“Ζούμε σε έναν τραυματικό και αβέβαιο κόσμο. Το κλίμα καταρρέει, προσπαθούμε να ανταπεξέλθουμε στο αυξανόμενο κόστος διαβίωσης, εξακολουθούμε να βαραίνουμε από τη θλίψη, τη μόλυνση και την απομόνωση, ενώ οι αποκαλύψεις για την αστυνομία που δολοφονεί γυναίκες και κάνει σωματικό έλεγχο σε παιδιά καταρρακώνουν την πίστη μας σε αυτούς που υποτίθεται ότι μας προστατεύουν”, γράφει η Σάνα Άχσαν στον Guardian για να εξηγήσει το πώς βλέπει τη σύγχρονη εποχή.

Η Σάνα είναι ψυχολόγος και εργάζεται στις υπηρεσίες του αντίστοιχου ΕΣΥ της Βρετανίας. Όπως λέει, έχει δει από πρώτο χέρι πώς απογοητεύουμε τους ανθρώπους με το να εντοπίζουμε τα προβλήματά τους ως κάποιο είδος ψυχικής διαταραχής ή ψυχολογικού ζητήματος και να αποπολιτικοποιούμε έτσι την αγωνία τους.

“Τα αντικαταθλιπτικά δεν πρόκειται να εξαλείψουν το αδυσώπητο ρατσιστικό τραύμα που υφίσταται ένας μαύρος άνδρας σε έναν εχθρικό εργασιακό χώρο, ούτε το στίγμα των ανθρώπων που υφίστανται σεξουαλική βία (σε έναν κόσμο όπου δύο γυναίκες την εβδομάδα δολοφονούνται στο ίδιο τους το σπίτι). Όπως είναι αναμενόμενο, η ενσυνειδητότητα δεν βοηθάει τα παιδιά που διανύουν τη φτώχεια, την πίεση των συνομηλίκων και τις ανταγωνιστικές σχολικές συνθήκες με γνώμονα τις εξετάσεις, όπου ο εκφοβισμός και η βλάβη από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης είναι σε έξαρση”. 

Με λίγα  λόγια, δεν αντιμετωπίζονται όλα με τα αντικαταθλιπτικά και πριν φτάσουμε σε αυτά, θα πρέπει να έχουμε λύσει τα προβλήματα που μας οδηγούν εκεί. “Αν ένα φυτό μαραζώνει, δεν θα το διαγνώσουμε με το ‘σύνδρομο του μαραμένου φυτού’, θα αλλάζαμε τις συνθήκες του. Ωστόσο, όταν οι άνθρωποι υποφέρουν κάτω από συνθήκες πίεσης, οι ειδικοί συμβουλεύουν να συνεχίσουν να δουλεύουν και να παράγουν, χωρίς να αναγνωρίζουν τον πόνο”.

Ισχύει ότι η κατάθλιψη είναι καθαρά “εγκεφαλική;”. Σύμφωνα με την Σάνα Άχσαν, όχι. 

“Στις προσπάθειες αποστιγματισμού της ψυχικής δυσφορίας, η ‘ψυχική ασθένεια’ πλαισιώνεται ως μια ‘ασθένεια όπως όλες οι άλλες’ που έχει τις ρίζες της στην υποτιθέμενη ελαττωματική χημεία του εγκεφάλου. Στην πραγματικότητα, πρόσφατες έρευνες κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι η κατάθλιψη δεν προκαλείται από χημική ανισορροπία του εγκεφάλου. Κατά ειρωνικό τρόπο, η υπόδειξη ότι έχουμε έναν χαλασμένο εγκέφαλο για όλη μας τη ζωή αυξάνει το στίγμα και την αποδυνάμωση”.

Το πρόβλημα είναι αρκετά πιο βαθύ και φυσικά έχει τις ρίζες της στην ίδια την κοινωνία. “Η δυστυχία αναδύεται μέσα από τις εμπειρίες και τις ιστορίες καταπίεσης των ανθρώπων. Η απελευθερωτική ψυχολογία βλέπει τους ανθρώπους όχι ως ασθενείς, αλλά ως εν δυνάμει κοινωνικούς φορείς στο εγχείρημα της ελευθερίας, εκτιμώντας τις δικές τους καταβολές, τη δημιουργικότητα και την εμπειρία τους, αντί να εξαναγκάζονται σε μια λευκή, ευρωκεντρική και ατομικιστική ιδέα της θεραπείας. Αμφισβητεί άμεσα τα κοινωνικά, πολιτισμικά και πολιτικά αίτια της δυστυχίας μέσω της συλλογικής κοινωνικής δράσης”.

Ένα ακόμα ενδιαφέρον σημείο από το κείμενο της ψυχολόγου στον Guardian, έχει να κάνει με τον ρατσισμό και το οικονομικό σύστημα. “Αντί να προσπαθούμε να αλλάξουμε ‘νοοτροπίες’ στη θεραπεία, πρέπει να αλλάξουμε τις φυλετικές και ταξικές ιεραρχίες, το στεγαστικό και οικονομικό σύστημα. Το βασικό εισόδημα έχει ψυχολογικά οφέλη και πρόσφατες μελέτες δείχνουν πώς βελτιώνει τις ‘κρίσεις άγχους και κατάθλιψης’.

Πριν λοιπόν αρχίσουν οι αμέτρητες συνταγές με τα αντικαταθλιπτικά, ας βεβαιωθούμε ότι δεν είναι όλα κατάθλιψη και ύστερα ας βρούμε τι είναι αυτό που την προκαλεί. Ο καπιταλισμός, θα λέγαμε εμείς, αλλά καλύτερα να ακούσατε τους ειδικούς.

Με πληροφορίες από τον Guardian