Η ψυχική υγεία έχει πια βγει από τη ντουλάπα. Την έχουν, δηλαδή, ξετρυπώσει όσες και όσοι μιλούν ανοιχτά για αυτή. Όσοι αναφέρουν χωρίς διασταγμό τα ραντεβού τους για ψυχοθεραπεία, όσοι ζητούν άδεια για τη δουλειά τους, γιατί έχουν φτάσει στο burn out, ξεσπώντας σε λυγμούς μπροστά από το λογότυπο της microsoft, όσοι αναφέρονται στα καταθλιπτικά επεισόδια της ζωής τους και τα συμπτώματά τους, μιλώντας για τον ελέφαντα στο δωμάτιο: η κατάθλιψη δεν είναι ένα μακρινό, κακό σενάριο, αλλά μια ασθένεια με πολλά πρόσωπα, πολύ πιο κοντά μας από ό,τι νομίζουμε. 

Στο σήμερα, όπως πολύ συχνά συμβαίνει με ό,τι έχει καταπιεστεί συστηματικά για χρόνια, έρχεται η υπερβολή και ίσως η άτυπη -πάντα- γκλαμουροποίηση. Ξαφνικά ονομάζονται όλα κατάθλιψη, από δημόσια και μη πρόσωπα και η θλίψη μεταφράζεται σε κατάθλιψη, για τις ανάγκες μια λεζάντας, μιας φωτογραφίας, ενός μάταιου κυνηγητού ενός hype. Δεν είναι, άλλωστε ψέμα, πως σε αυτή τη χώρα αργούμε να προσδεθούμε στο άρμα της εκάστοτε τάσης, αλλά όταν το κάνουμε, το κάνουμε με αμετροέπεια και μια δόση εμμονής. 

Σελέμπριτιζ και μη, Millennials και Gen Z, μιλούν για την ψυχική υγεία με αυτοαναφορικά, μη τεκμηριωμένα στοιχεία, χωρίς να συμβαδίζει η “γνωμάτευση” με τη γνωστή συμπτωματολογία, ενώ δημόσια πρόσωπα καλούνται να μιλήσουν για την κατάθλιψη, που, ποτέ δεν είχαν, αλλά έτσι βάφτισαν τη θλίψη μετά από απώλεια, ένα στρεσογόνο γεγονός, μια πιεστική περίοδο. Γιατί έτσι λένε οι τάσεις, γιατί στην Ελλάδα είμαστε μωρέ και αν δεν φουσκώσουμε και λίγο το αφήγημα, θα το φάει η μαύρη τρύπα της λήθης. 

Είναι παράδοξο το πώς ενώ πριν λίγα χρόνια περιμέναμε με προσδοκία και χέρια έτοιμα σε στάση χειροκροτήματος να μιλήσει κάποιος για την κατάθλιψη, σήμερα φλερτάρουμε να μπούμε σε ρόλο αστυνομίας εγκυρότητας της επικαλούμενης νόσου. Να ξεκαθαρίσουμε κάτι: δεν θα παίξουμε ρόλο αστυνόμου ψυχικής υγείας. Το μόνο δεδομένο είναι πως ο καθένας μπορεί να λέει και να γράφει ό,τι νιώθει. Η ιστορία έχει δείξει, άλλωστε, πως κάθε τι μη οργανικό, ψευδές και ανυπόστατο, το αποβάλλει η ίδια η ζωή, η ιστορία. Απλώς σε μερικές περιπτώσεις αργεί πολύ. Το μόνο που θα κάνουμε εδώ, είναι να μιλήσουμε με δυο ψυχολόγους-ψυχοθεραπευτές, την Αναστασία Παλαιοδήμου και τον Αλέξανδρο Γεροντίδη, για αυτό το “μπέρδεμα” -ασυναίσθητο και μη- που συγχέει τη θλίψη με την κατάθλιψη. 

Η θλίψη

Η θλίψη είναι ένα συναίσθημα που βιώνουμε καθημερινά. Πρόκειται για την αντίδραση σε μια απώλεια ή σε ένα στρεσογόνο γεγονός. Ο λόγος για τον οποίο είναι σημαντικό να διαχωρίζεται από την κατάθλιψη, είναι αφενός πως από τη στιγμή που κανείς θέλει να μιλήσει με ιατρικούς όρους, θα πρέπει να μένει πιστός σε ορισμούς και συμπτωματολογία, ειδάλλως μιλάμε για ημιμάθεια που μπορεί να γίνει επικίνδυνη. Αφετέρου, γιατί το ζητούμενο της επιστήμης της ψυχολογίας είναι τόσο η κατάθλιψη να μην αγνοείται και άρα να διαγιγνώσκεται και να θεραπεύεται όσο πιο σύντομα γίνεται, όσο και να μη συγχέεται με το συναίσθημα της θλίψης, που είναι ένα από τα πιο συνηθισμένα συναισθήματα της ανθρώπινης ψυχολογικής “παλέτας”. 

“Η χαρά και η ευτυχία δεν είναι επιβεβλημένες ούτε έρχονται προγραμματισμένες στη ζωή μας. Η ζωή μας είναι γεμάτη αντιθέσεις και δίπολα, όπως δε γίνεται να έχουμε 365 ημέρες το χρόνο καλοκαίρι, έτσι είναι αδύνατο ολόκληρη η ζωή μας να είναι αποκλειστικά πλήρης με χαρούμενες και ευτυχισμένες στιγμές. Η στενοχώρια και η θλίψη μέχρι ένα σημείο θεωρούνται φυσιολογικά συναισθήματα αλλά και νορμαλ αντιδράσεις σε ορισμένες καταστάσεις. Το συναισθηματικό φάσμα του ανθρώπου είναι πολύ ευρύ και όπως ανέφερα πιο πάνω δεν περιλαμβάνει μόνο τη χαρά, την ευφορία και το αίσθημα ευτυχίας. Περιλαμβάνει και άλλα συναισθήματα όπως θλίψη, στενοχώρια, οργή, δυσθυμία, απογοήτευση κλπ. Το να νιώθεις θλίψη ή στενοχώρια ορισμένες φορές είναι το πιο φυσιολογικό πράγμα στον κόσμο. Δεν έχεις ούτε κατάθλιψη ούτε κάποια άλλη ψυχική διαταραχή”, τονίζει ο Αλέξανδρος Γεροντίδης. 

Η κατάθλιψη

Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Ψυχικής Υγείας υπάρχουν οι εξής μορφές κατάθλιψης: μείζων καταθλιπτική διαταραχή, άτυπη κατάθλιψη, δυσθυμία (επίμονη καταθλιπτική διαταραχή), περιγεννητική (επιλόχεια) καταθλιπτική διαταραχή, ψυχωσική κατάθλιψη, εποχιακή κατάθλιψη, που ξεκινά τους χειμερινούς μήνες επηρεάζει περίπου το 2% του πληθυσμού. Για αυτόν τον λόγο χαρακτηρίζεται συχνά ως “η ασθένεια με τα πολλα πρόσωπα”. Το θετικό σε όλο αυτό, για να μη βγαίνουν εκτός γραμμής θεραπευτές και θεραπευόμενοι, είναι πως σε κάθε της μορφή, η κατάθλιψη έρχεται με συγκεκριμένη συμπτωματολογία. Αν κάποιος όντως νοσεί, βάζει “τικ” στα περισσότερα από τα συμπτώματα αυτά. 

Οι ψυχολόγοι, με το άτυπο περιθώριο των δυο εβδομάδων, προειδοποιούν για το πότε θα πρέπει κανείς να θορυβηθεί και να σκεφτεί πως αυτό που ξεκίνησε σαν θλίψη μετά από ένα θέμα υγείας, μια απόλυση, έναν χωρισμός, δεν είναι θλίψη-απόρροια του συμβάνοντος, αλλά κατάθλιψη. Σε αυτό το χρονικό όριο, εξαιρείται η περίπτωση της απώλειας, μιας και προφανώς, τα στάδια μέχρι την αποδοχή χρειάζονται ένα στρετσάρισμα χρονικό, για λόγους που μπορούμε να αντιληφθούμε. 

Η θλίψη που γίνεται κατάθλιψη

Η πρώτη μου επαφή με την ψυχοθεραπεία, ήταν γεμάτη άμυνες, καμουφλαρισμένες από χιούμορ σε αυτοσαρκασμό. Σε κάποιο σημείο της υποσυνείδητης προσπάθειάς μου να “εξουδετερώσω” τις προσπάθειες της ψυχοθεραπεύτριας να με καταλάβει, τη ρωτάω “λες να έχω κατάθλιψη;”. Θυμάμαι το βλέμμα της, στο όριο του eyeroll, και τη μεγάλη ανάσα της πριν μιλήσει. “Ωραία”, μου λέει. “Δυσκολεύεσαι να κοιμηθείς ή να σηκωθείς από το κρεβάτι; Δεν θυμάσαι την τελευταία φορά που άνοιξες τα παντζούρια και τις κουρτίνες στο σπίτι σου; Σου έχει πει κάποιο κοντινό σου άτομο πως ανησυχεί μήπως έχεις κατάθλιψη; Απέχεις από πράγματα που μέχρι πρότινος σε έκαναν χαρούμενη; Έχεις πάρει ή χάσει απότομα κιλά τελευταία;”. Σιωπή και μετά απανωτά “όχι”. Δεν μου συνέβαινε τίποτα από αυτά, ωστόσο είχα προλάβει να ονομάσω “κατάθλιψη” την ανηδονία που βίωνα εκείνες τις μέρες λόγω κάποιων οικογενειακών προβλημάτων. 

“Όλοι μπορεί να νιώσουμε θλίψη ή στεναχώρια κάποια στιγμή της ζωής μας, αλλά η κατάθλιψη είναι κάτι διαφορετικο .αυτό που παρατηρώ αυτά τα χρόνια μέσα από την εμπειρία μου είναι ότι έρχονται συνεχώς άνθρωποι που έχουν κάνει ήδη διάγνωση από μόνη τους χωρίς να είναι ειδικοί. Χρησιμοποιούν σαν καραμέλα τον όρο κατάθλιψη χωρίς να αναγνωρίζουν την διάσταση της νόσου. Η κατάθλιψη μπορεί να πλήξει οποιονδήποτε, αλλά υπάρχουν διάφοροι κοινωνικοί και βιολογικοί παράγοντες που μπορεί να αυξήσουν τον κίνδυνο ενός ατόμου να την εμφανίσει. Μόνο ένας ειδικός μπορεί να την διακρίνει και να παρέμβει με το κατάλληλο θεραπευτικό πλαίσιο για την αντιμετώπιση της”, τονίζει η η Αναστασία. 

Τελικά, τι είναι κατάθλιψη και τι θλίψη;

Ο Αλέξανδρος προσπαθεί να απλοποιήσει τη σύγχυση μεταξύ κατάθλιψης και θλίψης: “Η απόσταση από το “σήμερα αισθάνομαι στενοχωρημένος-η, θλιμμένος-η” μέχρι το “είμαι επισήμως διαγνωσμένος-η με κατάθλιψη” είναι πολύ μεγάλη και δεν έχουν επαγωγική σχέση μεταξύ τους. Για να φτάσεις από το ένα στο άλλο είναι σα να πρέπει να διανύσεις την απόσταση Αθήνα-Πεκίνο με αυτοκίνητο. Υπερβολή, αλλά αντικατοπτρίζει με αλληγορικό τρόπο την πραγματικότητα. Η κατάθλιψη είναι μία σοβαρή ψυχική νόσος (ανήκει στις συναισθηματικές διαταραχές), κατά τη διάρκεια της οποίας παρουσιάζονται διαφοροποιήσεις όσον αφορά την υποκείμενη συναισθηματική διάθεση (χαμηλή διάθεση, κέφια στο “ναδίρ”), την ποιότητα και τη διάρκεια του ύπνου, την ποιότητα και την ποσότητα της λήψης τροφής, την αυτοεκτίμηση και την υποκειμενική αίσθηση αξίας ή απαξίωσης του εαυτού, την ενασχόληση με πράγματα ή με δραστηριότητες που μας άφηναν ευχαριστημένους ή που κέντριζαν το ενδιαφέρον μας. Για παράδειγμα, ένας ασθενής με κατάθλιψη, ενώ μέχρι πρότινος αθλούταν σε καθημερινή βάση και ένιωθε ευχαρίστηση και ευεξία μετά την άθληση τώρα δε θέλει καν να ακούει για σωματική άσκηση και γυμναστήρια, ή κάποιος-α που είχε ερωτική ζωή πλέον δε βρίσκει ενδιαφέρον στο σεξ, όλα αυτά εμπίπτουν στο κριτήριο της “ανηδονίας” το οποίο παρατηρείται στους καταθλιπτικούς. Επιπλέον, η κατάθλιψη περιλαμβάνει δυσκολίες σε γνωστικές διεργασίες όπως αντίληψη, μνήμη, συγκέντρωση, διατήρηση προσοχής, σωματικά συμπτώματα όπως ζάλη, διαταραχές στο γαστρεντερικό και καρδιαγγειακό σύστημα αλλά και όχι μόνο”, εξηγεί. 

“Όπως βλέπεις η κατάθλιψη δεν είναι μόνο θλίψη και στενοχώρια όπως πιστεύει ο περισσότερος κόσμος! Η διαταραχή της κατάθλιψης, λοιπόν, δίνεται μόνο εφόσον το άτομο “πληροί” τα διαγνωστικά κριτήρια τα οποία είναι σαφή, ρητά και σε αυστηρό πλαίσιο και όχι επειδή απλώς και μόνο αισθάνεται στενοχώρια ή δυσφορία. Δηλαδή, προκειμένου να διαγνώσουμε κάποιον με κατάθλιψη πρέπει να δούμε συνδυασμό ποικίλων συμπτωμάτων (κέφια, φαγητό, ύπνος, αυτοεκτίμηση κλπ) σε συγκεκριμένο χρονικό πλαίσιο!”, συνεχίζει. 

Μπορούμε να μιλάμε για “γκλαμουροποίηση” της κατάθλιψης;

Ο Αλέξανδρος θεωρεί άτοπο να χρησιμοποιούμε λέξεις όπως “γκλάμουρ” δίπλα στην κατάθλιψη. “Πρόκειται για μια σοβαρή ψυχική νόσο και είναι άτοπο”, μου εξηγεί. Παρόλα αυτά βρίσκει σημαντικό να καταφέρει έναν διαχωρισμό ανάμεσα στην κατάθλιψη της διπλανής πόρτας και την κατάθλιψη κάποιων διάσημων ανθρώπων. Στο τέλος της μέρας, κανείς δεν είναι άτρωτος απέναντί της, αλλά τα εργαλεία αντιμετώπισής της διαφέρουν κατά πολύ. 

“Δεκτόν μέχρι ενός σημείου καθώς γίνεται λόγος για την ψυχική υγεία από άτομα τα οποία όπως και να το κάνουμε είναι ικανά να ευαισθητοποιήσουν, να παρακινήσουν, να εμπνεύσουν αρκετό κόσμο. Ταυτόχρονα όμως, επειδή τα άτομα αυτά λειτουργούν και ως πρότυπα για τους νέους και τις νέες, παρατηρείται το φαινόμενο παιδιά, έφηβοι και νεαροί να ταυτίζονται απόλυτα μαζί τους και να μιμούνται πρότυπα και συμπεριφορές των celebrities”. αναφέρει. 

“Όταν γίνεται λόγος για προβλήματα ψυχικής υγείας διασημοτήτων, επειδή ακριβώς δεν έχουμε ικανοποιητικά επίπεδα συναισθηματικής νοημοσύνης και επειδή πολλοί νέοι-ες ταυτίζονται με τους εκπροσώπους του star system, μοιραία στην παραμικρή δυσκολία ή αναποδιά διαγιγνώσκουν ψυχικές διαταραχές με περισσή ευκολία στον εαυτό τους. Πίστεψέ με, όμως, η κατάθλιψη της Katy Perry ή της Lady Gaga (η οποία κατάθλιψη συνήθως είναι υπαρξιακής φύσης καθώς άτομα σαν αυτά θυσίασαν πολλά,, απέκτησαν τα πάντα και στο τέλος καταλήγουν με ένα τεράστιο τίποτα στη ζωή τους) είναι πολύ διαφορετική από την κατάθλιψη που αντιμετωπίζει ένα άνθρωπος σαν εσένα και εμένα, ο οποίος έχει περιορισμένα resources για να ανταπεξέλθει σε μία τέτοια κατάσταση, ενώ στις περισσότερες περιπτώσεις έχει να αντιμετωπίσει και το στίγμα που συνοδεύει όσους νοσούν από μία ψυχική ασθένεια.”