βρω και κάτι να πιώ
Δεν μπορώ καφενεία, ταβέρνες…»

Και πάει λέγοντας, αγαπητοί αναγνώστες και αγαπητές αναγνώστριες. Εκεί στη Δελφών πέρασε καλά κόσμος και κοσμάκης και ήπιαν ουκ ολίγοι Αθηναίοι και ουκ ολίγες Αθηναίες τις πρώτες τους σανγκρίες. Δεν ξέρω την έφερε τη συνήθεια ο Ιπποπόταμος στο κλεινόν άστυ, αλλά σίγουρα ήταν από τα πρώτα μαγαζιά που σέρβιρε την κανάτα με το κρασί, το μπράντι, τη ζάχαρη και τα μηλοπορτόκαλα. Εκατό δραχμούλες παρακαλώ στην αρχή της δεκαετίας του ογδόντα, πάρε κόσμε, με τρία ποτήρια ερχόσουν και τραγούδαγες ως το πρωί. 

 

Έκτοτε πέρασαν τριαντατόσα χρόνια και ήρθε η ώρα για τη νέα γενιά. Για τρεις φίλους που ανέλαβαν να ταξιδέψουν τον Ιπποπόταμο στο μέλλον. Τον Γιάννη Παναγιωτάκη, τον Αλκη Στεφάνου και τον Γιώργο Ζερβό, παλαιούς γνώριμους από την συχνότητα του θρυλικού ΗΧΩ FM, με κατοπινή πορεία πάλι στο ραδιόφωνο, στην δισκογραφία και στην τηλεόραση. Πώς τους ήρθε;

Ο Γιάννης Παναγιωτάκης εξηγείται: «Ψαχνόμασταν για να κάνουμε κάτι στη νύχτα, βρήκαμε αυτό το ιστορικό μπαρ, μας άρεσε, το φρεσκάραμε και πάμε! Χωρίς μεγάλες αλλαγές και μεγαλεπήβολα σχέδια. Να φανταστείς έμεινε και η Μιράντα, η μπαργούμαν του μαγαζιού εδώ και 27 χρόνια»

Το μεγάλο ατού του φρεσκαρισμένου Ιπποπόταμου; Μα η μουσική του! Ως έμπειροι παραγωγοί ραδιοφώνου κι ο Γιάννης κι ο Αλκής κι ο Γιώργος, χαρίζουν στην αθηναϊκή νύχτα μερικές από τις καλύτερες νότες της. Ανάλογα με τη μέρα και με το ποιός από τους τρεις κάθεται στα decks θα υπάρχουν και παραλλαγές (ο Στεφάνου το πάει σαφώς πιο κοντά στα «μαύρα»), αλλά η βασική αρχή είναι μία: Μουσική για όσους καταλαβαίνουν κάτι παραπάνω, κόντρα στην ισοπέδωση του mainstream. Και το Πουσουκού, ροκ πάρτι! Κάτι που το χρειαζόμαστε όλο και περισσότερο, ιδίως μετά από την απώλεια του Mo Better…