Η δίκη για τον ομαδικό βιασμό και τη δολοφονία της Ελένης Τοπαλούδη συνεχίστηκε σήμερα, στο Μικτό Ορκωτό Εφετείο των Αθηνών, με τις καταθέσεις των γονιών του θύματος. Στο βήμα του μάρτυρα ανέβηκε πρώτος ο πατέρας της Ελένης Τοπαλούδη, Γιάννης, που ζήτησε συγγνώμη από το δικαστήριο για την ένταση.
Σύμφωνα με πληροφορίες της Άννας Βλαχοπαναγιώτη για την ΕΡΤ ο Γιάννης Τοπαλούδης αναφέρθηκε και στον άλλο βιασμό της Ελένης έναν χρόνο πριν τη δολοφονίας της, εκφράζοντας τη δυσαρέσκεια του για τον τρόπο που αντιμετωπίστηκε όταν πήγε να τον καταγγείλει, όπως και την ύπαρξη σχετικού βίντεο, επισημαίνοντας ότι «η Ελένη από τότε ζούσε σε κλίμα εκβιασμού. Το κορίτσι μας βίωνε το ψυχολογικό Γολγοθά των εκβιασμών. Γιατί δεν το είπε σε μας; Είμαστε σίγουροι ότι ζούσε τον Γολγοθά της».
Ο Γιάννης Τοπαλούδης αναφέρθηκε και στις τελευταίες τηλεφωνικές επικοινωνίες που είχαν με την Ελένη στις 26 και 27 Νοεμβρίου του 2018. Η φοιτήτρια δολοφονήθηκε στις 28 Νοεμβρίου εκείνου του έτους. «Την Τετάρτη δυστυχώς δεν απαντούσε στα τηλέφωνα. Την επόμενη ημέρα άρχισε να μας κυριεύει το άγχος. Άρχισαν να μας κυριεύουν οι άσχημες σκέψεις. Την Παρασκευή πήραμε κι άλλα τηλέφωνα, τον σπιτονοικύρη, φίλους και τελικά πήγαμε στο ΑΤ στο Διδυμότειχο και κάναμε δήλωση εξαφάνισης. Την ίδια ημέρα αργότερα με πήρε τηλέφωνο ένας αστυνομικός, συγγενής μας και πήγα στο αστυνομικό τμήμα. Αμέσως κατάλαβα. Είδα το βλέμμα συμπόνιας στους αστυνομικούς και τα δακρυσμένα μάτια. Εκεί έπεσε όλος ο κόσμος μου, ήρθε ένα απόλυτο κενό στη ψυχή μας. Όταν γύρισα σπίτι δεν μπορούσα να πω κάτι, απλά έκανα ένα απλό νεύμα. Να μην συμβεί σε κανέναν να δει μία μάνα να κλαίει και να μαλλιοτραβιέται όταν ακούει τον θάνατο του παιδιού της»
Ο πατέρας της Ελένης έκανε αναφορά και στις ημέρες που ακολούθησαν, όταν βρέθηκε στη Ρόδο για να παραλάβει τη σορό του παιδιού του και να μαζέψει τα προσωπικά της αντικείμενα από το σπίτι.
«Προσπαθήσαμε να μαζέψουμε κομμάτια μας, να βρούμε αεροπορικά εισιτήρια και να πάμε στη Ρόδο. Εγώ δεν άντεξα να μπω στο νεκροτομείο. Μπήκε μόνο ο αδελφός μου. Την επόμενη ημέρα μας έδωσαν κλειδιά από διαμέρισμα της Ελένης. Είναι το δεύτερο πιο συγκλονιστικό που βιώνει ένας γονιός που έχει χάσει το παιδί του. Τρέχανε τα δάκρυα όταν μπήκαμε στο σπίτι. Αυτό που μου έκανε εντύπωση πως το πλυντήριο ήταν ακόμα αναμμένο. Είχε αποτσίγαρα και στο τραπέζι κάποιες τσιχλίτσες. Πήρα όλα τα πράγματα της, ήταν οι αναμνήσεις μας. Πήρα ακόμα και τα φρούτα που είχε αγοράσει διότι τα είχε πάρει για το εαυτό της και τα έριξα μέσα στο τάφο. Δεν ήθελα να αφήσω τίποτα που ήταν της Ελένης.
Για τους κατηγορούμενους ο Γιάννης Τοπαλούδης εστίασε τόσο στο βεβαρυμένο παρελθόν, όσο και στην συμπεριφορά τους μετά το στυγερό έγκλημα για το οποίο έχουν καταδικαστεί πρωτόδικα.
«Τι να σχολιάσω ότι πήγαιναν για καφεδάκια, γυμναστήρια, συνέχιζαν την ζωούλα τους μετά το έγκλημα; Ότι αυτός είχε ξαναβιάσει και μάλιστα κορίτσι ΑΜΕΑ (σσ αναφέρεται στον έναν από τους δύο κατηγορούμενους.) Είμαι σίγουρος ότι στο σπίτι κολαστήριο πήγαν και άλλα κοριτσάκια. Η Ελένη αντιστάθηκε γι’ αυτό συνέβη όλο αυτό. Αν δεν ήταν Ελένη μας θα ήταν κάποιο άλλο κοριτσάκι. Για εμάς οι γονείς των κατηγορουμένων είναι οι ηθικοί αυτουργοί και της δολοφονίας Ελένης και των ίδιων τους παιδιών. Όταν έβγαζαν τα μαχαίρια από δημοτικό, όταν ήταν ο φόβος και ο τρόμος, τι έκαναν για τα παιδιά τους; Απολύτως τίποτα, αλλά το έπαιζαν και νταήδες. Ενίσχυαν την θρασύδειλη συμπεριφορά των παιδιών τους. Έβριζαν και έφτυναν τους εκπαιδευτικούς. Εξαφάνιζαν οτιδήποτε έπρεπε να εξαφανιστεί, στρώμα, κινητά κ.ά. Και η γιαγιά και ο θείος άκουγαν κραυγές τρόμου κόρη μας. Το παιδί μας σπάραζε και αυτοί έκαναν τους κουφούς».
«Εγώ και η μητέρα της Ελένης είμαστε ψυχικά νεκροί. Ξέρετε ποιες ήταν οι τελευταίες λέξεις του παιδιού μου “θα σας βρει ο πατέρας μου!”. Ποιος πατέρας θα μπορούσε να αντέξει να ηχούν αυτές οι λέξεις καθημερινά στα αυτιά του; Όμως αντέχουμε διότι νιώθουμε ένα χρέος απέναντι στην κοινωνία, καμία άλλη γυναίκα να μην κακοποιηθεί».