Η Γεωργία Μπίκα, σε συνέντευξή της στο zougla.gr και τον Μάκη Τριανταφυλλόπουλο, μίλησε για τα όσα έζησε την παραμονή της Πρωτοχρονιάς στη σουίτα ξενοδοχείου της Θεσσαλονίκης. Όπως είπε η 24χρονη, η οποία κατήγγειλε πως έπεσε θύμα ομαδικού βιασμού, «δεν είχε δύναμη να το αποτρέψω» και «υπάρχει ομάδα που εκμεταλλεύεται ευάλωτα κορίτσια». Οι εξελίξεις στην υπόθεση τις τελευταίες ώρες είναι πολλές, καθώς όπως έγινε γνωστό, οι τοξικολογικές εξετάσεις έδειξαν ότι η κοπέλα εκείνο το βράδυ είχε καταναλώσει αλκoόλ και ουσίες που επηρέασαν το νευρικό της σύστημα. Ακολουθούν τα 5 σημαντικότερα σημεία που κρατήσαμε από την συνέντευξή της.
Για το πώς βρέθηκε στο πάρτι
Όπως είπε, γνώριζε τον Μάνο Παπαδόπουλο «εδώ και δύο-τρία χρόνια», από καφέ-μπαρ της Θεσσαλονίκης, αρχικά ως πελάτισσα και στη συνέχεια ως φίλοι. «Με τον συγκεκριμένο άνθρωπο δεν είχαμε βγει ποτέ, αλλά τον εμπιστευόμουν λόγω της καφετέριας, μας πρόσεχε, μας συμπεριφερόταν σωστά και θεώρησα ότι μπορούσαμε να είμαστε και φίλοι». Όταν ο Μάνος Παπαδόπουλος της έκανε την πρόταση για το πάρτι, η Γεωργία Μπίκα βρισκόταν στο καφέ «Αχίλλειον» με μια 17χρνη φίλη της η οποία θεώρησε προσβολή να μην παρευρεθούν σε αυτό. Την παραμονή της Πρωτοχρονιάς, όπως είπε, είχε είχε πολλές κλήσεις και μηνύματα από τον συγκεκριμένο άνδρα και έτσι αποφάσισαν να πάνε.
Τι συνέβη στο πάρτι
Η Γιωργία Μπίκα έκανε γνωστό ότι είχε ήδη καταναλώσει αλκοόλ πριν πάει στο πάρτι και όταν βρέθηκε σε αυτό, παρατήρησε ότι «ήταν περισσότερες οι κοπέλες, λιγότεροι οι άνδρες. Δεν συστηθήκαμε με κανέναν. Δεν γνώριζα κάποιον εκτός από τον Μάνο και ακόμα ένα παιδί, το οποίο ήρθε να γνωριστούμε μέσω μιας γνωστής μου που βρήκαμε στο πάρτι. Ήταν μόνες μας, τρία κορίτσια σε μια γωνία και αποφασίσαμε να απέχουμε από όλο αυτό. Ήταν φανερό πως δεν ήμασταν και ευχαριστημένες με το πάρτι και είπαμε να καθίσουμε μισή με μια ώρα, να πιούμε ένα ποτό και να φύγουμε». Στη συνέχεια «ήπιε δύο ποτήρια σαμπάνιας δικής της επιλογής, αφού τα έβαλε εκείνη» και σημείωσε πως της έφεραν ακόμα ένα. Μετά, η ίδια υπογράμμισε πως μπορεί να ήταν ζαλισμένη από το ποτό, αλλά ξαφνικά «έχασε τη γη κάτω από τα πόδια της». Μαζί με τη 17χρονη φίλη της, βλέποντας ότι η Γιωργία δεν αισθανόταν καλά, αποφάσισαν να φύγουν, όμως δεν ήταν σε θέση να οδηγήσει. Η 24χρονη, λέει στη συνέχεια της συνέντευξή της ότι έκλεισε ένα δωμάτιο, τον αριθμό του οποίου δεν θυμάται, γιατί το μόνο που την ενδιέφερε, ήταν «να πάει να ξαπλώσει εφόσον χανόταν η συνείδησή της». Καθώς όπως περιγράφει πήγαινε στο δωμάτιο, ο Μάνος επικοινώνησε μαζί της και τον ενημέρωσε πως «θα κοιμόταν σε ένα δωμάτιο που είχε κλείσει και είχε πληρώσει». Μετά τον Μάνο, της τηλεφώνησε, όπως είπε, ακόμα ένας αριθμός. Όπως είπε η νεαρή κοπέλα, έμαθε, την επόμενη ημέρα και ύστερα από την καταγγελία της στην Αστυνομία, πως έγινε «από τον βιαστή της, από το άτομο που παραδέχθηκε την πράξη του, έναν από τους πολλούς» τον οποίο, μάλιστα, δεν γνώριζε «ούτε καν ονομαστικά».
«Δεν είχα τη δύναμη να το αποτρέψω»
Ανεβαίνοντας στο δωμάτιο που είχε κλείσει η 24χρονη είπε πως είχε συνάντηση με τρεις άνδρες στο διάδρομο του ξενοδοχείου, οι οποίοι προσπάθησαν να την πείσουν, να αφήσει το δωμάτιο που είχε κλείσει και να πάει να κοιμηθεί σε ένα άλλο. «Στο δωμάτιο θυμάμαι δύο άτομα, έχω εικόνα από αυτήν την κατάσταση, από τον έναν άνθρωπο τη στιγμή που πάει να ξεκουμπώσει το παντελόνι του, ήταν από πάνω μου και εγώ είμαι στο κρεβάτι. Δεν θυμάμαι τίποτε άλλο, δεν θυμάμαι ούτε εγώ να αφαίρεσα κάτι, δεν θυμάμαι καμία απολύτως λειτουργικότητα, δεν είχα καμία απολύτως συνείδηση. Για κάτι τέτοιο δεν υπήρχε περίπτωση να συναινούσα ποτέ, αλλά δεν είχα και τη δύναμη να το αποτρέψω. Αυτό το θυμάμαι πολύ καλά, δεν είχα τη δύναμη να το αποτρέψω».
Το πρωί, δέχθηκε τηλεφώνημα από τον Μάνο που την είχε προσκαλέσει στο πάρτι, ο οποίος της είπε, όπως λέει «να πάρει τα πράγματά της και να πάει στο μέρος όπου βρισκόταν αυτός για να ξεκουραστεί».
«Δεν είχα κανένα έλεγχο όταν ξύπνησα, η μνήμη μου σταμάτησε τη στιγμή που έκλεισα το δωμάτιο, το πλήρωσα και πήγαινα σ’ αυτό.Έτσι όπως σηκώθηκα, είδα κάτω το εσώρουχό μου, δεν μπορούσα να το πιστέψω δηλαδή το ότι έβλεπα κάτι που δεν θυμάμαι να το έβγαλα. Ήμουν αδιάθετη και δεν μπορούσε να πάει το μυαλό μου τι συνέβη. Καθώς γύρισα στο δωμάτιο, είδα ανδρικά ρούχα, κάλτσες, μια βαλίτσα, κάτι χάπια. Δεν υπήρχε κανένας λόγος να είμαι σε μια σουίτα, γιατί δεν το επέλεξα. Κανένας άλλος δεν ήταν στο δωμάτιο, τότε άρχισα να καταλαβαίνω ότι κάτι δεν πήγαινε καλά».
Η δικαίωση και το «μια ομάδα εκμεταλλεύεται ευάλωτα κορίτσια»
Όπως είπε η Γεωργία Μπίκα στον Μάκη Τριανταφυλλόπουλο, «προσπαθώ να βρω μια δικαίωση σε αυτό. Θέλω όποια κοπέλα ήταν σε εκείνο το πάρτι, εκείνη τη βραδιά, να μιλήσει, να πει ότι αυτός ο άνθρωπος, ο Μάνος, ήταν στο πάρτι γιατί ισχυρίζεται ότι δεν ήταν και να πουν ότι ήταν καλεσμένες από αυτόν τον άνθρωπο γιατί έχω μάθει ότι όσες κοπέλες πήγαιναν στα πάρτι, της καλεί ο συγκεκριμένος, αλλά και η ομάδα αυτή. Θεωρώ ότι υπάρχει μια ομάδα που προσπαθεί με έναν τρόπο να εκμεταλλεύεται ή να οδηγεί σε αυτή την κατάσταση κορίτσια ευάλωτα είτε κορίτσια που θέλουν να βγουν και να βγουν, να πάνε στο μαγαζί τους και έχουν μια γνωριμία μαζί χωρίς, όμως, να σημαίνει ότι θέλουν ή συναινούν σε κάτι άλλο».
«Δεν πήγα στο πάρτι για να βιαστώ»
Σύμφωνα με την 24χρονη την επόμενη ημέρα, ο εργοδότης της, μαζί με έναν φίλο του, την παρέλαβαν από το ξενοδοχείο σε μια κατάσταση στην οποία «ήταν εμφανώς κακοποιημένη», όπως ανάφερε. «Δεν ήξερα τι να κάνω και πήρα τηλέφωνο έναν άνθρωπο που θα μπορούσε να με βοηθήσει. Ντρεπόμουν εκείνη τη στιγμή ντράπηκα γιατί συνειδητοποίησα το τι μπορεί να έχει συμβεί, ότι έπεσα και εγώ θύμα βιασμού, χωρίς τη συναίνεσή μου. Παίρνω αυτό τον άνθρωπο να με βοηθήσει». Σε ερώτηση του δημοσιογράφου αν είχε κάποια σημάδια πάνω της ανέφερε ότι «δεν ήθελα να δω καθόλου ούτε το σώμα μου, ούτε τίποτα δεν ήθελα να ξέρω εκείνη τη στιγμή. Ήθελα κάποιον να με βοηθήσει. Τον άνθρωπο που εμπιστεύτηκα ήταν ο εργοδότης μου».