Η εξέγερση του Πολυτεχνείου διδάσκεται σε νέες γενιές, Millennials και Gen Z, με έναν τρόπο σουρεαλιστικό. Σε κρύα θρανία, με πάθος που έχει ατονήσει ανησυχητικά, σαν ένα συμβάν χωρίς συνοχή. Χωρίς πληροφορίες για το πριν και το μετά, η φοιτητική εξέγερση του Πολυτεχνείο είναι αποκομμένη από τη ροή της ιστορίας και του χρόνου του ίδιου, σαν ένα παράθυρο σε ένα παράλληλο σύμπαν. Πρέπει να βρεθείς σε πανεπιστημιακά έδρανα, να είσαι αρκετά τυχερός και υπερβολικά περίεργος, αν δεν είχες την τύχη να μεγαλώσεις σε μια οικογένεια που κάθε 17η Νοεμβρίου ανατρίχιαζε σύγκορμη, για να μάθεις τι ήταν, πώς προέκυψε και τι προκάλεσε η εξέγερση, χωρίς μπουμερίστικες υπερβολές ή/και ματαιώσεις.
Σε μια εποχή που ρεπορτάζ του δρόμου γίνονται με σκοπό να αναδείξουν μια Gen Z ανιστόρητη, που δεν ξέρει τι γιορτάζουμε σε κάθε εθνική επέτειο, που από ένα σημείο και μετά γίνεται αντιληπτή στο συνειδητό μόνο ως «αργία», βρήκαμε έξι εκπροσώπους της Gen Z που όχι μόνο γνωρίζουν τι είναι το Πολυτεχνείο, τι γιορτάζουμε την 17η Νοεμβρίου, αλλά έχει απόλυτη επίγνωση όλων των κενών που μάς χωρίζουν από τη γενιά που έμεινε να γιορτάζεται τότε, τώρα και πάντα.
Τι ξέρει η Gen Z για το Πολυτεχνείο; Έχει μετατραπεί απλώς σε μια αφορμή για posting στα social media; Εργαλειοποείται; Ποιο είναι το νόημά της; Ο Μενέλαος, η Μελίνα, η Νίκη, ο Ιωάννης, η Γεωργία και ο Σωτήρης απαντούν.
“H σκηνή με το τανκ να ρίχνει την καγκελόπορτα του Πολυτεχνείου με στοίχειωνε από μικρό”, Μενέλαος, 22 ετών
«Για να είμαι ειλικρινής, οι γνώσεις μου γύρω από την επέτειο του Πολυτεχνείου αποτελούν ένα κράμα πληροφοριών που έχω πάρει από τη μητέρα μου και από το σχολείο. Θυμάμαι ως διήγηση την εξέγερση του Πολυτεχνείου ως μια λαϊκή αντίθεση στο καθεστώς της Χούντας των Συνταγματαρχών που κυριαρχούσε από το 1967. Η εξέγερση ξεκίνησε στις 14 Νοεμβρίου στο Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο και κατέληξε σε μια τραγωδία στις 17 Νοέμβρη του 1973. Δεν θα μπορούσα να μην τονίσω πως οι σκηνές με το τανκ να ρίχνει την καγκελόπορτα του Πολυτεχνείου με στοίχειωνε από μικρό, και ακόμα το κάνει. Εγώ έχω κρατήσει σιγουρά πως “φωνή λαού, οργή θεού” και πως η χούντα ανέκαθεν υπήρχε στη χώρα, όπως υπάρχει και σήμερα σε μια μορφή, και ότι πάντα η ραχοκοκαλιά της κοινωνίας, οι νέοι δηλαδή, είναι πάντα οι πρώτοι που τη διαλύουν.
Σίγουρα κάποιοι τη βλέπουν ως αφορμή για posting στα social media. Οι ίδιοι που όταν καταγγέλλεται ένας βιασμός βγαίνουν και ανεβάζουν υποστηρικτικά post στο Instagram, αλλά όταν κάθονται στις παρέες τους, λένε “μα όμως ήταν προκλητικά ντυμένη” ή το ακόμα πιο χυδαίο “δεν την χάλασε”.
Δεν έχω πάει ποτέ σε πορεία για το Πολυτεχνείο, αλλά θέλω πολύ να παρευρεθώ κάποια στιγμή».
“Με συγκινεί γιατί ενέχει μια καύλα, έναν ρομαντισμό και μια αθωότητα”, Μελίνα, 21 ετών
«Νομίζω πως αυτά που έχουμε διδαχτεί για το Πολυτεχνείο τείνουν να αλληλοσυγκρούονται. Θυμάμαι ότι ο δάσκαλος μου στο δημοτικό ήταν χρυσαυγίτης και μας προπαγάνδιζε αρνητικά και ήμουν σε μια σύγχυση γιατί εμένα η αδερφή της γιαγιάς μου ήταν μέσα στο πολυτεχνείο. Από μικρή άκουγα ιστορίες και στο σχολείο μου τις ακύρωναν. Μετά, στο Γυμνάσιο και στο Λύκειο διδάχτηκα μια εκδοχή κοντινή σε αυτήν της οικογένειας μου. Προσωπικά, είναι η μόνη επέτειος που με συγκινεί -ούτε η 28η Οκτωβρίου ούτε η 25η Μαρτίου. Μου φαίνεται γελοίο να γιορτάζουμε το “ΟΧΙ” που ήταν η απάντηση ενός δικτάτορα και την αρχή ενός πολέμου, αντί για το τέλος του. Νομίζω πως είμαστε και οι μόνοι στην Ευρώπη που γιορτάζουν την αρχή του πολέμου. Σε αντίθεση με το Πολυτεχνείο, τα αιτήματα “ΨΩΜΙ ΠΑΙΔΕΙΑ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ” πέρα από το πασιφισμό που τα διέπει, έχουν έναν πανανθρώπινο χαρακτήρα. Αυτά δεν είναι στο κάτω κάτω και τα αιτήματα που ακόμα δεν έχουν ικανοποιηθεί; Φαγητό για όλους, παιδεία- μόρφωση και ελευθερία. Το να τραγουδάς το “Ο δρόμος είχε την δική του ιστορία, κάποιος την έγραψε στο τοίχο με μπογιά. Ήταν μια λέξη μοναχά “ελευθερία”. Κι έπειτα είπαν πως την έγραψαν παιδιά” δεν μπορεί παρά να με συγκινεί γιατί ενέχει μια καύλα, έναν ρομαντισμό και μια αθωότητα ότι “Εμείς. Εδώ. Τώρα”.
Με εξοργίζει να βλέπω άτομα να ποστάρουν στα social κάτι για το Πολυτεχνείο, όταν η δράση τους και η παρουσία τους δεν διέπεται από αυτή την ιδεολογία. Το Πολυτεχνείο ήταν στάση ζωής. Με εξοργίζει να ποστάρουμε όλες τις επετείους απλά και μόνο επειδή μας τις όρισαν ως επετείους του ελληνικού έθνους. Ευτυχώς που δεν παρελαύνουμε για το Πολυτεχνείο. Θα ήταν γελοίο.
Ο τρόπος που τιμάται είναι μπουμερίστικος, γιατί boomers ήταν οι φοιτητές στο Πολυτεχνείο. Η γενιά τους ήταν αυτή. Και αυτοί οι άνθρωποι ζουν ακόμα. Ο παππου-θείος μου ακόμα κάθε χρόνο πηγαίνει λουλούδια στην επέτειο. Ο τρόπος που τιμάται έχει αποκτήσει ένα εθιμοτυπικό ritual: την πορεία, τις καταλήψεις, τα στεφάνια κτλ. Αλλά όχι, αυτό δεν είναι κακό. Δεν πρέπει να ξεχνάμε. Ο φασισμός είναι εδώ. Είναι δίπλα μας. Και η Δημοκρατία δεν είναι δεδομένη. Γι’ αυτό λοιπόν, όχι δεν είναι “πασέ” ο τρόπος που τιμάται.
Εργαλειοποιείται, βέβαια. Αλλά και τι δεν εργαλειοποιείται; Ανεβάζεις το ποστ σου, διαβάζεις καλή ώρα αυτό το άρθρο, μπορεί να πας στη πορεία, να βάλεις Λοΐζο στο Spotify, να συγκινηθείς λιγουλάκι όπως εγώ τώρα κι αφού έκανες το χρέος σου, ξέσπασες και έβρισες το σύστημα, πας σπιτάκι σου ήρεμος πια. Και δεν κάνεις τίποτα. Είδαν οι φίλοι σου πόσο δημοκράτης είσαι, μέχρι και στη πορεία πήγες. Κι αυτό ήταν. Του χρόνου πάλι. Φυσικά και εργαλειοποιείται το Πολυτεχνείο. Όπως γίνεται και με τις γυναικοκτονίες και με τις γυναίκες στο Ιράν και με τον πόλεμο στην Ουκρανία και πάει λέγοντας».
“Δυστυχώς έχει μετατραπεί σε μια αφορμή για posting”, Ιωάννης, 23 ετών
«Το Πολυτεχνείο για εμένα σημαίνει πραγματική επανάσταση από νέους που έδρασαν πραγματικά. Μια εποχή άλλη, με ιδανικά και αξίες. Πίστευαν στην αλλαγή και την πάλεψαν, πράγμα που στη δική μας δεν γίνεται. Πολλά πιστεύουμε, λίγα πράττουμε. Έχω διδαχτεί όλο το χρονικό, αλλά έχω κρατήσει το πώς έπεσε και το πώς κατέρρευσαν τα ιδανικά, κάτι που έκανε τον αγώνα πιο δυνατό, ώστε να μείνει στην ιστορία σαν η προσπάθεια των νέων να παλέψουν για την αλλαγή του πολιτεύματος. Ως επέτειος, στο πλαίσιο της καθημερινότητας δεν με αγγίζει τόσο όσο θα έπρεπε, ακόμα αν θυμάμαι το τι σημαίνει.
Λυπάμαι που το παραδέχομαι, αλλά θεωρώ πως έχει μετατραπεί απλώς σε μια αφορμή για posting, όπως και οι περισσότερες επέτειοι. Τις θυμόμαστε, αλλά όχι ουσιαστικά. Απλώς για να δείξουμε πως τις θυμηθήκαμε. Το ότι τιμάται πλέον κυρίως μέσω των social media, κατευθείαν μετατρέπεται σε κάτι μπουμερίστικο. Εργαλειοποείται, για να κάνουμε viral ή για να δώσουμε μια «καλή εικόνα». Ο εορτασμός όμως της επετείου ως αξία, ως ιστορικό γεγονός, χάνεται».
“Εργαλειοποιείται από δεξιά μυαλά πίσω από τη φράση “δεν υπήρχαν νεκροί στο Πολυτεχνείο”, Νίκη, 22 ετών
«Για εμένα, το Πολυτεχνείο είναι η προσπάθεια ανατροπής της Χούντας, όχι μόνο από νεαρούς φοιτητές, αλλά υποστηριγμένο από ανθρώπους αγανακτισμένους όλων των ηλικιών. Μας μαθαίνουν πολύ τυπικά πράγματα στα σχολεία, τόσο επιγραμματικά κι αποσπασματικά που δεν ενδιαφέρεσαι να το αντιμετωπίσεις διαφορετικά, ως ένας μαθητής του μέσου όρου.
Πιστεύω, ή θέλω να πιστεύω, ότι η γενιά μου, πλέον 20-30 χρονών, έχουμε μπει στον κόπο να ενδιαφερθούμε, να διαβάσουμε, να αφιερώσουμε χρόνο για τη Χούντα και την πτώση της, ώστε να μην αποτελεί ο εορτασμός της ένα απλό ποστάρισμα στο Instagram, αλλά μια αφορμή για αναγωγή του παρελθόντος στο παρόν.
Το κύριο μπουμεριστικό της υπόθεσης είναι ο τρόπος προβολής στα σχολεία, χωρίς πριν και μετά, αποκλειστικά ως μια συγκεκριμένη ημέρα, χωρίς αφορμή κι αποτελέσματα, σαν να φύτρωσε ξαφνικά στον χρόνο.
Πιστεύω ότι εργαλειοποιείται κατά βάση από δεξιά μυαλά, πίσω από τη φράση (που κουράζει πλέον) ότι στο Πολυτεχνείο δεν υπήρξαν νεκροί, κάτι το οποίο όχι μόνο είναι ψευδές ιστορικά, αλλά δεν αποτελεί καν επαρκή δικαιολογία, καθώς σημασία δεν έχει αν πέθαναν άνθρωποι στο συγκεκριμένο τετραγωνικό μέτρο ή δύο τετράγωνα πιο πέρα, αλλά η ουσία!»
“Η υποκρισία είναι διάχυτη τη συγκεκριμένη επέτειο”, Σωτήρης, 25 ετών
«Η επέτειος της Εξέγερσης του Πολυτεχνείου είναι μια ημέρα μνήμης, η σημασία της οποίας έχει διχάσει κατά καιρούς την βαθιά στερεοτυπική Ελληνική κοινωνία. Το παράδειγμα που αντικατοπτρίζει η 17η Νοεμβρίου είναι αυτό της αντίστασης απέναντι στα ολοκληρωτικά και ανελεύθερα καθεστώτα με κάθε προσωπικό κόστος, συνοδεία ενός αισθήματος κοινωνικής υποχρέωσης. Αυτό τουλάχιστον θα έπρεπε κατά την γνώμη μου, όμως συχνά γίνεται αιτία διαμάχης για τα δεδομένα του γεγονότος, κατά πόσον ήταν το πολίτευμα απολυταρχικό, κατά πόσον ισχύουν τα πορίσματα για τους νεκρούς, η μετέπειτα πορεία μερικών εξεγερμένων στην πολιτική αλλά και το παθολογικό μίσος κάποιων Ελλήνων απέναντι στον Κομμουνισμό.
Έπειτα από σχεδόν 50 χρόνια, οι αναχρονισμοί είναι παρόντες παντού. Οι αντίθετοι στον εορτασμό της επετείου συχνά εστιάζουν σε κομματικές προκαταλήψεις αγνοώντας κάθε παραδειγματισμό. Πρέπει να εμπνεόμαστε από ανθρώπους που έδωσαν ακόμα και την ζωή τους για έναν καλύτερο κόσμο. Φυσικά σήμερα πρέπει να ζήσουμε για να είμαστε δυνατοί και να παλέψουμε όμως δυστυχώς βλέπουμε ακόμα ανθρώπους να πεθαίνουν για να αλλάξει έστω κάτι ελάχιστο (πχ. Παύλος Φύσσας).
Την εξέγερση δεν την έκαναν Κομμουνιστές, την έκαναν Φοιτητές. Για αυτούς που υποστηρίζουν το πρώτο, η 17η Νοεμβρίου παραμένει ημέρα μνήμης της καταστολής, την οποία πιθανόν και να απολαμβάνουν αφού μέχρι σήμερα αυτή πρωτοστατεί σε κάθε επέτειο αλλά και κοινωνική εξέγερση. Στις μέρες μας, η υποκρισία είναι διάχυτη στην συγκεκριμένη εορτή. Εκπρόσωποι της καταστολής που αυτοπαρουσιάζονται ως υπέρμαχοι της Δημοκρατίας “ξεπλένονται” με μια οn camera κατάθεση στεφάνου, εργαζόμενοι-σκλάβοι που “γλιτώνουν” δουλειά, αλλά “διαδηλώνουν, μπαχαλάκηδες και νέοι που όλη μέρα είναι στα κινητά και τις καφετέριες”.
Ας αγαπήσουμε λίγο τους γύρω μας ρε παιδιά, αυτό νομίζω πρέπει να κρατάμε κάθε 17 Νοέμβρη, όλοι μαζί ζούμε και όλοι μαζί υπομένουμε…».
“Η συνεχής προσπάθεια καταστολής σίγουρα δεν είναι ο σωστός τρόπος να τιμάμε τους νεκρούς του Πολυτεχνείου”, Γεωργία, 21 ετών
«Πριν λίγες ώρες επέστρεψα στην πόλη απ’όπου κατάγομαι, την Πάτρα – εδώ στις παραμονές της 17ης Νοέμβρη τα ηχεία της πόλης παίζουν ολημερίς τους «απαγορευμένους» δίσκους του Θεοδωράκη. Στην Αθήνα τις παραμονές της 17ης Νοέμβρη το κέντρο γεμίζει κλούβες των ΜΑΤ και διμοιρίες σε κάθε γωνιά. Μέχρι πριν λίγο καιρό, αφορμή της πανδημίας, ακόμη και οι ειρηνικές οργανωμένες πορείες απαγορεύονταν, και η αστυνομία είχε εντολή να τις καταστείλει, αν και εφόσον πραγματοποιούνταν.
Δεν ξέρω ποιος είναι ο σωστός τρόπος να τιμά κανείς τους νεκρούς του. Με μουσική στο δρόμο, με πορείες ή με τριαντάφυλλα. Σίγουρα η συνεχής προσπάθεια καταστολής και περιορισμού δεν είναι ένας σωστός τρόπος.
Προτείνω μόνο: να μην τους ξεχνάμε. Να μη ρομαντικοποιούμε την αντίσταση, γιατί όσο τη ρομαντικοποιούμε μπαίνει στη σφαίρα του φαντασιακού. Ενώ στην πραγματικότητα κάθε μέρα, σε αυτήν την χώρα, έχουμε -δυστυχώς- δεκάδες αφορμές αντίστασης.
Η 17η Νοέμβρη δεν είναι ακόμα μία αφορμή για posts. Θα είναι πάντα μία αφορμή επανεξέτασης του πού βρισκόμαστε. Και ελπίζω για τη γενιά μου, να είναι και μια αφορμή ουσιαστικής αναζήτησης της ελευθερίας σε συλλογικό και προσωπικό επίπεδο».