Αποχαυνωμένοι καταναλώσαμε μια χαστούκα που μας αποκάλυψε κάτι που γνωρίζαμε ήδη. Η κλίκα των κακομαθημένων σταρ του Χόλιγουντ πιστεύει ότι μπορεί να περπατήσει στο νερό. Δεν την αγγίζουν κανόνες και νόμοι που επιβάλλονται στους κοινούς θνητούς. Δεν δέχεται κάνσελ, θα παραμείνει μια ζωή ανδροκρατούμενη, σεξιστική, τα βραβεία θα δίνουν γερασμένες επιτροπές που θέλουν πάνα βρακάκι το βράδυ για τις διαρροές και ο κόσμος θα γεμίζει τις αίθουσες μόνο για υπερήρωες πατώντας καρδούλες σε ριαλιτατζούδες με ωραία οπίσθια και πλαστικά βυζιά.
Τώρα που τα βγάλαμε από μέσα μας, ας μιλήσουμε για τα σημαντικά. Ο Ριζ Άχμεντ είναι ένας άνθρωπος που έχει να πει κάτι σημαντικό. Μιλά για την ταυτότητα και την εμπειρία των Βρετανών παιδιών που έχουν καταγωγή από το Πακιστάν. Ο ηθοποιός και ράπερ όπου έχει παίξει δεν απογοητεύει. Και η ραπ του είναι καλύτερη από αυτών των κινούμενων πανηγυρτζήδων που ακούει η νεολαία στις αυλές των σχολείων.
Εννοείται τον έχουν ανακρίνει σε αεροδρόμια εξαιτίας του παρουσιαστικού του. Εννοείται ότι δεν ένιωσε σαν το σπίτι του όταν πήγε να σπουδάσει στην Οξφόρδη. Εννοείται ότι είναι το μοναδικό όσκαρ που είχε σημασία φέτος. Εντάξει, υπερβολή. Αλλά, σχεδόν σας εκλιπαρώ να δείτε την ταινία μικρού μήκους που του έφερε το αγαλματάκι στο σπίτι του. Θα πάθετε σοκ με το “The Long Goodbye” (οσκαρικό πλέον στην κατηγορία Live action short film).
Μαζί με τον Ανέιλ Καρία έγραψαν και σκηνοθέτησαν ένα ταινιάκι που κυκλοφόρησε το Μάρτιο του 2020 και μιλά για την άνοδο της ακροδεξιάς μετά το Brexit, τη ρητορική κατά της μετανάστευσης και το μίσος για τους πρόσφυγες (αυτούς με το «λάθος» χρώμα δέρματος). Ο Άχμεντ έχει σπουδάσει φιλοσοφία, λογικό είναι να ψάχνεται συνεχώς με την ταυτότητά του και τη θέση του στον κόσμο που γίνεται πιο δυστοπικός από όσο αντέχουμε.
Η υπόθεση είναι βγαλμένη από τη ζωή κάθε οικογένειας πακιστανικής καταγωγής στην Αγγλία. Κάπου σε προάστια του Λονδίνου (άχρονο, θα μπορούσε να είναι στο απάνθρωπο μέλλον, σε ένα ανατριχιαστικό παρόν) μια οικογένεια ετοιμάζεται για μια γιορτή με αφορμή ένα γάμο. Είναι μια μεγάλη δεμένη οικογένεια. Χαρές, χοροί, παιδάκια. Μέχρι που η βία χτύπα την πόρτα. Μαυροντυμένοι, κατάλευκοι, σωματώδεις άνδρες με όπλα μπουκάρουν στο σπίτι τους και τους βρίζουν, τους απαγάγουν, τους σκοτώνουν. Τους μισούν. Έχουν ως άτυπο βοηθό τους την αστυνομία. Δεν είναι ευπρόσδεκτοι στη χώρα τους οι άλλοι.
Η κορύφωση έρχεται με τον μονόλογο/ραπ του Άχμεντ. Φτύνει κατάμουτρα τις ρίμες του για τον καθημερινό εφιάλτη των περιθωριοποιημένων κοινοτήτων στο Ηνωμένο Βασίλειο (καλά κι αλλού, δεν ξεχνάμε τη δική μας εγκληματική οργάνωση). Ουσιαστικά ο Ριζ Άχμεντ έφτιαξε σε 11 κυνικά λεπτά τον χειρότερο του εφιάλτη. Κάτι που πίστευε ότι μπορεί να συμβεί στη ζωή του. Γι αυτό είναι συγκλονιστικό και ποιητικό ταυτόχρονα.
Στο λόγο του, στον ευχαριστήριο λόγο του, που δεν είδα χθες πουθενά στις ειδήσεις κι έπεσε τυχαία πάνω του σήμερα, είπε κάτι που αγγίζει κάθε άνθρωπο προικισμένο με ενσυναίσθηση και κοινή λογική. «Σε τόσο διχασμένους καιρούς, πιστεύουμε ότι ο ρόλος της ιστορίας είναι να μας υπενθυμίζει ότι δεν υπάρχουν «εμείς» και «αυτοί». Υπάρχει μόνο «εμείς Αυτό το βραβείο είναι για όλους όσοι νιώθουν ότι δεν ανήκουν. Δεν είσαι μόνος».
11 λεπτά και κάτι με ένα ερώτημα τόσο συνταρακτικά απλό: «Γιατί με μισείς;».