Πάει αρκετός καιρός από τότε που μ’ απασχολούσε το μέρος που θα βγω για ποτό. Χρόνια με τα χρόνια, τα κριτήρια επιλογής άλλαζαν. Από το πού θα μαζεύει τον περισσότερο κόσμο, φτάσαμε στο «λίγοι και καλοί» και από την κατανάλωση σφηνακίων τεκίλας που μας έβρισκε ημιλιπόθυμους (όχι εμένα, έναν φίλο) ξερνώντας σε κάποια τουαλέτα, κάναμε στροφή στην ποιότητα. Ωστόσο πάντα υπήρχε μία συνθήκη που έμενε αμετάβλητη. Εκείνη του φαγητού που θα έκλεινε την βραδιά. Και αν η φάση είχε ξεφύγει από την τσιπουροκατάσταση και τα πιάτα που το συνοδεύουν, η επιλογή ήταν πάντα μία.
Εκείνη η καντίνα που πάντα είχε ανοιχτές τις πόρτες και άφηνες τον εαυτό σου στα χέρια του καντινιέρη. Τα χέρια που δε δημιουργούν απλώς φαγητό, αλλά παράγουν τέχνη. Κι ενώ στη ζωή «σημασία έχει το ταξίδι και όχι ο προορισμός», όσον αφορά το φαγητό σημασία έχει πάντα ο προορισμός. Μάλιστα όταν πλέον έχεις πατήσει τα πρώτα άντα, τότε το φαγητό είναι ίσως και ο μοναδικός λόγος για να βγεις.
Το να κανονίσεις για ποτό είναι η καλύτερη αφορμή. Η δικαιολογία για να βγεις το Σαββατόβραδο, να πας μία περατζάδα στα bars της πόλης και στο τέλος να βρεις καταφύγιο στη θαλπωρή του φαγητού. Και φυσικά δεν έχει σημασία να είναι βρώμικο καντίνας. Μπορεί να είναι ένα burger από τα McDonald’s (ναι αυτή η πλαστικούρα που μπορεί να μείνει για πέντε χρόνια άθικτη), ένα πιτόγυρο (ψέμα, ποτέ δεν είναι ένα) ή τα σάντουιτς των Everest που μεγάλωσαν «γερά γερά φοιτητόπαιδα».
Το να επιλέγεις να βγεις για φαγητό είναι ένα σημάδι ωριμότητας. Είναι η γέφυρα ανάμεσα στην φοιτητική σου κατάσταση και την ενήλικη ζωή σου. Είναι το επόμενο βήμα μετά τον έρωτα. Είναι αγάπη. Στη δική μου περίπτωση το ποτό γίνεται ο αρωγός της προσπάθειας για να απολαύσω το φαγητό. Το ποτό είναι το προκαταρκτικό και το φαγητό η κυρίως πράξη. Η «βρωμιά» μετά το ποτό είναι η απόλυτη απόλαυση. Είναι η στιγμή που ο ουρανίσκος φτάνει σε οργασμό. Και μεταξύ μας, ο ουρανίσκος μας ποτέ δε θα προσποιηθεί.
Όπως κι εγώ αρνούμαι να προσποιούμαι πλέον. Για μένα το φαγητό είναι μία ιεροτελεστία. Μάλιστα σε τέτοιο βαθμό που κάνω σκέψεις μήπως τελικά είναι προτιμότερο να βγαίνω για βρώμικο κανά δίωρο και να σβήνω μ’ ένα τζιν τόνικ. Πολύ πιθανό να κάνει και πιο εύκολο και γλυκό τον ύπνο. Ίσως τελικά να έφτασε η στιγμή να πέσουν οι μάσκες, τα πέπλα ν’ ανασηκωθούν και να κάνουμε το επιβεβλημένο coming out.
Να παραδεχτούμε με ειλικρίνεια πως ο λόγος που βγαίνουμε για ποτό είναι για να απολαύσουμε το φαγητό στο τέλος της βραδιάς. Απλά και τίμια.