Στη χθεσινή συζήτηση στη Βουλή για το νομοσχέδιο που έρχεται να αλλάξει το Οικογενειακό Δίκαιο, ο βουλευτής της ΝΔ, Γιάννης Λοβέρδος, μάλλον μας έκανε κάποιο κακόγουστο αστείο. Ειδάλλως δεν μπορούν να αναγνωστούν με τρόπο που να μην εξοργίσουν τα επιχειρήματα με τα οποία επέλεξε να στηρίξει το νομοσχέδιο αυτό από το βήμα της βουλής.

Σε κάθε περίπτωση, προσπαθώντας να μετριάσει τις αντιδράσεις που έχει προκαλέσει το νομοσχέδιο, ανέφερε πως ακόμα και αν ένας πατέρας έχει κακοποιητική συμπεριφορά απέναντι στη μητέρα, «το παιδί έχει δικαίωμα και στους δυο γονείς», γιατί ένας κακός σύζυγος, ένας βίαιος σύζυγος, δεν είναι αυτόματα και ένας κακός πατέρας.

«Μπορεί σε ένα διαζύγιο να είναι πολύ σκληρό και να έχουν συγκρουστεί οι γονείς. Μπορεί να είσαι ένας κακός σύζυγος, αλλά μπορεί να είσαι καλός γονιός. Υπάρχει διαφορά μεταξύ του ενός και του άλλου. Μπορεί εγώ να χώρισα με τη γυναίκα μου και να έχω πάθος εναντίον της αλλά αυτό δε σημαίνει ότι είμαι κακός πατέρας. Όπως αντίστροφα, μια γυναίκα την οποία ο άνδρας της την απατά, την έδερνε, την κακοποιούσε και έχει μίσος εναντίον του πρώην άνδρα της, όμως παρόλα αυτά έχει το παιδί το δικαίωμα να μεγαλώνει και με τους δύο γονείς», ανέφερε συγκεκριμένα, συνεχίζοντας με μια άτυπη κριτική που δικαιολογεί μάλλον για τον ίδιο τις αντιδράσεις.

«Φυσικά, καταλαβαίνω ότι υπάρχουν πάρα πολύ μεγάλες αντιδράσεις» δήλωσε κάνοντας λόγο για δύο πλευρές, των πατεράδων και των μαμάδων. «Και από τη μια πλευρά και από την άλλη. Και από τους πατεράδες και από τις μαμάδες. Θεωρούν, γιατί βάζουν τα προσωπικά τους βιώματα μπροστά, ότι θίγονται από αυτό το νομοσχέδιο», ανέφερε.

Συμπέρασμα; Για κάποιο παράξενο λόγο, στο νοητικό σύμπαν του κ.Λοβέρδου το βίωμα της βίας μέσα σε μια οικογένεια, από έναν πατέρα που ξυλοκοπεί τη σύζυγό του, δεν μεταφράζεται αυτόματα σε κακό περιβάλλον για το πλάσμα αυτό. Και το να είναι αναγκασμένο να συμβιώνει υποχρεωτικά με εκείνον, είναι απόλυτα φυσιολογικό. Από την άλλη, μια γυναίκα που έχει κακοποιηθεί από τον πρώην σύζυγό της, είναι απόλυτα λογικό να είναι αναγκασμένη να έχει επικοινωνία μαζί του, ούσα εγκλωβισμένη στη θλιβερή αυτή συνθήκη.

Στο μεταξύ, ο ΟΗΕ φαίνεται να έχει διαφορετική άποψη

Η Elizabeth Broderick, επικεφαλής και Ειδική Εισηγήτρια της Ομάδας Εργασίας για τις διακρίσεις εναντίον γυναικών και κοριτσιών του Συμβουλίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του ΟΗΕ, καθώς και η Dubravka Šimonovic, Ειδική Εισηγήτρια για τη βία ενάντια στις γυναίκες, τα αίτια και τις συνέπειες, με επιστολή τους στην κυβέρνηση, υποστηρίζουν πως «το νομοσχέδιο, εάν τεθεί σε ισχύ, θα διευκολύνει την έκθεση σε αυξημένους κινδύνους για τα θύματα ενδοοικογενειακής βίας στο πλαίσιο της συνεπιμέλειας»

“Θα θέλαμε να επιστήσουμε την προσοχή της αξιότιμης κυβέρνησής σας ότι λάβαμε πληροφορίες σχετικά με κάποιες ρυθμίσεις που περιλαμβάνονται στο σχέδιο νόμου του Υπουργείο Δικαιοσύνης “Μεταρρυθμίσεις αναφορικά με τις σχέσεις γονέων και τέκνων και άλλα ζητήματα οικογενειακού δικαίου”. Αυτός ο νόμος, αν τεθεί σε ισχύ, θα μπορούσε να εκθέτει σε αυξημένο κίνδυνο θύματα ενδοοικογενειακής βίας στα πλαίσια της κοινής επιμέλειας.”

Η επιστολή κλείνει με επίλογο : “Ενώ περιμένουμε τις απαντήσεις σας στις παραπάνω ερωτήσεις, σας συνιστούμε να ελέγξετε και να επανεξετάσετε αυτές τις διατάξεις του νομοσχεδίου λαμβάνοντας υπόψη τις διεθνείς υποχρεώσεις της Ελλάδας για τα ανθρώπινα δικαιώματα”.

Τα άρθρα που θεωρούνται προβληματικά

Στο άρθρο 5 υποστηρίζουν ότι δεν προβλέπεται επαρκής εξέταση του εάν ένα παιδί κινδυνεύει από ενδοοικογενειακή βία με έναν από τους γονείς, ούτε περιλαμβάνει κάποια αναφορά στον κίνδυνο κακοποίησης ενός γονιού ή συντρόφου από τον άλλο.

Στο άρθρο 11 προβληματική θεωρούν την αναφορά της διευρυμένης οικογένειας του ενός γονιού ως πλευρά της εξέτασης του συμφέροντος του παιδιού. Παράλληλα, το άρθρο 14 δεν περιέχει εγγυήσεις για τα θύματα ενδοοικογενειακής βίας.

Σε ό,τι αφορά το άρθρο 7 διατυπώνουν αντιρρήσεις στη βάση των κινδύνων να υποστούν διακρίσεις οι γυναίκες. Αντίστοιχα διατυπώνουν ενστάσεις για άρθρο 8, θεωρώντας ότι οι προβλέψεις για τη διαδικασία μεσολάβησης δεν λαμβάνουν υπόψη την οικονομική ανισότητα που συχνά υπάρχει ανάμεσα στους δύο γονείς που η διεθνής εμπειρία έχει δείξει υποχρεώνει γυναίκες να μένουν σε κακοποιητικές σχέσεις.

Διάβασε το πλήρες κείμενο εδώ.