Κλείσε τα μάτια σου και προσπάθησε να φέρεις στο μυαλό σου τον Τζίζους Κράιστ. Ο Ρόμπερτ Πάουελ σου ήρθε στο μυαλό. Το ήξερα! Είναι παράδοξο το πόσες προσπάθειες απεικόνισης του Χριστού έχουν βουλιάξει στο υποσυνείδητό μας, από εκείνες τις επισκέψεις-αγγαρεία στην εκκλησία όταν ήμασταν παιδιά, μέχρι το εικονοστάσι στο σπίτι της θείας ή της γιαγιάς ή το εικονάκι που παραδοσιακά κρεμόταν από τον καθρέφτη του αυτοκινήτου του μπαμπά της φίλης μας: σε όλες ο Χριστός έχει καστανά μαλλιά και μάτια, στρογγυλό πρόσωπο, έντονα μάγουλα που παραδοσιακά μαρτυρούν καλή υγεία. Κι όμως! Παρά την πλύση εγκεφάλου, η πρώτη προβολή του Ιησού από τη Ναζαρέτ και μόνο ήταν αρκετή για να δώσει μορφή στη σκέψη του Τζίζους και αυτή η μορφή δεν είχε καστανά μάτια ούτε στρογγυλά μάγουλα, είχε οστεώδες πρόσωπο, έντονα ζυγωματικά και τα πιο μπλε μάτια του σύμπαντος. Μάτια που αργότερα μάθαμε πως σε όλες τις σκηνές δεν ανοιγόκλεισαν ούτε για πλάκα, για να γίνει η φιγούρα του γιου του Θεού ακόμα πιο απόκοσμη και ιερή, αλλά ειλικρινά θα προτιμούσαμε να μην το έχουμε μάθει.
Δεν μπορώ να ανακαλέσω χρονιά κατά την οποία να μην προβλήθηκε η μίνι σειρά τη Μεγάλη Εβδομάδα. Με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, κάθε Πάσχα οι βραδινές στιγμές στο σπίτι, συνοδεύονται από τα επεισόδιά της. Μέσα στην ηρεμία της προετοιμασίας για βραδινή έξοδο, μπουμ, ακούγεται η μουσική των τίτλων έναρξης, και χωρίς να το καταλάβεις έχεις μείνει με το concealer στο χέρι και χαζεύεις στην τηλεόραση, απαντώντας μηχανικά ψέματα «σε 5’ είμαι έτοιμη» σε όσους ήταν αρκετά έξυπνοι να μην ανοίξουν την τηλεόραση εκείνο το βράδυ, για να προλάβουν ένα τραπέζι. Στο μεταξύ, μπορείς να ανακαλέσεις κάθε σκηνή και συνέχεια, μαζί με τα backstage μυστικά που αναπαράγονται κάθε χρόνο για τα γυρίσματα της σειράς. Η φωτογραφία με τον Πάουελ πάνω στον σταυρό να απολαμβάνει το ουίσκι του -holy, το λευκό και μπλε eyeliner που χρησιμοποιήθηκε στο μακιγιάζ των ματιών του για να έχουμε εμείς σήμερα να γράφουμε για αυτό το βλέμμα, τα μπινελίκια που κόβονταν μαχαίρι όποτε εμφανιζόταν ο Πάουελ στο σετ, από σεβασμό γιατί και το ίδιο το crew της ταινίας είχε πια αρχίσει να πιστεύει πως ο τύπος είναι ο Μεσσίας, είναι όλα λεπτομέρειες χωρίς τις οποίες, ειλικρινά, μπορούσαμε και να ζήσουμε. «Όταν τελειώνεις κάτι, οι άνθρωποι θέλουν να μιλήσουν για αυτό. Και νομίζω πως είναι σχεδόν έγκλημα», έχει πει ο David Lynch σχολιάζοντας το για ποιο λόγο δεν σκοπεύει ποτέ να μιλήσει για τα τι και τα πώς των γυρισμάτων των ταινιών του, και το αγοράζουμε, διάολε.
Στην περίπτωση του Ιησού από τη Ναζαρέτ, μιας μίνι σειράς που σχεδόν ο καθένας βλέπει ανεξάρτητα από το αν πιστεύει πως έχει κανένα νόημα να συζητάμε τη λέξη «Μεσσίας» το 2021, ακόμα και αν θεωρεί την ιστορία του Χριστού ένα παραμυθάκι που χωνέψαμε λίγο άτσαλα, οι πολλές extra πληροφορίες χαλάνε τη μαγεία. Βρίσε με, αλλά σοβαρά, θα ήθελα να μπορώ ακόμα και σήμερα να βλέπω τη σκηνή της σταύρωσης χωρίς να υπολογίζω πως λίγο πριν και λίγο μετά ο ηθοποιός (στον οποίο νομίζω έχω προσευχηθεί μικρή, εκτός αν το ονειρεύτηκα) ήπιε δυο τρεις γουλίτσες κονιάκ για να αντέξει το κρύο. Δεν ήθελα να ξέρω για eyeliners. Στην καραντίνα του 2020, την ορθόδοξη, την πρώτη, κατάφερα μετά από πολύ καιρό να ξαναδώ τη σειρά αυτή σαν να ήταν η πρώτη φορά. Βλέπεις τότε, ζώντας την πρωτόγνωρη εμπειρία της απομόνωσης, των απαγορεύσεων και των υγειονομικών κινδύνων, προσπαθούσαμε να επανασυστηθούμε με τα πάντα. Ακόμα και από τη σειρά του Τζεφιρέλι που οι Millennials παρακολουθούμε since day 1. Πες με τρελή, αλλά στη σταύρωση σχεδόν έκλαψα, ξέχασα τα κονιάκ και τα eyeliner, τουλάχιστον μέχρι τη σκηνή της αποκαθήλωσης. Εκεί αστραπιαία αναρωτήθηκε πού μπορεί να έχουν ακουμπήσει το ποτήρι με το κονιάκ.
«Ου γαρ οίδασι τι ποιούσι», λέει ο Τζίζας προσπαθώντας να πείσει τον πατέρα του να μη ρίξει φωτιά να μας κάψει όσο βρίσκεται στον σταυρό και αυτήν ακριβώς τη φράση νιώθω την ανάγκη να χρησιμοποιήσω ενάντια σε όλη αυτή την ανάγκη για υπερπληροφόρηση πάνω σε θεάματα που μας έκαναν να ανατριχιάσουμε. Δεν ξέρουν τι κάνουν όσο ψάχνουν, μαθαίνουν, υπερπλουστεύουν, εξορθολογίζουν το αδιανόητο, το μαγικό, το larger than life. Όχι άλλη πληροφορία, παιδιά. Τα μάτια του Πάουελ είναι τόσο μπλε γιατί έτσι, γιατί έμελλε να γυριστεί μια και μοναδική σειρά που μας έκανε να νιώσουμε ένα οριακά μεταφυσικό ανατρίχιασμα που ξεχνάμε τρίαντα λεπτά μετά, μπαίνοντας βιαστικά σε ταξί για το ποτό της Ανάστασης. Γιατί το αξίζαμε. Τελεία.
Φέτος, η σκηνή που κρατώ, δεν ξέρω γιατί, είναι εκείνη που ο «θεάνθρωπος» -ήθελα πολύ να γράψω κάποια στιγμή αυτή τη λέξη- δεν θέλει να «πιει αυτό το ποτήρι». Η στιγμή που δειλιάζει. Η σκηνή που θυμάσαι τη γιαγιά σου ή τη μαμά σου να σου λένε πως «εκεί φάνηκε η ανθρώπινη διάστασή του» με συγκίνηση στα μάτια και στην εκφορά του λόγου, δίνοντάς σου να καταλάβεις πώς διαβάζεται η σειρά από ανθρώπους που πιστεύουν βαθιά, χωρίς να αμφισβητούν και να αναρωτιούνται. Αυτοί οι ρομαντικοί, που το «αγαπάτε αλλήλους» δεν το θυμούνται μόνο τη Μεγάλη Εβδομάδα και που μεταφέρουν το άγιο φως στο καντήλι τους με ευλάβεια. Σαν ένα δώρο που τους χαρίζεται κάθε χρόνο.
*Για τα πρακτικά, να αναφέρουμε πως τα μάτια του Πάουελ ανοιγόκλεισαν μια και μοναδική φορά, στη σκηνή της σταύρωσης. Και τώρα που το μάθαμε, δηλαδή, τι καταλάβαμε;