Ο Αύγουστος του 2021 ξεχάστηκε. Έχουμε κοντή μνήμη ή μας πρόλαβαν νέες τραγωδίες; Λίγο εύκολα σβήστηκε από τον δημόσιο διάλογο η Βόρεια Εύβοια που σε περίπου δέκα ημέρες έμεινε μισή, μετά από μια πυρκαγιά που την έκαψε από τις Ροβιές ως την Αγία Άννα, τη Λίμνη και τα Βασιλικά. Αυτή τη βολική για τις συνειδήσεις μας λήθη ήρθε να διακόψει «Το Σχέδιο», το ντοκιμαντέρ της Νέλλης Ψαρρού και του Ιωάννη Λαζάρου.

Οι δυο ανεξάρτητοι δημοσιογράφοι δημοσίευσαν πριν λίγες ημέρες το πρώτο μέρος του ντοκιμαντέρ τους. Για να συλλέξουν το υλικό τους χρειάστηκαν τρεις μήνες, δυο ταξίδια στη Βόρεια Εύβοια, σε κάθε μικρό και μεγάλο οικισμό από τον οποίο πέρασε η φωτιά, που ακόμα θυμόμαστε να μας έχει καθηλώσει με αμηχανία και έναν δύσκολα μεταφράσιμο πόνο, μπροστά στα συνεχή ρεπορτάζ των τηλεοπτικών σταθμών, λίγο αφού κατάφερε να τεθεί υπό έλεγχο εκείνη στην Αττική. Η Νέλλη και ο Ιωάννης μίλησαν με ντόπιους, με ανθρώπους που μπήκαν ως εθελοντές στη μάχη, έκατσαν μαζί τους στα καφενεία, μοιράστηκαν μαζί τους τον πόνο της απώλειας και την οργή της αδικίας. Του να νιώθει κανείς πως έχει «αφεθεί στο έλεος του Θεού». Οι επιπλήξεις, οι επιταγές για εκκένωση των οικισμών, οι Ροβιές που έγιναν «μάθημα» για άλλους Ευβοιάτες που αποφάσισαν να μην αφήσουν τα χωριά τους, η παράξενη αδράνεια και άρνηση της πυροσβεστικής να μπει στη μάχη. Όλα περιγράφονται και εξηγούνται στο πρώτο μέρος του Σχεδίου.

Η Νέλλη μου αναφέρει πως το γεγονός πως κατάγεται από τη λίμνη Ευβοίας, από την πλευρά του πατέρα της, έπαιξε σημαντικό ρόλο στο να καταλάβει, πριν καν πάρει την απόφαση να καταγράψει, πως κάτι δεν πάει καλά με την αντιμετώπιση της φωτιάς στην Εύβοια. «Επειδή εγώ κατάγομαι από τη Λίμνη και μιλούσα εξαρχής με φίλους και συγγενείς για το τι συμβαίνει εκεί και ύστερα από κάποιες συνομιλίες που είχα μαζί τους, από το απλό ενδιαφέρον του τι κάνουν οι φίλοι μου και η οικογένειά μου, διαπίστωσα από αυτά που μου έλεγαν, ότι κάτι δεν πάει καλά. Αποφάσισα ότι πρέπει να το ερευνήσω το θέμα. Το συζήτησα με τον Ιωάννη και επειδή λείπαμε εμείς τότε, δεν ήμασταν στην Εύβοια, όταν επιστρέψαμε, αρχίσαμε να κάνουμε αυτό το ντοκιμαντέρ. Διαπιστώσαμε ότι αυτά που μας είχαν πει οι φίλοι μας, μας τα είπαν από άκρη σε άκρη σε όλη τη Βόρεια Εύβοια. Και πολλά περισσότερα», μου λέει. Της απαντάω πως η εντοπιότητα πιθανότατα έπαιξε ρόλο και στο να μην έρθει αντιμέτωπη με τη δυσπιστία των κατοίκων, πλησιάζοντάς τους για τις ανάγκες της έρευνας. «Όχι δεν υπήρχε δυσπιστία, αυτό είναι αλήθεια, γιατί μας γνωρίζουν και κάποιοι γνωρίζουν και τη δουλειά μας. Μας ρωτούσαν αν είμαστε από κάποιο κανάλι. Πιστεύω πως αν ήμασταν από κάποιο κανάλι, θα ήταν δύσπιστοι, διότι ήταν όλοι πολύ εκνευρισμένοι με τον τρόπο που τα ΜΜΕ, πλην ελαχίστων εξαιρέσεων, χειρίστηκαν το θέμα της ενημέρωσης για τις πυρκαγιές. Οπότε νομίζω πως το ότι ήμασταν ανεξάρτητοι δημοσιογράφοι έπαιξε τον ρόλο του. Περισσότερο ίσως και από την εντοπιότητα», μου απαντάει.

Από τις πληροφορίες που μάθαινε από τα πρώτα τηλεφωνήματα με φίλους και οικογένεια, η Νέλλυ είχε κάποιες υποψίες. Ρωτάω εκείνη και τον Ιωάννη τι ακριβώς υποπτεύονταν. «Στην αρχή δεν ήταν τόσο σαφές στο κεφάλι μας, απλώς καταλαβαίναμε ότι ο κρατικός μηχανισμός δεν ενεργεί κατά πολύ περίεργο τρόπο. Δεν φαινόταν να είναι κάποια ανικανότητα ας πούμε. Να σας δώσω ένα παράδειγμα: μιλούσα με μια φίλη μου. Είχε ήδη καεί η Λίμνη, που είναι το χωριό του πατέρα μου, και η φωτιά έχει επεκταθεί προς το βόρειο κομμάτι, προς Ιστιαία. Οπότε όλες οι δυνάμεις πρέπει να είναι προς Ιστιαία. Έχει καεί όλη η περιοχή της Λίμνης. Και μιλάω με αυτή τη φίλη μου και μου λέει «ρε Νέλλη, δεν μπορώ να καταλάβω τι συμβαίνει. Είδαμε εδώ μπροστά ένα αεροπλάνο να παίρνει νερό. Χαρήκαμε κι εμείς ότι θα πάνε να ρίξουν στην περιοχή που καίγεται, ψηλά. Και πάει το ελικόπτερο, μου λέει, και ρίχνει μέσα στη χαράδρα που είχε καεί την προηγούμενη μέρα. Πήγε και έριξε στα ήδη καμένα. Δεν πήγε να ρίξει εκεί που καιγόταν και υπήρχε ο κίνδυνος. Αυτό μας έκανε πολύ μεγάλη εντύπωση», μου εξηγεί.

Της απαντάω πολύ ακαριαία πως αυτό δεν βγάζει κανένα νόημα, και μου εξηγεί κάτι που αναλύεται εκτενέστερα και στο ίδιο το ντοκιμαντέρ, με όρους μιντιακού τσίρκου: «Έβγαλε νόημα αργότερα, όταν πληροφορηθήκαμε πως αυτές οι ρίψεις που έγιναν ήταν σε μια ελιά, η οποία υποτίθεται ότι είχε αναζωπυρωθεί, επειδή εκείνη την ώρα είχε έρθει κάποιο τηλεοπτικό συνεργείο και τραβούσε σε εκείνο το σημείο. Ύστερα από συνεννόηση πρέπει να σας πω. Γιατί όπου υπήρχαν ελικόπτερα υπήρχαν και συνεργεία που κατέγραφαν. Οπότε υπήρχε ελικόπτερο, το έστειλαν να ρίξει, αλλά δεν το έστειλαν να ρίξει εκεί που υπήρχε ανάγκη, αλλά εκεί που υπήρχε κάποιο κανάλι για να δείξει ότι ενεργούν τα εναέρια μέσα στη Βόρεια Εύβοια. Αυτό ήταν το τελευταίο από τα περιστατικά, νομίζω, που μου διηγούνταν οι φίλοι μου, όταν αποφασίσαμε ότι θα κάνουμε αυτό το ντοκιμαντέρ. Ήταν πολύ περίεργο αυτό. Δεν ήταν έλλειψη μέσων, ότι ήταν ας πούμε άχρηστη η πυροσβεστική και δεν είχε μέσα. Υπήρχαν μέσα αλλά δεν τα έβαζαν στη φωτιά. Αυτό προέκυψε και αργότερα από την έρευνά μας».

“Ζήτησαν από έναν συγκεκριμένο δασικό συνεταιρισμό εγγύηση 85.000 ευρώ για να μπουν να δουλέψουν. Εγγύηση από κατεστραμμένους ανθρώπους. Κι όταν τους είπαν «μα εμείς δεν έχουμε τόσα χρήματα», τους απάντησαν «να πάτε στις τράπεζες να δανειστείτε”

«Υπάρχει ακόμα πάρα πολύς θυμός, υπάρχει πολλή στεναχώρια, που δεν είναι εύκολα διαχειρίσιμη, διότι οι άνθρωποι έχουν πρόβλημα επιβίωσης και επειδή έχουν πρόβλημα επιβίωσης, αισθάνονται ότι είναι κάπως έρμαια στις όποιες αποφάσεις της κυβέρνησης, οι οποίες αποφάσεις δεν είναι υπέρ του κόσμου. Δεν τους ευνοούν. Βιώνουν μια πολύ άσχημη κατάσταση και σε ψυχολογικό και σε οικονομικό επίπεδο», τονίζει η Νέλλη όταν συζητάμε για τους κατοίκους της Βόρειας Εύβοιας.

Ρισκάροντας να γενικεύσω, τους λέω πως το θέμα της Βόρειας Εύβοιας έχει σχεδόν ξεχαστεί και είναι λίγες οι πληροφορίες που μαθαίνουμε για την επόμενη ημέρα των κατοίκων της. «Χθες είχαμε μια προβολή του ντοκιμαντέρ και έτυχε, επειδή βρισκόταν εκεί κοντά, να έρθει και ένας από τους ανθρώπους που παρουσιάζονται σε αυτό και μας μίλησε για αυτό που νιώθει. Ο άνθρωπος μας περιέγραφε ότι βρίσκεται σε κατάσταση σοκ. Ακόμα δεν έχει συνειδητοποιήσει τι συνέβη, τους έρχονται ακόμα οι μνήμες από εκείνες τις ημέρες και να θέλουν να το ξεχάσουν, όπως καταλαβαίνετε, δεν μπορούν γιατί βγαίνουν από την πόρτα τους και βλέπουν αυτόν τον κρανίου τόπο και νομίζω ότι ήταν και σκοπός αυτός. Να δημιουργηθεί αυτό το σοκ στους ανθρώπους. Για να σας δώσω και μια είδηση, την οποία θα αναπτύξουμε στο δεύτερο μέρος του ντοκιμαντέρ, επειδή προσφάτως ήμασταν και πάλι σε αυτά  τα μέρη, μάθαμε ότι εκεί οι άνθρωποι που δούλευαν με το δάσος -και ξέρετε εκεί τα δάση είναι διακατεχόμενα, δηλαδή ανήκουν σε ιδιώτες με χαρτιά, αλλά δίνουν λόγο στο δασαρχείο- έμειναν χωρίς δουλειά, όπως καταλαβαίνετε. Καταστράφηκαν. Οπότε πρέπει τα δέντρα που κάηκαν εκεί πλέον να κοπούν, για να μπορέσει να αναγεννηθεί οι φύση. Οπότε οι δασικοί συνεταιρισμοί εκεί, για να έχουν δουλειά, είπαν να αναλάβουν αυτό το έργο. Να κόψουν ξύλα, να τα πουλήσουν, να μπορέσουν οι άνθρωποι να βιοποριστούν. Πρέπει  να σας πω ότι ζήτησαν από έναν συγκεκριμένο δασικό συνεταιρισμό εγγύηση 85.000 ευρώ για να μπουν να δουλέψουν. Εγγύηση από κατεστραμμένους ανθρώπους. Κι όταν τους είπαν «μα εμείς δεν έχουμε τόσα χρήματα», τους απάντησαν «να πάτε στις τράπεζες να δανειστείτε». Καταλαβαίνετε λοιπόν ποια είναι η πολιτική αντιμετώπιση των κατεστραμμένων ανθρώπων», μου αναφέρει ο Ιωάννης.

“Τα πράγματα χειροτερεύουν για την Εύβοια”

Οι κάτοικοι των κατεστραμμένων περιοχών δεν έχουν λάβει ουσιαστική στήριξη, αλλά αντιθέτως του ζητείται να πληρώσουν και οι ίδιοι. Μετά τα χρήματα της Αρωγής, που έλαβαν όλοι οι πυρόπληκτοι του Αυγούστου, οι κάτοικοι της Βόρειας Εύβοιας καλούνται να ανταπεξέλθουν και σε νέα εμπόδια. Από άδειες οικοδομής αν τα σπίτια τους καταστράφηκαν ολοσχερών, που στοιχίζουν γύρω στις 10.000 ευρώ μέχρι τη μηδενική αποζημίωση όσων είχαν κτήματα και καλλιέργειες, βγάζοντας τα προς το ζην, αλλά δεν ήταν δηλωμένοι αγρότες. «Εκεί στην περιοχή ο κόσμος ζούσε με μια αυτάρκεια. Κάποιος μπορεί να μην ήταν αγρότης, αλλά είχε το αμπέλι του, δυο κότες, και επιβίωνε. Δεν είχαν πολλά χρήματα, γιατί δεν υπάρχουν πολλές δουλειές στην περιοχή, αλλά ο ένας με τον άλλο, έβγαζαν τα προς το ζην. Τώρα έχασαν τα προς το ζην και δεν έχουν και χρήματα για να ζήσουν, οι άνθρωποι είναι σε μια απελπιστική κατάσταση και σε δυο χρόνια από τώρα δεν θα έχουν και να ζεσταθούν. Γιατί τώρα έχουν τα ξύλα που κάηκαν και κόβουν και καίνε τον χειμώνα, γιατί ο χειμώνας είναι βαρύς στην Εύβοια. Αυτά όμως θα σαπίσουν και δεν θα μπορούν καν να ζεσταθούν, γιατί οι άνθρωποι δεν έχουν χρήματα να πληρώσουν πετρέλαιο. Τα πράγματα χειροτερεύουν για την Εύβοια και πρέπει όλοι μας να βρούμε έναν συντεταγμένο τρόπο να τους συμπαρασταθούμε, διότι όχι απλώς είναι εγκαταλειμμένοι στην τύχη τους, αλλά τους δίνονται και εμπόδια” τονίζει η Νέλλη.

Από τη συζήτηση προκύπτει και η δική τους ψυχολογική αλήθεια. Η ψυχική δυσκολία του να βρίσκεσαι στη Βόρεια Εύβοια που πια δεν αναγνωρίζεις, μπροστά σε ανθρώπους που έχουν χάσει τα πάντα. Ο Ιωάννης μου εξηγεί πως παρόλο που δεν είναι η καταγωγή του από την Εύβοια, την επισκέπτεται από μικρό παιδί. Φανταστείτε ότι έχει ποτάμια, νερά, καταρράκτες, ένα δάσος καταπληκτικό, πέρα από τις καλλιέργειες και τους ανθρώπους. Καταλαβαίνετε ότι γύρω μας βλέπαμε μόνο μαύρο και στάχτη. Μύρισε γύρω ο αέρας καμένο. Δεν υπήρχαν πουλιά. Δεν ακούγαμε πουλιά, μόνο σε κάτι χωριά ακούγαμε κάποιες δεκοχτούρες και κάτι σπουργίτια βλέπαμε. Αυτό. Ήταν πραγματικά πολύ τραυματικό», αναφέρει. «Εγώ θέλω να σας πω ότι ακόμα είναι. Δηλαδή, τώρα που ξαναπήγαμε το Πάσχα εκεί. Είναι πάρα πολύ δύσκολο. Ειδικά όταν περάσαμε από κομμάτια που τα κόβουνε, γιατί πρέπει να γίνει, κατά ένα παράξενο τρόπο, έστω και καμένα, τα δέντρα που στέκονταν όρθια, έδιναν μια αίσθηση της περιοχής. Με το που αυτά πέφτουν και καραφλιάζει όλος ο τόπος, γίνεται εντελώς αγνώριστος και κάθε στιγμή που το βλέμμα μας στρέφεται γύρω γύρω είναι ένα πλήγμα. Υπάρχει ένας εσωτερικός πόνος. Συνεχόμενος», συμπληρώνει η Νέλλη.

“Θα τα ζεις τα πράγματα αληθινά ή θα κοιτάξεις να διαιωνίσεις τη ζωούλα σου;”

Στο πρώτο μέρος του ντοκιμαντέρ και το μοναδικό που είναι προς το παρόν διαθέσιμο, υψηλόβαθμο στέλεχος της Πυροσβεστικής, όχι μόνο παρουσιάζεται να μην έχει καμία πρόθεση να μπει στη μάχη και τη φωτιά, αλλά ειρωνεύεται κατοίκους που έχουν φτάσει στο σημείο να τον εκλιπαρούν να κάνει το χρέος του. Ρωτάω τη Νέλλη και τον Ιωάννη αν σκέφτηκαν ποτέ τις αντιδράσεις και αυτό το «μπλέξιμο» που συχνά φοβόμαστε οι άνθρωποι σε αυτή τη χώρα. «Το να φοβηθούμε για αυτό που κάνουμε ή όχι είναι θέμα στάσης ζωής. Ενδεχομένως, μπορεί να υπάρχουν πράγματι κίνδυνοι για μια δουλειά που κάνει κάποιος, αποκαλυπτική. Και άλλοι συνάδελφοι έχουν κάνει πιο αποκαλυπτικές από εμάς και έχουν διωχθεί. Αλλά είναι μια στάση ζωής. Θα τα ζεις τα πράγματα αληθινά ή θα κοιτάξεις να διαιωνίσεις τη ζωούλα σου; Την απλή σου επιβίωση χωρίς να ζεις αληθινά; Αυτό είναι ένα ερώτημα που πρέπει να απαντήσει ο καθένας. Τον νοιάζει να ζήσει πολύ ή τον νοιάζει να ζήσει αληθινά; Για εμάς έχει απαντηθεί το ερώτημα», μου απαντάει η Νέλλη.

Δες το πρώτο μέρος του ντοκιμαντέρ εδώ: