Το βλέπουμε το MasterChef. Ο καθένας για τους δικούς του λόγους. Αρχάριοι μάγειρες για να “κλέψουν” καμία συνταγή και να μάθουν τα εστιατορικά στησίματα. Wannabe μάγειρες της καραντίνας για να βάλουν κάτι διαφορετικό στο μεσημεριανό τραπέζι. Τηλεθεατές για τα αστεία του Κουτσόπουλου και για το fashion police στον Κοντιζά. Κριτικοί γεύσης για να ανατριχιάσουν σύγκορμα.
Μάλλον το φετινό MasterChef συνεχίζει τον αγώνα του ξεβλαχέματος με υλικά και κουζίνες -όχι απλά άγνωστες στη μέση ελληνική οικογένεια (εκτός αν μέλος της είναι χίψτερ/μιλένιαλζ με tiktok/ Influencers ή δημιουργοί περιεχομένου/ ψήστες σε καντίνα που δηλώνουν ότι πήγαν στην Κοπεγχάγη για το γκουρμέ street food και seo παικταρά τζιμάνι μέλος) – αλλά και προϊόντα εισαγώμενα ενώ τα μεσογειακά ελληνικά λαχανικά και φρούτα σνομπάρονται.
Επίσης έψαξα – επειδή φυσικά είμαι ψώνιο και παθαίνω FOMO αν δεν δοκιμάσω κάτι- πόσο κοστίζουν στα ελληνικά καταστήματα τα Katsuobushi Bonito flakes. Κάθεστε; Το μισό κιλό στοιχίζει περίπου 50€. Βάζουν λίγο θα μου πείτε και φυσικά έχετε δίκιο. Το umami στοιχίζει. Τι να κάνουμε;
Το λυσάρι του MasterChef
Namelaka: Μια τρυφερή κρέμα μάς έρχεται από την Ιαπωνία. Προέκυψε από τη συνεργασία Ιαπώνων ζαχαροπλαστών με σεφ από τη σχολή της Valrhona. Στο Varoulko υπάρχει ένα γλυκό με namelaka ελληνικού καφέ που ίσως αξίζει τα λεφτά του (δεν είναι και ιδιαίτερα ακριβό, αλλά μάλλον δεν μπορείς να κλείσεις τραπέζι για ένα γλυκό).
Φύκια nori: ή porphyra umbilicalis έχουν κόκκινο χρώμα, είναι γνωστά και με την ονομασία «μαρούλι της θάλασσας», φύονται σε απάγκια μέρη κοντά στις ακτές. Η λεπτή γεύση τους ικανοποιεί όλα τα γούστα. Χρησιμοποιούνται για την παρασκευή σούσι, σε ζυμαρικά, σαλάτες, σούπες και για το γαρνίρισμα πιάτων με ψάρι και δημητριακά. Δυο καλά νέα: είναι τα πιο πλούσια σε πρωτεΐνες και δεν είναι ακριβά.
Τομπιναμπούρ: αγκινάρα της Ιερουσαλήμ (Helianthus tuberosus) είναι ένα λαχανικό ρίζας. Περιέχει επίσης βιταμίνη C, φώσφορο, Θειαμίνη, κάλιο και είναι πολύ καλή πηγή σιδήρου. Τα χτένια με topinambur και μανιτάρια porcini απ’ τον Λευτέρη Λαζάρου είναι ήδη διάσημα. Στη Σπονδή χρησιμοποιήθηκε πρώτη φορά. Κατάλαβες;
Εννοείται, έμαθα τι σημαίνει κλαριφιέ, κουλί (εν κουλί), μπαλοτίνα, πάνκο και κάνω μπλανσάρισμα εύκολα. Αλλά ρε παιδάκι μου, χθες μια διαγωνιζόμενη δεν μπορούσε να ξεχωρίσει το αρνί από το χοιρινό. Μήπως χάθηκε η μπάλα στην κερκίδα με όλες αυτές τις ορολογίες και κάπου η ελληνική κουζίνα δεν υπάρχει; Και την κομπούτσα την έμαθα, αλλά μάλλον δεν θέλω να πιώ ζυμομύκητα. Αρνούμαι. Πέστε να με φάτε. Ούτε κορεάτικο τουρσί καίγομαι να δοκιμάσω κι ας το λέτε όλοι το κίμτσι με περηφάνια. Κάνει και η μάνα μου τουρσί. Με αυτά μεγαλώσαμε στη Μακεδονία.
Τόση Nikkei κουζίνα δεν αντέχει πλέον ούτε ο πρωτομάστοράς της ο Ferran Adrià. Είναι και λίγο βαρετό και πλέον χιλιοπαιγμένο. Κάπου ώπα. Αυτά τα έκαναν στο εξωτερικό πριν δέκα χρόνια σχεδόν, και τότε είχαμε σόσιαλ και ταξιδεύαμε. Επίσης, μια τελευταία απορία, αλήθεια γιατί να πληρώσω το μαύρο το σκόρδο τριπλά από το λευκό; Θέλω ένα πιάτο με γεμιστά και φέτα. Είμαι τόσο βασικιά, το παραδέχομαι.