Με προβολή αχρείαστα ντροπιαστικής συνέντευξης επιστρέφει στον τηλεοπτικό αέρα ο Γιώργος Λιάγκας. Δεν πέφτουμε και από τα σύννεφα. Ακολουθώντας τη συνταγή εκείνου του αμήχανου στιγμιότυπου συνέντευξης του Κωνσταντίνου Τζούμα, που θα μπορούσε κάλλιστα να μην έχει ποτέ προβληθεί, αυτή τη φορά, σε αυτή τη σεζόν, φιλοξένησε μια συνέντευξη του Σταμάτη Γαρδέλη, η οποία σε τίποτα δεν έχει να ζηλέψει την προβληματικότητα και το φλερτ με την αμετροέπεια και τον μισογυνισμό εκείνης του εκλειπόντα Κωνσταντίνου Τζούμα

Όσα ειπώθηκαν στη σύντομη συνέντευξη του Σταμάτη Γαρδέλη: 

«Θεωρώ ότι ο Πέτρος Φιλιππίδης είναι ένας ηθοποιός που κάθε 100 χρόνια βγαίνει στην Ελλάδα. Δεν είμαστε φίλοι, αλλά όσες φορές τον έχω δει τρελαίνομαι, είναι φοβερός ηθοποιός. Ο καημενούλης έχει και θέμα υγείας. Και τα κορίτσια δεν είναι καημένα; Τι να πω; Δεν είμαι και δικαστής. Όλη αυτή η ιστορία είναι πολύ σοκαριστική.

Όταν ένας άνθρωπος είναι πολύ ψηλά, η πτώση του θα είναι πολύ έντονη. Όταν είσαι στην κορυφή ξυπνάς ζήλειες, φθόνο κι απωθημένα. Λογικόνα ανησυχεί η γυναίκα του, έχει στραφεί η κοινή γνώμη εναντίον του. Να δείξουμε λίγο ανθρωπιά στην ιστορία και θα πάρεο το δρόμο του το πράγμα. Πέσαμε όλοι πάνω του, τον σκίσαμε», είπε αρχικά ο Σταμάτης Γαρδέλης.

Ο Σταμάτης Γαρδέλης είπε στη συνέχεια: «Ο Μητροπολίτης Δωδώνης νομίζω ότι έκανε κακή διατύπωση για τους βιασμούς. Όταν γίνεται ένας βιασμός και η βιασθείσα συνεχίζει να είναι ή να δουλεύει με τον βιαστή, αυτό δεν λέγεται βιασμός, υπάρχει συναίνεση. Το να υποχωρείς σε ένα βιασμό για να έχεις ένα αντίκρυσμα στη δουλειά σου, αυτό δεν λέγεται βιασμός».

 

Να πούμε τα αυτονόητα στον Σταμάτη Γαρδέλη; 

Το αν ο Πέτρος Φιλιππίδης είναι καλός ή κακός ηθοποιός, καημένος ή αγέρωχος και περήφανος, δεν είναι της παρούσης. Είναι ένα θέμα μη σχετικό. Αυτό που είναι σχετικό είναι το πώς οι γυναίκες που τον κατήγγειλαν βρήκαν το θάρρος να το κάνουν σε μια εποχή και κοινωνία ανέτοιμη (ποτέ δεν θα είναι) και εχθρική απέναντι σε κάθε θηλυκότητα που δεν σκοπεύει να συνεχίσει να ζει τη ζωή της με την πατριαρχική κακοποίηση να θεωρείται απλώς μια “τυπική αντρική συμπεριφορά” που “γενικώς συμβαίνει”. 

Μια γυναίκα μπορεί αν συνεχίζει να δουλεύει με τον παρενοχλητή, τον βιαστή, τον κακοποιητή της, γιατί δεν έχει την πολυτέλεια να χάσει τη δουλειά της. Αυτό δεν αναιρεί το γεγονός ότι παρενοχλήθηκε, βιάστηκε, κακοποιήθηκε. 

Και τελικά ποιος κερδίζει;

Για ακόμα μια φορά, όσο παίζει μπροστά στα μάτια μας η συνέντευξη και οι λέξεις τραυματίζουν τη λογική μας, δεν μπορούμε παρά να αναρωτηθούμε ποιοι είναι οι λόγοι που μπορούν να οδηγήσουν μια εκπομπή στη μετάδοση της τρικυμίας εν κρανίω ενός ηθοποιού, που δεν είναι καν επίκαιρος. Δεν μπορούμε να βρούμε κανέναν. Εικάζουμε πως ο δημοσιογράφος και ο ηθοποιός δεν συζήτησαν αποκλειστικά αυτά, αλλά ακριβώς αυτά είναι που επιλέχθηκαν και βρήκαν τη θέση τους σε αυτό το τοξικό 2λεπτο, κατά τη διάρκεια και μετά την προβολή του οποίου παρουσιαστής και πάνελ φόρεσαν το εκνευρισμένο, με πίστη στα δικαιώματα των γυναικών και την προβολή της -αυτονόητης- φεμινιστικής ατζέντας στις εμφανώς χωρίς ανανεωμένες με κοινωνικές κεραίες τηλεοπτικές εκπομπές. 

Στην πραγματικότητα, αυτή η συνέντευξη δεν είχε καμία θέση στη σκαλέτα. Σίγουρα δεν ένα καλό στα αυτονόητα αιτήματα για μεγαλύτερη γνώση και κατανόηση στα πώς και τα τι των βιασμών και του εργασιακού σεξισμού. Σίγουρα δεν έκανε καλό στον ίδιο τον Σταμάτη Γαρδέλη, ο οποίος προφανώς χρειάζεται να βάλει τις σκέψεις του σε μια σειρά και να τις ραντίσει με λίγη ενσυναίσθηση και με γνώση της πολυπλοκότητας της ζωής και των καταστάσεών της. Σίγουρα δεν έκανε καλό στο τηλεοπτικό κοινό, που δεν αποκλείεται να έλπιζε πως θα σταματήσει κάποια στιγμή ο ηθοποιός να γίνεται θέμα συζήτησης και ιντερνετικό, τζανκ φουντ viral για τους πιο λάθος -ασυνάρτητους- λόγους. Σίγουρα δεν έκανε καλό στον Γιώργο Λιάγκα, ο οποίος δεν είναι, ούτε θα μπορούσε και να γίνει ηθοποιός, μιας και η “έκπληξη” και η “απογοήτευση” είναι διαθέσεις που όταν είναι ψεύτικες φαίνονται με την πρώτη ματιά. Θα πρέπει ίσως να βρει πιο αυθεντικούς τρόπους να καθαρίσει από πάνω του στιγμές ντροπής, όπως εκείνο το χυδαίο καφενειακό σκηνικό σχολιασμού της φοιτήτριας στη βιβλιοθήκη. 

Ποιοι θα μπορούσαν να βγουν κερδισμένοι από όλο αυτό; Οι πεινασμένοι φανατικοί της cancel culture, που περιμένουν το επόμενο θύμα/trending με ανυπομονησία για την επόμενη “αποκαθύλωση”. Αλλά και πάλι, νοιάζεται κανείς στα αλήθεια; Ίσως και το κανάλι από πλευράς νούμερων. Αλλά ακόμα και αυτό μένει να αποδειχτεί.