Η τηλεργασία έχει αποτελέσει ένα μέτρο-μπαλαντέρ από την αρχή της πανδημίας. Στη χώρα μας, δεν ήταν όλοι οικείοι με αυτό το μοντέλο εργασίας και η υγειονομική κρίση ήρθε να αποδείξει πως οι Έλληνες εργοδότες έχουν αναπτύξει αλλεργία στην τηλεργασία. Το θέμα όμως είναι τι λένε οι εργαζόμενοι για όλα αυτά.

Η έρευνα με τίτλο «Τηλεργασία: Ήρθε για να μείνει;», που διεξήχθη από το Εργαστήριο Διοίκησης Ανθρωπίνου Δυναμικού, που υποστηρίζει επιστημονικά το Μεταπτυχιακό Πρόγραμμα στη Διοίκηση Ανθρώπινου Δυναμικού του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών, δείχνει πως οι εργαζόμενοι λένε «ναι» στην πανδημία, αλλά με μέτρο. Τι σημαίνει αυτό;

Σύμφωνα με το ΑΠΕ-ΜΠΕ, η Ελεάννα Γαλανάκη, επιστημονική υπεύθυνη της έρευνας, διευθύντρια του Εργαστηρίου ΔΑΔ, αναφέρει πως σε γενικές γραμμές η στάση των Ελλήνων εργαζομένων απέναντι στην τηλεργασία είναι θετική, δεδομένου ότι γίνεται μια φορά ή περισσότερες ανά εβδομάδα ή όποτε αυτό κρίνεται απαραίτητο.

Η κα.Γαλανάκη ανέφερε πως το 54% των ερωτηθέντων έχουν πλέον μια εμπειρία τηλεργασίας, είτε κατά τη διάρκεια της πανδημίας είτε νωρίτερα. Πριν την πανδημία, μόλις το 28% είχε εμπειρία εργασίας από απόσταση. Οι τηλεργαζόμενοι είναι λιγότεροι κατά τη διάρκεια της έρευνας το 2021 (27,8%) σε σχέση με το 2020 (52%), γεγονός που βγάζει νόημα, μιας και τα σχετικά «μέτρα» είχαν χαλαρώσει. Το αν βέβαια αυτό βγάζει νόημα σε σχέση με τον αριθμό των κρουσμάτων καθαυτό, λογικά είναι άλλη υπόθεση.

Σε κάθε περίπτωση, γίνεται εμφανές πως οι επιχειρήσεις δεν επέλεξαν να κρατήσουν την από απόσταση εργασία. Παράλληλα, ελάχιστοι είναι οι εργαζόμενοι που ανέφεραν πως θα ήθελαν να τηρηθεί η τηλεργασία γενικώς ή τουλάχιστον τις περισσότερες ημέρες της εβδομάδας (6,3%) είτε ποτέ ξανά (9,4%).

Όπως προκύπτει από την έρευνα, από όσους δεν έχουν καμία εμπειρία τηλεργασίας (το 50%), το 40% δεν θα ήθελε να εργαστεί από απόσταση, ενώ το άλλο 40% δηλώνει αδιάφορο για το concept (ούτε προτίμηση, ούτε αποφυγή). Υπάρχει, ωστόσο, ένα 20% που δηλώνουν ότι θα ήθελαν να έχουν τη δυνατότητα της τηλεργασίας και ας μην την έχουν δοκιμάσει.

Από όσους κάνουν τηλεργασία σήμερα επιθυμούν να συνεχίσουν σε αυτό το μοντέλο και το 84% προτιμά είτε με μια τακτικότητα στην τηλεργασία (μια φορά ή περισσότερες ανά βδομάδα) είτε σπάνια εφαρμογή τηλεργασίας, δηλαδή όποτε χρειάζεται. Αυτά σε ποσοστά 50,5% και 34% αντίστοιχα.

Οι μεγαλύτεροι σε ηλικία είναι εκείνοι που αντιμετωπίζουν με αρνητικότητα την τηλεργασία. Μαζί με εκείνους που η δουλειά τους «βοηθά τους άλλους», όπως εκπαιδευτικοί, ιατροί, νοσηλευτές, πάροχοι πληροφοριών, κτλ.). Πιο θετικοί είναι όσοι δουλεύουν με νούμερα, αρχεία, μηχανές, με δεδομένο και τακτικό τρόπο.

Τρεις στους πέντε ερωτηθέντες ««αντιμετωπίζουν λιγότερο εργασιακό άγχος όταν εργάζονται από απόσταση, έχουν καλύτερη αποδοτικότητα, ενώ εξοικονομούν χρόνο και δαπάνες μετακίνησης», αναφέρεται στην έρευνα.

Βέβαια, επισημαίνει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ η κ. Γαλανάκη, τα ευρήματα για το υπόλοιπο δείγμα, δηλαδή 2 στους 5 ερωτηθέντες, υποδηλώνουν πως «αρκετοί έχουν στρες», γιατί «μπορεί ο εργαζόμενος να δυσκολεύεται να συμβιβάσει τους πολλαπλούς ρόλους, πχ φροντιστής οικογένειας και δουλειά». Το παραπάνω ποσοστό ήταν υψηλότερο το 2020, όπου και τα σχολεία ήταν κλειστά, ενώ το 2021 μειώθηκε, προσθέτει η κ. Γαλανάκη.

Μέσα σε όλα, η τηλεργασία φαίνεται να αύξησε τις ώρες εργασίας σε σχέση με πριν την πανδημία. Ενώ, το υποψιαζόμασταν όλοι, ήρθε το 42% των ερωτηθέντων να το επιβεβαιώσει.

«Η αποκλειστική τηλεργασία δε συστήνεται σύμφωνα με τη βιβλιογραφία», υπογραμμίζει η κ. Γαλανάκη. «Οι άνθρωποι είναι κοινωνικά όντα και πρέπει να έρχονται σε επαφή με άλλους ανθρώπους, έτσι χτίζονται σχέσεις εμπιστοσύνης», εξηγεί. Επίσης, την περίοδο της πανδημίας, όπου οι άνθρωποι κλείνονται στα σπίτια τους, παρατηρείται αύξηση των ψυχολογικών φαινομένων, συμπληρώνει.

Επιπλέον, δεν μπορούν όλα τα επαγγέλματα να κάνουν τηλεργασία. Σύμφωνα με μελέτη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, μόνο το 50% περίπου των εργαζομένων ανά χώρα μπορεί να δουλέψει εξ αποστάσεως, περιγράφει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ η κ. Γαλανάκη.

Στην Ελλάδα το ποσοστό αυτό είναι χαμηλότερο, γύρω στο 40%, γιατί σημαντικό μέρος του πληθυσμού εργάζεται στον πρωτογενή τομέα (αγρότες), στον τουρισμό και στη ναυτιλία, όποτε υπάρχει «μικρότερη αναλογία δυνητικά τηλεργατικών επαγγελμάτων». Επιπλέον, σύμφωνα με την κ. Γαλανάκη η τηλεργασία φαίνεται να συνηθίζεται στην Αθήνα και σε πολύ μικρότερο βαθμό στην επαρχία.

Τέλος, η έρευνα έδειξε επίσης πως η πλειοψηφία των εργοδοτών (63%) το 2021, περισσότεροι από ότι το 2020, παρείχαν εργαλεία υποστήριξης της τηλεργασίας, κυρίως φορητούς υπολογιστές, λογισμικό και εργαλεία πρόσβασης/ επικοινωνίας. Οι τηλεργαζόμενοι στις μεγαλύτερες επιχειρήσεις, όμως, ένιωσαν σημαντικά μεγαλύτερη υποστήριξη από τους εργοδότες και τους συναδέλφους τους, από ότι οι εργαζόμενοι στις μικρότερες.πως και να έχει, οι προβλέψεις των περισσότερων ερωτώμενων για την τηλεργασία είναι ότι θα διευρυνθεί η χρήση της στο μέλλον. Αυτή η πεποίθηση είναι πιο ισχυρή το 2021 από το 2020 και σε όσους έχουν εμπειρία τηλεργασίας. «Η τεχνολογία μας επιτρέπει αυτό το νέο τρόπο εργασίας, ο οποίος έχει πολλές δυνατότητες, αλλά πρέπει να χρησιμοποιείται με μέτρο και μέχρι εκεί που είναι εφικτό», καταλήγει η κ. Γαλανάκη.