«Βούλωσέ το». Αυτό το όχι και τόσο σοβαρό -από όλες τις απόψεις- σχόλιο με έκανε να αναρωτηθώ για ποιο λόγο να μπει κάποιος στη διαδικασία να φλερτάρει με την κοπιωπία (σύνδρομο CVS), να πληκτρολογήσει 9 γράμματα συν το διάστημα, να πατήσει enter και να σχολιάσει κάτω από ένα κείμενο το οποίο δεν τον βρίσκει σύμφωνο. Το βάθος του συγκεκριμένου σχολίου, βέβαια, συγκριτικά με άλλα, πιο βαριά και με πιο ουσιαστικές προτροπές, ήταν μικρό, αλλά σε αντίθεση με αυτά με προβλημάτισε καθώς ήταν γραμμένο από έναν χρήστη με κανονική φωτογραφία και ονοματεπώνυμο. Κρίμα που ένας τόσο χαμογελαστός άνθρωπος, σύμφωνα πάντα με την φωτογραφία προφίλ του, παρακινεί άλλους να κλείσουν το στόμα τους όταν μιλούν ή γράφουν για κάτι που δεν τους καλύπτει.
Ο χρήστης με την κωδική ονομασία «Shut it» που λόγω δεοντολογίας δεν θα αποκαλύψω, μοιάζει απλός, από τα άτομα που συναντάς στο καφέ της περιοχής σου να πίνει φρέντο εσπρέσο με ολίγη και να συζητά για τα λάθη που έκανε ο προπονητής της ομάδας του O «Shut it», λοιπόν, ανήκει στην κατηγορία των «κανονικών» ή τουλάχιστον μοιάζει να είναι. Υπάρχει όμως και μία άλλη κατηγορία σχολιαστών, λιγότερο προβληματική όσο οξύμωρο και αν ακούγεται κάτι τέτοιο.
Συνήθως, oι «ευχές» για σύντομο κύκλο ζωής και ανίατες ασθένειες ανήκουν στα διαδικτυακά trolls που κρύβονται πίσω από την ανωνυμία τους. Τα αντανακλαστικά τους είναι σε εγρήγορση, κάθε τους κίνηση είναι στοχευμένη και το μόνο που θέλουν, είναι να προκαλέσουν αναστάτωση. Τους ξέρουμε, μας ξέρουν και ξέρουμε ποιους σκοπούς εξυπηρετούν. Αυτά τα άτομα, με την ανάλογη υπομονή και αδιαφορία τα περιορίζεις, το ζήτημα είναι τι γίνεται με τους «κανονικούς», τους χρήστες που σαν άλλοι «Shut it», χωρίς καμία ενσυναίσθηση και χωρίς ίχνος ευγένειας μοιράζουν hate comments όπως μοιράζουν τη σοφία τους στα καφέ που αναφέρθηκαν παραπάνω.
Γιατί κάποιοι επιμένουν να περνούν τη λεπτή γραμμή που χωρίζει έναν μαλάκα (με συγχωρείτε για την έκφραση, γεμίσαμε τουρίστες και οι τουρίστες λατρεύουν αυτή τη λέξη) με ονοματεπώνυμο από έναν καθημερινό παρατηρητή στα social media; Η ψυχολόγος Νάσια Φάντη θεωρεί ότι υπάρχουν πολλοί λόγοι που μπορεί να οδηγήσουν κάποιον σε άσχημους σχολιασμούς. «Μπορεί να είναι η συσσωρευμένη πίεση της καθημερινής ζωής, η δυσφορία που ίσως βιώνει κάποιος σχετικά με ένα συγκεκριμένο ζήτημα, η διαστρεβλωμένη αντίληψη γεγονότων και καταστάσεων, η ζήλια, η ανάγκη να αισθανθεί ανώτερος, δυνατός κλπ κλπ. Ωστόσο, δεν σημαίνει ότι υπάρχει πάντα μία βαθιά, πολύπλοκη αιτία πίσω από αυτές τις συμπεριφορές -πολλές φορές μπορεί να πρόκειται απλά για θυμό και αδυναμία διαχείρισης και ελέγχου του».
Η συνηθέστερη τακτική που ακολουθεί το μεγαλύτερο μέρος των χρηστών με άποψη κάτω από μία είδηση ή διαφήμιση μιας εταιρείας, είναι ο άμεσος σχολιασμός χωρίς να εξετάσουν, πόσο μάλλον να φιλτράρουν αυτό που διαβάζουν. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να προκληθεί ένα γενικότερο μπέρδεμα που τροφοδοτεί τους μετέπειτα σχολιασμούς των επόμενων που, παρασυρμένοι από τη δύναμη του διαδικτυακού όχλου, αντικαθιστούν την πραγματικότητα με την δική τους, φτιαχτή πραγματικότητα που πατά πάνω στη λάθος αντίληψη που έχει δημιουργηθεί. «Ο κόσμος που σχολιάζει αρνητικά ή με άσχημο τρόπο, τις περισσότερες φορές δεν μπορεί να αντιληφθεί ότι απευθύνεται σε κάποιον τρίτο, θεωρεί ότι απευθύνονται στον ιδιοκτήτη μιας εταιρίας και έτσι βγάζουν το μένος τους, χωρίς να σκέφτονται αν μιλάνε σε κάποιον υπάλληλο. Το σημαντικότερο όμως είναι ότι δεν καταλαβαίνουν αυτό που διαβάζουν», μου λέει ο Μιχάλης, ο οποίος εργάζεται ως social media manager και διαχειρίζεται τους λογαριασμούς δέκα εταιριών.
Τι γίνεται με τα διαδικτυακά ξεσπάσματα και γιατί ένα «βούλωσέ το» μοιάζει πλέον λογικό σε δημοκρατικό(;) περιβάλλον όπως αυτό των social media; «Το λογικό είναι υποκειμενικό. Προσωπικά θεωρώ τα ξεσπάσματα αναμενόμενα. Όταν κάποιος δυσκολεύεται να αναλογιστεί και να διαχειριστεί τις σκέψεις και τα συναισθήματα του και να τα εκφράσει με έναν βοηθητικό και εποικοδομητικό τρόπο, τα δευτερογενή συναισθήματα θα επικρατήσουν και θα τα ξεσπάσει με τον πιο άμεσο, εύκολο και ίσως ‘ασφαλή’ για τον ίδιο τρόπο – αυθόρμητα, με ένταση και πίσω από την οθόνη» υποστηρίζει η Νάσια και στην ερώτηση για το αν τα social media αλλάζουν την προσωπικότητα κάποιου, απάντησε πως «φέρνουν στην επιφάνεια διαφορετικές διαστάσεις της προσωπικότητας του καθενός, διαφορετικές ‘διαμορφώσεις’. Οι διαμορφώσεις είναι υποθετικές κατασκευές που φτιάχνει ο καθένας μας για να καλύψουν μια ανάγκη μας μέσω της εικόνας που έχουμε ή θα θέλαμε να έχουμε. Εκφράζουν κομμάτια του εαυτού μας και τα μετατρέπουν σε ένα ‘χαρακτήρα’. Το άτομο, ανάλογα με το περιβάλλον, τους ανθρώπους ή τις συνθήκες που καλείται να αντιμετωπίσει, διαλέγει και την αντίστοιχη διαμόρφωσή του, για να μπορέσει να ικανοποιήσει την ανάγκη που έχει τη δεδομένη στιγμή. Π.χ. εάν η ανάγκη του είναι να αισθανθεί ισχυρός, απειλητικός, ανώτερος κλπ κλπ, ίσως επιλέξει να εκφραστεί με αυτόν τον τρόπο στα social media».
Για τον Μιχάλη, που λόγω επαγγέλματος διαβάζει καθημερινά πολλά σχόλια, υπάρχουν δύο δρόμοι που ακολουθούν οι χρήστες. «Ο ένας δρόμος είναι ότι, όπως είναι κάποιος στην πραγματική τους ζωή είναι και στο Facebook, ίσως και λίγο χειρότερος. Στον άλλο δρόμο βλέπουμε αυτούς που καταπιέζονται στην πραγματική τους ζωή για διάφορους λόγους και έχουν δημιουργήσει ένα προφίλ για να ξεδίνουν. Σε πολλούς δεν μπαίνουμε καν στη διαδικασία να μιλήσουμε». Βέβαια, υπάρχουν και αυτοί που δεν χρειάζονται συνομιλητή για να αναπτύξουν το σκεπτικό τους. «Οι νέοι κρύβονται κυρίως πίσω από τα ανώνυμα προφίλ, οι μεγαλύτεροι σε ηλικία γράφουν συνήθως επώνυμα και τα περισσότερα αρνητικά/hate σχόλια είναι από αυτούς, πάνω δηλαδή από την ηλικία των 40-45 που έχουν και τη διάθεση να ασχοληθούν, να το κυνηγήσουν. Εγώ και εσύ να μπορεί να το αφήσουμε να περάσει, να μην ασχοληθούμε καν. Για παράδειγμα έχω δει άνθρωπο να ανοίγει διάλογο μόνος του, να είναι ειρωνικός και να γράφει ασταμάτητα μέχρι να του απαντήσουμε».
Ας παίξουμε τώρα με τη θεωρία των πιθανοτήτων και τις στοχαστικές διαδικασίες. Από την πρώτη στιγμή, αναρωτήθηκα ποιες είναι οι πιθανότητες ένα άτομο που σχολιάζει με άσχημο τρόπο να έχει την ίδια συμπεριφορά και εκτός της εικονικής του ζωής, αν κάποιος μπορεί να είναι τόσο αγενής τόσο πίσω από μια οθόνη όσο και κατά την παραγγελία του στο καφέ. Ναι, «Shut it», σε εσένα αναφέρομαι. Η Νάσια θεωρεί ότι «εάν η συμπεριφορά αυτή χωρά στην αυτο-εικόνα του και τη θεωρεί κομμάτι του, μπορεί να την εφαρμόζει σε διάφορα πλαίσια, εφόσον όμως αυτή συμπεριλαμβάνεται στη διαμόρφωση που επιλέγει για το εκάστοτε περιβάλλον. Δηλαδή, υπάρχει πιθανότητα όταν βρίσκεται σε ένα πραγματικό κοινωνικό περιβάλλον και σε αυτή του τη διαμόρφωση να χωρά η αγενής συμπεριφορά -κάτι το οποίο ενισχύεται εάν γίνεται αποδεκτή από το εν λόγω κοινωνικό περιβάλλον. Υπάρχει και η αντίθετη πιθανότητα, να επιλέγει μία διαμόρφωση χωρίς αγενή στοιχεία όταν συναναστρέφεται άλλους στην πραγματική ζωή, καθώς χάνει την ασφάλεια της ανωνυμίας και έρχεται αντιμέτωπο με τις εκάστοτε συνέπειες».
Και αφού μοιράσαμε τις πιθανότητες στη μέση, ας περάσουμε στο τελικό και κρίσιμο ερώτημα: γιατί γινόμαστε αγενείς στα social media και μάλιστα με ονοματεπώνυμο; «Γιατί είναι ένα χαρακτηριστικό που κάποιος μπορεί να θεωρεί ότι ταιριάζει στην αυτο-εικόνα του και να του την ενισχύει», απαντάει η Νάσια και σκέφτομαι την στιγμιαία ικανοποίηση που νιώθει κάποιος μόλις αφήνει το hate comment του. Ύστερα σκέφτομαι τη δική μου μόλις κάνω hide. «Είναι χρήσιμο εργαλείο», μου λέει γελώντας ο Μιχάλης, «αυτός που σχολιάζει άσχημα νομίζει ότι το αυτό που έγραψε είναι ακόμα εκεί ενώ στην πραγματικότητα μπορεί να το δουν μόνο οι φίλοι του». Αγαπητέ «Shut it», καλησπέρα…