Από την πρώτη στιγμή που έγινε γνωστή η είδηση για την υπόθεση revenge porn στην οποία θύτης είναι ο Στάθης Παναγιωτόπουλος, πρώην πλέον, μέλος των Ράδιο Αρβύλα, η προσοχή πολλών πολιτών και χρηστών των social media έχει στραφεί στον Αντώνη Κανάκη και τους συνεργάτες του. Με λίγα λόγια, οι άνθρωποι εκεί έξω φαίνεται να απασχολούνται περισσότερο από το αν τελικά υπήρξε συγκάλυψη του γεγονότος από μια ομάδα ανθρώπων που ανά τα χρόνια προάγουν μια εικόνα προοδευτικοί, κάνοντας γνωστή την εναντίωσή τους σε συμπεριφορές που βάζουν τις γυναίκες σε ρόλο θύματος.
Ας είμαστε για λίγο ειλικρινείς με τους εαυτούς μας. Υπάρχει περίπτωση να μάθουμε αν όντως ήξεραν ή όχι; Τη χθεσινή τους “απολογία” την παρακολουθήσαμε όντως με ειλικρινή περιέργεια και απορία ή σαν ένα απλό σενάριο: το πώς θα διαχειριστούν την κατάσταση στρατηγικά, για να δικαιολογήσουν τους εαυτούς τους και να καλύψουν τη θέση τους. Προφανώς το δεύτερο. Όπως και να έχει, στον τηλεοπτικό κόσμο, η εικόνα πάντα προσπερνά την ουσία στη στροφή. Την αλήθεια δεν θα τη μάθουμε ποτέ, όσο και αν αυτή η παραδοχή δηλώνει παραίτηση από το να βγάλει κάποια στιγμή νόημα αυτός ο κόσμος.
Με λίγα λόγια, σε αυτή τη φάση, έχουμε να επιλέξουμε τη μάχη που θα δώσουμε. Μετά τη δημοσιοποίηση της είδησης και την απομάκρυνση του Στάθη Παναγιωτόπουλου από την εκπομπή (που οι συντελεστές της έχουν αφήσει ανοιχτό το ενδεχόμενο να διακοπεί ούτως ή άλλως), προτιμάμε να μην “παίξουμε” στο κυνηγητό αποκάλυψης της όποιας συγκάλυψης και υπαιτιότητας του Αντώνη Κανάκη και της παρέας του. Αυτό όχι για την δεν πιστεύουμε πως ενδέχεται να υπάρχει και φωτιά μαζί με τον καπνό, αλλά γιατί είναι μια χαμένη μάχη, σε ένα μάταιο δικαστήριο προθέσεων, υποθέσεων και εικασιών.
Προτιμάμε να ασχοληθούμε με το θύμα. Με την κοπέλα αυτή που πλήρωσε το γεγονός ότι ερωτεύτηκε, αφέθηκε και εμπιστεύτηκε με τον χειρότερο τρόπο: έναν cyber βιασμό, μια ακόμα απόδειξη πως η πατριαρχία θεωρεί το σεξ γήπεδο εξευτελισμού και όχι ένα από τα πιο όμορφα (και δωρεάν) πράγματα στον κόσμο.
Ό,τι είπαμε, αλλά με καλύτερα λόγια, το έγραψε η Καίτη Γαρμπή σε ένα της στόρι και κάπως έτσι χειροκροτάμε μπροστά στην οθόνη.
Καιτάρα, σε ευχαριστούμε που μιλάς.