Τραύματα. Οκ, το καταλάβαμε. Οι Νεοϋορκέζοι θα έρθει το 3022 και πάλι θα κάνουν σειρές στο Netflix που θα μιλάνε για τραύματα της παιδικής ηλικίας, ψυχαναλυτικές θεωρίες και παραισθησιογόνα. Ενοχές κουβαλάμε όλοι, αλλά οι Αμερικανοί δεν λένε να τις ξεφορτωθούνε, με τίποτα. Δεν μπορούνε να διαχειριστούν τους εαυτούς τους ως ενήλικες και πάντα τους φταίει η μάνα τους. Πείτε με επιφανειακή (αν και προτιμώ τον όρο κυνική ή πραγματίστρια) αλλά αν καθόμαστε να σπαταλάμε τη φαντασία μας για να εξηγήσουμε το παρελθόν μας, δεν θα ζήσουμε ποτέ το παρόν μας και εννοείται λυπάμαι όποιον πετύχετε στο μέλλον σας.
Η πρώτη σεζόν του Russian Doll ήταν συναρπαστική. Μια 36χρονη γυναίκα που κάπως είχε κολλήσει σε μια επαναληπτικότητα και με σκανδαλώδη απάθεια πέθαινε συνεχώς για να διορθώσει τα λάθη της. Εκεί θαυμάσαμε την μοναδικότητα της Νατάσα Λιόν αλλά κάπου βαρεθήκαμε να την βλέπουμε να καπνίζει και να αλλάζει χωροχρόνο μέσα σε ένα βαγόνι στα 40α γενέθλια της. Στην πρώτη σεζόν καταληξάμε στα αυτονόητα, κανείς δεν επιβιώνει μόνος του.
Στη δεύτερη σεζόν αποφασίσανε να το παίξουνε υπαρξιστές φιλόσοφοι και να μιλήσουν για τη γυμνότητα του ανθρώπου που αντιμετωπίζει το παράλογο χωρίς συναισθήματα. Θα ήθελα κάποιος να ενημερώσει τις δημιουργούς Λέσλι Χέντλαντ,Νατάσα Λιόν,Έιμι Πόλερ ότι δεν είναι ο Σαρτρ.
Η υπόθεση έχει ως εξής: Ένα τρένο λειτουργεί ως χρονοκάψουλα και η πρωταγωνίστρια, η Νάντια, βρίσκει τον εαυτό της στα σώματά της μητέρας και της γιαγιάς της. Επτά επεισόδια μετά κι ακόμη τριπάρουμε. Καταλάβαμε κάτι; Μάλλον ότι δεν μπορείς να ξεφύγεις από το οικογενειακό τραύμα. Σε λίγο πιο ψυχαναλυτικό mood βλέπουμε την πρωτοπρόσωπη αφήγηση της ευαλωτότητας και την απενοχοποίηση της ανάδειξης των σπασμένων εαυτών μας. Τολμηρή επιλογή για σειρά του Netflix. Δεν μας κέρδισε πάντως.
Αυτό με τη διαχείριση της μητριαρχικής κληρονομιάς δεν έγινε το υλικό για μια τηλεοπτική κωμωδία. Σαν την αποστολή της Νάντιας, ο δεύτερος κύκλος δεν έχει τελικά νόημα. Και της λέει συνέχεια η Ρουθ, να συνδεθεί με τους ανθρώπους που την νοιάζονται αντί να περιπλανιέται χαμένη στον χώρο και το χρόνο. Δεν την ακούει. Χάνεται η μπάλα πραγματικά με τα ταξίδια από τη Νέα Υόρκη στη Βουδαπέστ και από το 1944 στο 2022. Δεν κατάλαβα τίποτα όταν βρεθήκαμε στο Ανατολικό Βερολίνο.
Στην περίπτωση που κατοικεί το σώμα της μητέρας της έγινε μια απόπειρα να μιλήσει για τη σχιζοφρένεια. Κι αυτή ήταν η μοναδική σύνδεση της μάνας με την κόρη. Η Κλόι Σεβινί παίζει για άλλη μια φορά έναν αλλόκοτο χαρακτήρα. Η Νάντια φαίνεται να έχει υποστεί τη ζημιά των διαγενεακών ανεπούλωτων πληγών. Αλλά, χρυσό μου κορίτσι, όσα κβαντικά άλματα και να κάνει κανείς από το 2022 στο 1982 δεν μπορείς να απαλλάξεις τον εαυτό του από το μαρτύριο της καθημερινότητας και του θανάτου.
Ανθρώπινα αποδεχόμαστε ότι δεν μπορούμε να αλλάξουμε τις επιθυμίες των γυναικών κοντά στα 40 να εξηγήσουν τον κόσμο μέσα από τα μάτια των προγόνων τους. Αλλά, η δική τους ιστορία δεν ανήκει στις γυναίκες που μας γέννησαν. Το πένθος δεν εξηγείται. Βιώνεται. Αυτό δεν θα το καταλάβουν ποτέ οι Αμερικανοί που πιστεύουν ότι με τα apps και με τα manifesting τους θα λύσουν τα υπαρξιακά τους. Δεν αντέχουν τον εαυτό τους θλιμμένο.
Συμπέρασμα: Δεν μας έφερε λύτρωση αυτή η σεζόν. Ήταν γεμάτη ατέλειες.Τα λάθη του παρελθόντος δεν διορθώνονται. Οι περίπλοκες τηλεοπτικές σειρές που καταλήγουν στο μπλαζέ αξίωμα του «είναι υπέροχο τελικά να είσαι ζωντανός» μοιάζουν με στάτουζ Δεγαμινιώτη. Ήταν επτά οδυνηρά επεισόδια. Συμβουλή βγαλμένη από την ελληνική ταυτότητα μας: Κάνε κάτι λοιπόν να χάσω το τρένο.