Δεν ξέρω γιατί, αλλά περίμενα. Περίμενα 2 ολόκληρα χρόνια για να δω τον τελευταίο κύκλο του Fargo. Κυκλοφόρησε τον Σεμπτέμβριο του 2020, στην οθόνη μου εμφανίστηκε τον Αύγουστο του 2022. Στο ενδιάμεσο διάστημα, οι κόρες των ματιών μου αναγκάστηκαν να ρυθμίσουν πολλές φορές το φως που μπήκε στο μάτι μου από τις μετριότητες που υποβάθμισαν τα βράδια μου. Μα αυτή η αναμονή ήταν γλυκιά και όταν ήρθε η στιγμή να πατήσω το play, ένα αεράκι δροσερό, όμοιο με αυτό της Βόρειας Ντακότα, έκανε την κουρτίνα μου να «φουσκώσει». 

Η σειρά βασίζεται -προφανώς- στην ταινία (1996) των αδελφών Κοέν οι οποίοι βρίσκονται και στην παραγωγή, πίσω από τον εξαιρετικό Νόα Χάλεϊ (Legion, Bones). Πρόκειται για μια ανθολογία, με κάθε κύκλο να μας γυρίζει σε άλλες εποχές, διαφορετικές περιοχές και να μας συστήνει νέους πρωταγωνιστές. Πάντα, όμως, υπάρχει μια λεπτή γραμμή που συνδέει τα πάντα μεταξύ τους, έστω και αν αυτό γίνεται σε βάθος χρόνου. Αυτές οι λεπτομέρειες, άλλωστε, κάνουν και τη διαφορά. Συγκαταλέγεται στα crime, αλλά το στοιχείο της μαύρης κωμωδίας είναι τόσο έντονο που αυτόματα ξεχνάς ότι χάνονται ανθρώπινες ζωές. Μην ξεχάσω και το paranormal κομμάτι. Ναι, έχει και από αυτό και είναι απολαυστικό.

To Fargo έκανε πρεμιέρα το μακρινό πια 2014, με ένα καστ που δεν υπήρχε περίπτωση να σε απογοητεύσει: Μάρτιν Φρίμαν, Μπίλι Μπομπ Θόρντον, Άλισον Κάρα Τόλμαν και Κόλιν Χανκς έδεσαν από την πρώτη στιγμή. Φυσικά και σάρωσαν στα βραβεία, αλλά στην πραγματικότητα το Fargo ποτέ του δεν έγινε ευρέως γνωστό, τουλάχιστον στη χώρα μας. Ίσως είναι καλύτερα έτσι. Τα αληθινά(;) γεγονότα διαδραματίζονται το 2006 και 2007, στην παγωμένη Μινεσότα και αφού δεν θα κάνω σπόιλς, θα πω μόνο ότι η χρόνια καταπίεση μπορεί να οδηγήσει, με την συγκατάθεσή μας ή χωρίς, σε σκοτεινά μα απίστευτα αστεία μονοπάτια. 

via GIPHY

Ο δεύτερος κύκλος (και αγαπημένος μου) μάς παίρνει από το χέρι και μας προσγειώνει στη Μινεσότα του 1979. To καστ είναι και πάλι εκπληκτικό: Κίρστεν Ντανστ, Τζέσι Πλίμονς, Πάτρικ Γουίλσον, Τζιν Σμαρτ και Τεντ Ντάνσον. Τα βραβεία ήταν πολλά. Ξανά. Με αυτό τον κύκλο ο Χάλεϊ «κλείδωσε» στην ουσία το κοινό του, δημιούργησε ισχυρούς δεσμούς μαζί του και το κυριότερο, το έκανε να ζητά για περισσότερο υλικό. Πρώτη φορά με έπιασα να γελάω υστερικά με τηλεοπτικό προϊόν τέτοιου τύπου, μάλλον η τελευταία σκηνή έπαιξε σημαντικό ρόλο.

via GIPHY

Ένας άνθρωπος, δύο διαφορετικά πρόσωπα. Στην τρίτη σεζόν κάνουμε ένα άλμα στο χρόνο και φτάνουμε στο 2010-11. Εκεί, ο Ίαν ΜακΓκρέγκορ υποδύεται δύο αδέλφια, εντελώς διαφορετικά μεταξύ τους, ειδικά στο πώς βλέπουν τη ζωή. Και τα κατάφερε. Και μπράβο του. Μαζί του οι Κάρι Κούν, Μαίρη Γουίνστεντ και Ντέιβιντ Θιούλις, ναι, ο καθηγητής από το Χάρι Πότερ. Ας μην συζητήσουμε ξανά για βραβεία, έπεσαν βροχή οι Χρυσές Σφαίρες. Εφόσον δεν μοιραζόμαστε το στόρι για ευνόητους λόγους, αξίζει να κάνουμε μια ειδική αναφορά στον Ντέιβιντ Θιούλις. Είναι ένας από τους καλύτερους και πιο ικανούς «κακούς» που θα δεις σε σειρά. Απίθανος, βρόμικος, υπόγειος.

via GIPHY

Διαβάσατε πρόσφατα για εκείνον πολλά και διάφορα, σίγουρα όμως δεν διαβάσατε και τόσα για τη συμμετοχή του στο Fargo. Στον τέταρτο και τελευταίο -για την ώρα- κύκλο της σειράς, ο Κρις Ροκ είναι ο αρχηγός μιας εγκληματικής οργάνωσης που θέλει το δικό της κομμάτι από την πίτα του οργανωμένου εγκλήματος (ιταλική μαφία) στο Κάνσας του 1950. Μπορεί η τέταρτη σεζόν να μην έφτασε τα στάνταρντς των προηγούμενων, αυτό δε σημαίνει όμως ότι δεν είναι καλή. Είναι. Σε πολλά σημεία, μάλιστα, θα γελάσεις με τις κακουχίες των πρωταγωνιστών όπως έκανες και στις υπόλοιπες. Λιγότερο λαμπερή, σίγουρα πιο αληθινή σε κάποια ζητήματα, ιδίως τα φυλετικά.

via GIPHY

Γιατί θεωρώ το Fargo την καλύτερη σειρά που έχω δει: Για τα ταραντινικά του ξεσπάσματα, την αίσθηση μόνιμης απειλής, για την αντίθεση του κόκκινου στο λευκό του χιονιού, για τη μουσική του, το απίστευτο χιούμορ του, τους διαλόγους, την αισθητική του, το καστ, το παραφυσικό στοιχείο, τις λεπτομέρειες, για το πώς μεταφέρει τον άνθρωπο της διπλανής πόρτας στην οθόνη μου, για το άρτιο σενάριο, για το αναπάντεχο, για την σκληρή βία στα όρια του γελοίου και φυσικά, για τον τρόπο που συνδέει το παρελθόν με το παρόν.