Δεν θυμάμαι την πρώτη φορά που άκουσα τη φράση “ματαιότης ματαιτήτων, τα πάντα ματαιότης”, αλλά σίγουρα ήμουν πολύ μικρή. Προφανώς δεν κατάλαβα τίποτα. Σήμερα, βέβαια, υποθέτω πως αυτό που εννοούσε ο Σολωμόντας ήταν πως δεν έχει νόημα να ενθουσιαζόμαστε και να κυνηγάμε σαν τρελοί τα χρήματα, τη δόξα, τον έρωτα, το σεξ και γενικότερα ό,τι επίγειο είναι απίστευτα απολαυστικό, γιατί τέλος πάντων, δεν θα το πάρουμε και στον τάφο μας. Λίγη τριβή με την ανάγκη των σόσιαλ μίντια να γεννούν ανάγκες και τάσεις μετά, το “όλα είναι μάταια” έγινε από λεζάντα, μέχρι gif, μέχρι φράση που όλους τους ενώνει κάτω από γκρινιάρικες αναρτήσεις για meetings στη δουλειά, βαρετές διακοπές, πρώτες-δεύτερες ταχύτητες στην Κηφισίας και κάθε άλλο παρά happy endings σε ερωτικές ιστορίες που ούτε με πρώτες βοήθειες δεν θα συνέχιζαν να αναπνέουν. Το “όλα είναι μάταια” έγινε πυρήνας σκέψης και ζωής, άτυπο φλερτάκι με την κατάθλιψη, για μια γενιά που θα μείνει γνωστή ως εκείνη με τα memes που δηλώνουν πως είναι νεκρή μέσα της. 

Η παραδοχή πως “όλα είναι μάταια” ενώνει τους πάντες. Όσους πιστεύουν σε μια ανώτερη δύναμη που είτε μας κινεί σαν μαριονέτες, είτε μας κοιτάζει με holy pop corn στο χέρι. Όσους πιστεύουν πως γεννιόμαστε και πεθαίνουμε χωρίς καμία ιεροσύνη και καταλήγουμε στο χώμα. Τέλος ιστορίας. Όσους είναι ευτυχισμένοι, με μικρές διακοπές αυτής της ευτυχίας από την καθημερινότητα ή εντελώς δυστυχισμένοι, με μικρές διακοπές ευτυχίας, που ενδεχομένων δεν μπορούν να διαχειριστούν και να εκτιμήσουν. Όλα είναι μάταια, για πάρα πολλούς Millennials, που τη στιγμή που μιλάμε νιώθουν σαν να τους έχει πάρει μια τσουλίθρα στην άκρη της οποίας δεν ξέρουν πώς βρέθηκαν, αλλά δεν γνωρίζουν και πού καταλήγει. Όπου τσουλίθρα, η ζωή. Σαν concept, σαν σενάριο, σαν ταξίδι, σαν προορισμό. Όπως βολεύεται ο καθένας. 

via GIPHY

Δεν πάσχω από κατάθλιψη από όσο γνωρίζω, αλλά η φράση “όλα είναι μάταια” κουμπώνει μέσα μου, μαζί με τις μεγάλες αλήθειες που προτιμώ να μη σκέφτομαι. Ναι, είναι όλα μάταια, αν σκέφτομαι με βάση το τέλος, τον θάνατο. Εκείνη η μπλούζα; Εκείνο το ταξίδι; Εκείνο το φαγητό; Εκείνος ο γκόμενος; Τίποτα από αυτά δεν θα πάρω μαζί μου όταν θα με έχουν αναλάβει οι Τελεταί Μπούκουρας. Προφανώς και όταν όλα είναι μάταια, το να είμαι κολλημένη στην Κατεχάκη κάνει τη ζωή να μοιάζει με μια τεράστια οδύνη. Όλα μάταια και δουλεύουμε οχτώ ώρες τη μέρα. Οχτώ ώρες για τα περισσότερα χρόνια της μάταιης ζωούλας μου. Όλα είναι μάταια όταν δεν τσουλάει το γκομενιλίκι, όταν βαριόμαστε αφόρητα, όταν δεν μπορούμε να ενθουσιαστούμε με πράγματα που άλλους τους κάνουν να τσιρίζουν από χαρά. Όλα είναι μάταια όταν είμαστε η γενιά που άρχισε αγγλικά από την α’ δημοτικού, ιδιαίτερα μαθήματα από το γυμνάσιο, μπήκε στο πανεπιστήμιο, και βγήκε καταδικασμένη να ψάχνει τα νέα των κατώτατων μισθών, με γονείς που ακόμα φλεξάρουν πασοκικούς μισθούς και υπερπασοκικές διακοπές. 

Ο Osho έχει πει πως μόνο οι ευφυείς άνθρωποι βλέπουν τη ματαιότητα και νιώθουν την έλλειψη σκοπού και κατ’επέκταση, πλήξη. Η δική μου θεωρία είναι πως τη ματαιότητα τη βλέπουμε καθισμένη στο βάθρο των προνομίων μας. Σάμπως ποια λες να ήταν η οικονομική κατάσταση των “μαθητών” του. Οι άνθρωποι τα είχαν όλα τόσο λυμένα, που είχαν χρόνο να ασχοληθούν με το νόημα της ζωής. Το “όλα είναι μάταια” δεν ξεστομίζεται εύκολα από ανθρώπους που δεν έχουν δει στόχους να επιτυγχάνονται, καινούργια ρούχα να κρέμονται άψυχα -όπως οφείλουν- από κρεμάστρες, μισθούς να πιστώνονται σε λογαριασμούς και ταξίδια να οργανώνονται για τον επόμενο μήνα. Όταν τα βασικά δεν είναι αυτονόητα για κάποιον, δεν βλέπει τη ματαιότητα, γιατί η ματαιότητα πάει πακέτο με την ικανοποίηση που δεν προκαλεί το εφέ της ολοκλήρωσης. Έχεις γυρίσει ποτέ από πολυκατάστημα, με τρεις τέσσερις σακούλες με ρούχα, απλώς για να τις παρατήσεις στο σαλόνι και τις ανοίξεις καμία εβδομάδα μετά; Το ξέρω. Δεν είναι πολύ παράξενο να μη μπορείς να ψαρέψεις έστω λίγο ενθουσιασμό μέσα από τη συναισθηματική γυάλα που θεωρητικά κρύβεις βαθιά μες στην ψυχούλα σου, για κάτι που πίστευες ότι θα σε ικανοποιήσει;
Πόσα πράγματα αγνοούμε καθημερινά; Άπειρα. Πόσες αλήθειες κάνουμε πως δεν βλέπουμε; Hello, οι μανάδες μας μάς έχουν μισήσει έστω και για ένα λεπτό από τη στιγμή που μας γέννησαν. Ναι; Ναι. Να βάλουμε και τη ματαιότητα σε αυτές. Γιατί διάολε, και η ματαιότητα σαν μόνιμη κατάσταση, σαν πυρήνας σκέψης και ζωής, είναι τόσο μονότονος και εμείς βαριόμαστε εύκολα. Ας επιλέγουμε την τυφλότητα απέναντι στο “μάταιον της ζωής” πού και πού και ας το απολαύσουμε το μπέργκερ, τον γκόμενο, το ρούχο, το ταξίδι, την Κηφισίας. Η άλλη όψη του όλα είναι μάταια είναι το “τίποτα δεν είναι δεδομένο”. Και προσωπικά, εκείνη τη μπουκιά κεφτεδάκι-πατάτα τηγανητή-φέτα-ντομάτα δεν θα την ξαναθεωρήσω δεδομένη. Ειδικά, όταν συνοδεύει τσίπουρο. 

*Η συντάκτρια αυτού του κειμένου απορεί πώς κατέληξε αυτό το κείμενο κάπως αισιόδοξο, γράφοντάς το Δευτέρα, με δυο κηδείες να τρέχουν και με τους ανθρώπους γύρω της να εύχονται ο ένας στον άλλο “καλό αποκαλόκαιρο.