Πώς να μιλήσεις για μια παράσταση που -θεωρητικά- έχει όλα τα απαραίτητα υλικά για να γίνει θεατρικό γεγονός της πόλης, αλλά, δυστυχώς, κάπου χάνει το δρόμο της; Ο Βασίλης Μπισμπίκης είναι ένας άνθρωπος με όραμα. Έχει φτιάξει από το μηδέν την καλύτερη παράσταση της δεκαετίας (όσο υπερβολικό κι αν ακούγεται αυτό). Στο “Άνθρωποι και ποντίκια” βάλαμε το GPS για να βρούμε το CARTEL Τεχνοχώρος, χαθήκαμε κάπου στου Ρέντη ανάμεσα στον καταυλισμό των Ρομά, μείναμε άφωνοι όταν μας άλλαξαν αίθουσα στη διάρκεια της παράστασης, είδαμε μια σκηνοθεσία που την λες πρωτοποριακή, μοντέρνα, ρηξικέλευθη και δεν υπερβάλεις. Οι ηθοποιοί ήταν καλοκουρδισμένοι, είχαν λιώσει στις πρόβες και φαινόταν, ο Μπισμπίκης ήταν εκστατικός πάνω στη σκηνή. Δεν θα ξεχάσω ποτέ εκείνα τα πρώτα δέκα λεπτά αυτής της παράστασης, που ένιωθες ότι αυτό που βλέπεις είναι συγκλονιστικό. Είχε άπειρους αυτοσχεδιασμούς κι εκείνη η παράσταση. Δεν ήταν δυσερμήνευτη (όπως το τελευταίο του εγχείρημα). Και πέρασε στους θεατές όλο το νόημα της παράστασης.
Φυσικά έβριζαν, σκότωναν, βίαζαν. Αυτά τα στοιχεία υπάρχουν πάντα στα έργα που επιλέγει ο Βασίλης Μπισμπίκης για να επικοινωνήσει με εκείνους που θέλουν να κάνουν μια βουτιά στο σκηνοθετικό του σύμπαν. Κάνει από επιλογή νατουραλιστικό θέατρο. Όπως και η άλλη σπουδαία παράσταση που ουσιαστικά εισήγαγε αυτή την αισθητική του Γιάννη Οικονομίδη στις αθηναϊκές σκηνές. Μιλάμε για το αριστούργημα “Στέλλα κοιμήσου”.
Εμπιστευόμουν το brand “Βασίλης Μπισμπίκης”, όπως κάνω και για τις παραστάσεις που γράφει ο Γιώργης Τσουρής, που σκηνοθετεί ο Δημήτρης Καραντζάς και ο Γιώργος Κουτλής. Πήγα και στον “Πατέρα”, στα “Κόκκινα Φανάρια” και τώρα στο “Έγκλημα και Τιμωρία: Αθήνα”. Δεν ήταν όλες αριστουργήματα. Βέβαια, κανείς σκηνοθέτης (και συγγραφέας) δεν έχει κάνει κάποια συμφωνία με το κοινό του ότι θα ανεβάζει μόνο παραστασάρες. Φυσικά και χειροκροτώ το δικαίωμα στην αποτυχία, πιστεύω ότι είναι το λίπασμα του καλλιτεχνικού έργου. Οι καλλιτέχνες πρέπει να πειραματίζονται. Μέχρι να ξεκλειδώσουν τον κώδικα του κάθε έργου που ανεβάζουν.
Προχωράμε, στο “Έγκλημα και Τιμωρία: Αθήνα” βλέπεις (μια μερίδα από) το κοινό να φεύγει στο διάλειμμα, να γελάει κατά τη διάρκεια της παράστασης σε στιγμές δραματικής έντασης και να δυσανασχετεί με τις βρισιές κατά ριπάς. Ειρωνικά, το είδα την ίδια ημέρα που ήταν στην πλατεία και ο καλός φίλος του Μπισμπίκη, ο Γιάννης Οικονομίδης. Μια δυσφορία θα τη νιώσεις. Και θα εξηγήσω, τους δικούς μου προσωπικούς λόγους που με οδήγησαν να μην απολαύσω αυτή την παράσταση. Δεν έχω καμία αμφιβολία ότι δεν κατέχω τη μια, οικουμενική κι αλάθητη αλήθεια.
Η Άννα Μάσχα είναι μια ηθοποιός κεφάλαιο του ελληνικού θεάτρου. Το εύθραυστο παρουσιαστικό της είναι ιδανικό για κάθε ρόλο, τελευταία της δίνουν ρόλους μάνας, συνήθως υστερικής. Όπως κι εδώ. Μόνο που πηγαίνει από το 0 στο 100 σε κλάσματα δευτερολέπτου, κι αυτό δεν είναι ρεαλισμός, είναι παραλογισμός. Ο βασικός πρωταγωνιστής της μπισμπίκιας μεταγραφής είναι ο Θοδωρής Σκυφτούλης, ντυμένος με ένα δερμάτινο παλτό που μάλλον έχει τη δική του σημειολογία (εμάς μας θύμισε τον Τζίμη Πανούση στην καλτ ταινία Ο Δράκουλας των Εξαρχείων), ένας ηθοποιός που μαζί με τον Πάνο Βλάχο στην παράσταση “Ο τυχαίος θάνατος ενός αναρχικού” γέμιζαν ένα μεγάλο θέατρο για μήνες. Είναι ένας εξαιρετικά ταλαντούχος ηθοποιός που εδώ κάπως κάτι πήγε λάθος με το ρόλο του. Φαίνεται επιφανειακός, δεν έχει καταλάβει η πλατεία γιατί αυτός ο φοιτητής εγκληματολογίας πήρε το νόμο στα χέρια του. Δεν έχουμε καταλάβει τον ψυχισμό του. Και υπεύθυνος γι’ αυτό είναι ο σκηνοθέτης της παράστασης. Που, στο ρόλο του επιθεωρητή ήταν κι αγνώριστος και πολύ καλός.
Διάβαζα στο δελτίο τύπου πριν πάω στη Στέγη ότι η Ομάδα Cartel επιχειρεί να διερευνήσει ηθικά, κοινωνιολογικά και φιλοσοφικά ερωτήματα. Τίνι τρόπω; Εκτός αν το γεγονός ότι ο Ζαχαρίας Μαρμελάντοφ (στο ρόλο ο Τσέζαρις Γκραουζίνις είναι πραγματικά πειστικότατος) σηκώνεται από το φέρετρο του μετά την κηδεία του και χορεύει παραδοσιακούς ρωσικούς χορούς δίνει μια κάποια απάντηση σε υπαρξιακές αναζητήσεις. Στο σημείο αυτό, ο άγνωστος διπλανός μου στην πλατεία, άρχισε να γελά υστερικά. Η Μπέττυ Βακαλίδου στο ρόλο της τοκογλύφου, θύμισε το ρόλο της από τα Κόκκινα Φανάρια. Χωρίς τα χορευτικά και τα κοστούμια.
Στο σημείο του φόνου της τοκογλύφου άρχισα να χάνω τη μπάλα ως θεατής. Γιατί με μπέρδευε η σκηνοθεσία. Δηλαδή σε κάποιο σημείο η χήρα του Μαρμελάντοφ, η Νίκη Σερέτη αρχίζει να απαγγέλει Θείο Βάνια. Ήταν κάποιο ειρωνικό κλείσιμο ματιού; Η παρουσία της κάμερας επί σκηνής μου φάνηκε κάπως παράταιρη, ως στοιχείο εντυπωσιασμού. Κι αυτό είναι σκηνοθετική απόφαση. Βαρετή. Και χιλιοπαιγμένη. Οκ, καταλάβαμε ότι η υπόθεση είναι τοποθετημένη στην Ομόνοια, δεν χρειάζεται να βλέπουμε σε βίντεο τον Σκυφτούλη να μονολογεί μπροστά στο σιντριβάνι. Ήρθαμε στο θέατρο να τον δούμε να παίζει. Φάνηκε σαν μια απεικόνιση του λούμπεν, όχι ενδοσκόπηση του. Τα σκηνικά του Κέννυ Μακ Λέλλαν είναι ό,τι καλύτερο είδαμε φέτος σε παράσταση, και μπράβο στη Στέγη που δεν τσιγκουνεύεται.
Ο θίασος της ομάδας Cartel αποτελείται από έμπειρους και καλούς ηθοποιούς. Απλά, η παράσταση δεν καταφέρνει να περάσει από τη σκηνή στους θεατές. Δεν κατάφερα να αισθανθώ τίποτα για κανέναν ήρωα. Και δεν έχει πετρώσει η καρδιά μου, τουναντίον είμαι συναισθηματικός άνθρωπος. Σε αρκετά σημεία, ένιωσα ότι παίζουν υπερβολικά, με φωνές για να δημιουργήσουν ένα shock value. Στο δεύτερο μέρος ξεφούσκωσαν όλα. Και πίστευα ότι τρολάρουν τα πάντα. Ειδικά με τα (περιττά) εμβόλιμα κείμενα που μάλλον ήθελαν να ερμηνεύσουν τα τεκταινόμενα στη σκηνή.
Τι κρατάω από την παράσταση; Την ερμηνεία του Μάνου Καζαμία. Αυτός ο ηθοποιός μεταμορφώνεται με τόση άνεση πάνω στη σκηνή. Τα κοστούμια, τα σκηνικά υπερπαραγωγή, τους φωτισμούς. Αυτά -και μόνο- δημιούργησαν μια ατμόσφαιρα neo noir. Την επιφανειακή προσέγγιση της κακοποίησης των γυναικών. Την ινσταγκραμική παρουσίαση του περιθωρίου.
Θα ξαναπάω σε παράσταση του Μπισμπίκη και της ομάδας του; Εννοείται, πώς ναι. Τι σχέση έχει αυτό το ανέβασμα με τον Ντοστογέφσκι; Επιδερμική. Θα μπορούσε να γίνει αυτή η παράσταση ένα θεατρικό φαινόμενο; Ναι, αν έδενε και δουλευόταν μήνες ακόμα. Αν δεν ήθελε να χωρέσει τόσα πολλά πράγματα, είδη και φροϋδικά κείμενα σε μια μόνο παράσταση. Αν οι δημιουργοί της αρχίζουν πάλι να αμφισβητούν τον εαυτό τους. Στοιχηματίζουμε ότι το επόμενο στοίχημα η ομάδα Cartel θα το κερδίσει πανηγυρικά.
Info: ΕΓΚΛΗΜΑ ΚΑΙ ΤΙΜΩΡΙΑ: Αθήνα Το εμβληματικό μυθιστόρημα του Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι σε ελεύθερη μεταγραφή και σκηνοθεσία Βασίλη Μπισμπίκη. Από 22 Μαρτίου έως 23 Απριλίου 2023 | Κεντρική Σκηνή | Τετάρτη – Κυριακή, 20:30
Διανομή (με αλφαβητική σειρά): Λευτέρης Αγουρίδας (Ανέστης Πανούσης), Μπέττυ Βακαλίδου (Αλίνα Ιωάννου), Τσέζαρις Γκραουζίνις (Ζαχαρίας Μαρμελάντωφ), Γιανμάζ Ερντάλ (Εργάτης), Μάνος Καζαμίας (Πέτρος Λούτζης), Διονύσης Κοκκοτάκης (Κώστας Κρόκος), Edgen Lame (Φτερωτός Ερμής), Άννα Μάσχα (Μάνα), Έρρικα Μπίγιου (Σόνια Μαρμελάντοβα), Βασίλης Μπισμπίκης (Πορφύρης Πετρίδης), Δημήτρης Παπάζογλου (Μαρικόν), Φοίβος Παπακώστας (Γρηγόρης), Νατάσα Παπανδρέου (Ηρώ Ίνι), Νίκη Σερέτη (Κατερίνα Μαρμελάντοβα), Γιώργος Σιδέρης (Ηλίας), Θοδωρής Σκυφτούλης (Μιχάλης Σχίζας), Στέλιος Τυριακίδης (Δημήτρης), Κώστας Φαλελάκης (Αρκάδης Πονηρίδης), Ιώβη Φραγκάτου (Ντίνα Σχίζα), Νικολέτα Χαρατζόγλου (Νατάσσα)
Διαβάστε ακόμη στο Provocateur:
Πέντε νέες παραστασάρες που οριακά προλαβαίνεις να κλείσεις εισιτήριο πριν το sold out