Αν το Facebook είναι κάτι σαν μικρογραφία της κοινωνίας, τότε το “Διαβάζοντας” είναι εκείνο το κρυφό μπαρ στο οποίο συγκεντρώνονται όσοι διαβάζουν. Διαβάζουν πολύ. Πριν κάποιες μέρες, μια αναταραχή ξέσπασε στο γκρουπ, με αφορμή μια φωτογραφία ενός βιβλίου. Πώς μπορεί να προκαλέσει ταραχή ένα βιβλίο σε μια ομάδα βιβλιοφάγων; Το να είναι ακουμπισμένο πάνω σε γυναικεία πόδια στάθηκε αρκετό. Ναι, τα πόδια φαίνεται να είναι κόκκινο πανί για όποιον και όποια θεωρεί πως λίγο δέρμα μπορεί να μειώσει την αξία ενός τίτλου, ενός συγγραφέα, ενός εξωφύλλου, μιας ιδέας, ενός ολόκληρου αναγνωστικού σύμπαντος. 

Δεν έχει σημασία αν η χρήστης που ανέβασε τη φωτογραφία είχε μόλις βρει τον εαυτό της μέσα στις γραμμές του βιβλίου, δεν είχε σημασία αν στη λεζάντα είχε χαρίσει απλόχερα την καλύτερη ανάλυση του αναγνώσματός της, σημασία είχε πως όλα αυτά τα βίωνε ακουμπώντας το βιβλίο της πάνω στα γυμνά πόδια της. Πώς γίνεται ένα ζευγάρι πόδια να μπορεί να ξυπνήσει τα κατώτερα ένστικτα ενός αναγνώστη, οδηγώντας τον στην πληκτρολόγηση ενός σχολίου του στυλ “τα έχετε ισοπεδώσει όλα και μας δείχνετε τα μπούτια σας σε ένα γκρουπ για βιβλία”;

“Η πατριαρχία μας μεγαλώνει όλους”

Η Κατερίνα Μαλακατέ, δημιουργός της ομάδας “Διαβάζοντας”, δεν σοκαρίστηκε καθόλου με τον πανικό σεξιστικών σχολίων κάτω από βιβλία με πρωταγωνιστές “βιβλία και μπούτια”. “Οι άνθρωποι του βιβλίου τσακώνονται ούτως ή άλλως από μόνοι τους, όπως συμβαίνει γενικώς στις τέχνες, και αυτό μεταφέρεται και στους αναγνώστες. Οπότε, όπως καταλαβαίνεις, στο γκρουπ υπάρχουν εντάσεις γενικότερα”, μου εξηγεί. Θα έλεγε κανείς, πως ένα preview του πώς ένα ζευγάρι πόδια μπορούν να προκαλέσουν τρικυμία εν κρανίω στον μέσο χρηστη του γκρουπ, το είχε πάρει η ίδια, από προσωπική της εμπειρία. “Πριν ένα χρόνο ανέβασα στο γκρουπ μου ένα κείμενο 500 λέξεων, κάνοντας κριτική σε ένα βιβλίο. Στη φωτογραφία έτυχε να φαίνονται και τα πόδια μου, λίγο τα γόνατα, μη φανταστείς. Οι άνθρωποι του κλάδου δεν το πήραν καλά αυτό. Έκαναν σχόλια σε στιλ ‘αυτή γράφει κριτικές και μας δείχνει τα μπούτια της'”. Με αφορμή αυτό, η Κατερίνα έκανε μια ανάρτηση στο προσωπικό της προφίλ στο Facebook, η οποία πήρε διαστάσεις και μεταφέρθηκε και στο Timeline της ομάδας. Κάπως έτσι, δεν άργησαν γυναίκες να ανεβάζουν βιβλία και μπούτια σαν ένα τρόπο διαμαρτυρίας στον καταφανή σεξισμό.  

Αναρωτιέμαι γιατί από πέρσι ως σήμερα, η εικόνα ενός βιβλίου πάνω σε ένα ζευγάρι πόδια δεν συνηθίστηκε ακόμα και από τους πιο “δύσκολους” της ομάδας. “Φέτος άρχισαν να ανεβάζουν φωτογραφίες και κορίτσια με ομολογουμένως πολύ ωραία πόδια”, μου εξηγεί η Κατερίνα. Ναι, αυτό ήταν αρκετό για να πάρει ο σεξισμός δυο μορφές: Η μια αφορά εκείνους που θεωρούν προσβολή το να χρησιμεύουν τα γυναικεία πόδια σαν “βάση” για το όποιο βιβλίο. Η άλλη όσους αδιαφορούν τόσο εμφανώς για το βιβλίο, δίνοντας βάση αποκλειστικά και μόνο στα πόδια, αφήνοντας σχόλια σε στυλ “τέλεια πόδια”, “υπέροχα μπουτάκια, για το βιβλίο δεν έχω ιδέα”. Κάπου εδώ να αναφερθεί ένα όχι και τόσο ανατρεπτικό στοιχείο: πολλά από τα προσβλητικά, υποτιμητικά σχόλια γράφονται από γυναίκες. Ο εσωτερικευμένος μισογυνισμός δεν λείπει, αφού, όπως τονίζει η Κατερίνα, “η πατριαρχία μας μεγαλώνει όλους”. Για εκείνη, οι γυναίκες που θα κουνήσουν το δάχτυλο σε μια άλλη γυναίκα που δεν θεώρησε ούτε προβληματικό, ούτε προσβλητικό, ούτε τόσο big deal το να βγάλει φωτογραφία το βιβλίο της πάνω στα πόδια της, είναι εκείνες που θα πουν στη 14χρονη κόρη τους “να μην κυκλοφορεί μέσα στο σπίτι με το σορτσάκι για να μην τη βλέπουν ο πατέρας της και ο αδερφός της. Στο μεταξύ, ο πατέρας και ο αδερφός κυκλοφορούν μέσα στο σπίτι με το σώβρακο”. Η ωμή αλήθεια της Κατερίνας είναι πως κανείς δεν μπορεί και δεν πρέπει να αποκλείεται από το διάβασμα. “Οι συγγραφείς θέλουμε τα βιβλία μας να διαβάζονται από όλους”. Οι μόνοι που αποκλείονται, για να είμαστε ειλικρινείς, είναι όσοι κάνουν σχόλια σε στυλ “soft porn η φωτογραφία”. Αυτοί, ναι, βγαίνουν από το γκρουπ με συνοπτικές διαδικασίες, όπως μου λέει. 

“Βιβλία υπάρχουν και στο σούπερ μάρκετ δίπλα στις σερβιέτες”

Η καθολικότητα του δικαιώματος στο διάβασμα βρίσκει σύμφωνη και τη συγγραφέα Στέργια Καβάλου. Τη ρωτάω αν έχει δει ποτέ φωτογραφία με το βιβλίο της ακουμπησμένο σε γυναικεία μπούτια. “Όχι ρε γαμώτο”, μου απαντάει, “πολύ θα ήθελα”. Η Στέργια δεν μπαίνει σε διαδικασία ανάλυσης του φαινομένου και ίσως έτσι να πρέπει. Αυτό που της κάνει περισσότερο εντύπωση είναι το πώς κάποιοι άνθρωποι δείχνουν να μην αντιλαμβάνονται πού ακριβώς βρίσκονται. Στο τέλος της μέρας, για το Facebook μιλάμε. “Δεν είναι το blog κάποιου ακαδημαϊκού τμήματος Λογοτεχνίας, είναι μια ομάδα στο Facebook. Μια ομάδα στην οποία οι άνθρωποι δεν θέλουν απλώς να δείξουν τι διαβάζουν, αλλά να δώσουν ένα κομμάτι από το ποιοι είναι, να πουν κάτι για τον εαυτό τους. Πρόκεται για ένα pop μέσο, το μέσο των Millennials”. Αυτό που θέλει να πει είναι πως στο πυρήνα της ύπαρξης του Facebook ως μέσου είναι η ανάγκη για γνωριμία, πλησίασμα, εγγύτητα και αν η άνεση του να δείχνει κανείς και λίγο σώμα, λίγο δέρμα, συμπεριλαμβάνονται σε αυτά, δεν πειράζει. Όλα καλά. 

Η Στέργια δεν εντοπίζει ακριβώς μισογυνισμό. Περισσότερο έναν άτυπο, αέναο ανταγωνισμό μεταξύ των δυο φύλων. Αλλά σίγουρα εντοπίζει πουριτανισμό. Στο τέλος της μέρας, “το βιβλίο είναι προϊόν. Πωλείται. Είναι ένα προϊόν καπιταλιστικό. Υπάρχει και στο σούπερ μάρκετ δίπλα στις σερβιέτες, υπάρχει και στο περίπτερο δίπλα στις καραμέλες. Έχει τιμή και μπορείς να το κάνεις ό,τι θες. Να το λερώσεις με σάλτσα, να το τσαλακώσεις στην τσάντα, να το ακουμπήσεις στο σώμα σου”, τονίζει. “Εμένα περισσότερο θα με ενοχλούσε ένα κακό βιβλίο, παρά ένα βιβλίο πάνω σε μπούτια”, αναφέρει γελώντας, προτείνοντας μάλιστα να αρχίσουμε να βγάζουμε και φωτογραφίες με πρωταγωνιστή το στήθος μας. “Φωτογραφίες με το βιβλίο ανοιχτό μπροστά στο στήθος. Να φανούν επιτέλους και τα οπισθόφυλλα. Άνθρωποι δουλεύουν και για αυτά”. Κάπου βαθιά μέσα της, βρίσκει τη χρησιμότητα αυτών των σχολίων, είτε από άντρες είτε από γυναίκες: “ξεκαθαρίζει το τοπίο. Τα διαβάζω και σκέφτομαι ‘α, υπάρχεις και εσύ”. Η αλήθεια είναι πως αν ο μισογυνισμός, ο πουριτανισμός και η καταπίεση υπάρχουν, καλύτερα να το ξέρουμε, για να βρούμε και τρόπους να τα αντιμετωπίσουμε.

“Στενάχωρη η προσπάθεια συζήτησης με κάποιον που έχει την αντίληψη ότι το γυναικείο σώμα μπορεί να “φτηνύνει” κάτι που έχει αξία”

Κόντρα σε ό,τι σκεφτόμαστε, η ινσταγκραμική σελίδα “μπούτια και διανόηση” δεν δημιουργήθηκε σαν σαρκαστική απάντηση στον μέσο σεξιστή που θεωρεί πως αν διαβάζεις, δεν γίνεται να έχεις (ωραία) πόδια ή αν έχεις (ωραία) πόδια, τότε δεν γίνεται να διαβάζεις. “Το κόμπο μπούτι και βιβλίο προέκυψε από το προφανές: το πιο βολικό σημείο να ακουμπήσεις το βιβλίο σου για να το φωτογραφήσεις είναι τα πόδια σου”, μου εξηγεί η Intellectual Thighs. Να κάτι που δεν φαίνεται να έχουν σκεφτεί οι σεξιστές του πληκτρολογίου. Το αυτονόητο. Στα παράδοξα, η ίδια δεν έχει δεχτεί ιδιαίτερο σεξισμό λόγω της φύσης των φωτογραφιών της. “Δημόσια υποτιμητικά σχόλια δέχτηκα στις αρχές κυρίως από άντρες, γιατί αυτοί οι αιώνες κοινωνικής κατάληψης έχουν δώσει το θράσος που χρειάζεται για να νιώσεις δημόσιος τιμωρός, κάτοχος της αλήθειας και πατερούλης που προσπαθείς να συνετίσεις και να δείξεις το σωστό. Οι γυναίκες έχουμε τουλάχιστον την ευφυία της διακριτικότητας και κάποια πράγματα λέγονται με αμένσιοτα ή στα ίνμποξ. Σε γενικές γραμμές όμως πρέπει να παραδεχτώ ότι αναλογικά τα αρνητικά σχόλια που έχω δεχτεί ήταν ελάχιστα σε σχέση με τα θετικά”, τονίζει. Το γεγονός πως πολλά από τα σχόλια ντροπής κάτω από φωτογραφίες με βιβλία, βιβλία, βιβλία και πόδια, πόδια, πόδια, είναι γραμμένα από γυναίκες, για την ίδια εξηγείται με όρους πατριαρχίας:

“Από πολύ νωρίς και για πολλά χρόνια οι γυναίκες εφοδιάζονταν με έναν μηχανισμό  ανταγωνισμού που λαδωνόταν συνεχώς από εδραιωμένες συμπεριφορές και αντιλήψεις. Θελήσαμε να κερδίσουμε εμείς τον πρίγκιπα με την ομορφιά και την αγνότητά μας, να είμαστε οι νικήτριες στα καλλιστεία, να είμαστε διαφορετικές από τις άλλες. Μεγαλώσαμε με  φόβο να δείξουμε τη σεξουαλικότητά μας, οπότε αυτές που το έκαναν αυτομάτως κέρδιζαν πόντους στον άτυπο διαγωνισμό κατάκτησης του αρσενικού και φυσικά ήταν ανήθικες. Δεν μπορώ να θυμώσω με γυναίκες που προσπαθούν ακόμα να χωρέσουν το πόδι τους σε στενότερα γοβάκια και κατηγορούν για αυτό άλλες γυναίκες ή δεν αγαπούν τα πόδια τους, εύχομαι μόνο να έχουν φίλες που θα τους σταθούν όταν έρθει η απογοήτευση που θα φέρει το έπαθλο”.

Τη ρωτάω πώς απαντάμε σε όποιον θεωρεί πως πόδια και βιβλία όταν συμβαδίζουν αναιρούν το ένα την υπόσταση του άλλου. Αν δεν ξέρει εκείνη, τότε ποιος; “Είναι λίγο τρίκι και στενάχωρη η προσπάθεια συζήτησης με κάποιον που έχει την αντίληψη ότι το γυναικείο σώμα μπορεί να “φτηνύνει” κάτι που έχει αξία, γιατί αυτομάτως μπαίνεις σε μια διαδικασία κάλυψης αισθητικών διαφορών που συνήθως είναι αδύνατη. Προσωπικά λοιπόν δεν με αφορά τόσο το να απαντώ σε ανθρώπους που τα βλέμματά μας στα πράγματα απέχουν τόσο ριζικά, όσο το να κάνω τη δική μου αισθητική παρουσία μέσα από τον τρόπο που εκφράζομαι, σκέφτομαι, επικοινωνώ δημόσια, πιο δυνατή. Δεν θα μπω σε πόλεμο για τα αυτονόητα απέναντι σε υπερόπλα βλακείας, θα προσπαθήσω όμως να μιλάω συνεχώς για τα αυτονόητα με τον τρόπο που με εκφράζει”, μου απαντάει. Και, διάολε, δίκιο έχει.