Σε πονάει ο Άντονι Χόπκινς. Γιατί έχεις πατέρα. Κι είναι μεγάλος. Σε πονάει γιατί σε κάθε του κίνηση στην ταινία δίνει στην καθημερινότητα τόσο σπαραχτικό νόημα. “Που είναι το ρολόι μου;“. Αυτό το ερώτημα θα σε κάνει να κλάψεις. Θα σε λυγίσει. Κι είναι επαναλαμβανόμενο στην ταινία. Αυτό και η ζωή που συμβαίνει έξω από το παράθυρο του Άντονι Χόπκινς. Που θα ζει σε καραντίνα ως το θάνατό του – στην ταινία- γιατί πάσχει από άνοια. Γιατί γέρασε.
Είναι εκθαμβωτική η ομορφιά της τέχνης του Χόπκινς. Είναι master. Και το ξέρει. Μας επιτρέπει να βιώσουμε τη σύγχυσή του 80χρόνου ήρωά του σαν να ήταν δική μας. Η κόρη του προσπαθεί (υπέροχη η Ολίβια Κόλμαν, αλλά πάντα είναι) να επιδιορθώσει τις αναμνήσεις του. Να οργανώσει ως επιστάτης τον μπερδεμένο της πατέρα. Μας συγκινεί.
Δεν ξέρουμε- ως θεατές- αν βλέπουμε την αλήθεια, την πραγματικότητα, ή τα θραύσματά μιας ζωής στη δύση της, που έχασε την μνήμη της. Όλα είναι φευγαλέα και όμως κάθε συγκεκριμένη στιγμή την αισθάνεται ο θεατής επείγουσα και πραγματική. Νιώθεις σαν να βλέπεις θρίλερ.
Ο Χόπκινς είναι χαρισματικός, παίζει με άγρια ακρίβεια. Αν ήμουν ηθοποιός θα τον ζήλευα. Ξεγυμνώνεται με ειλικρίνεια στην κάμερα. Όταν η Αν, η κόρη του, του αποκαλύπτει ότι φεύγει στο Παρίσι βλέπεις την μακροπρόθεσμη πραγματικότητα αυτών των ειδήσεων τον χτυπά, αποκαλύπτει ένα βαθύτερο στρώμα πόνου: “Έτσι, αν κατάλαβα καλά, με αφήνετε, αυτό είναι; Με εγκαταλείπεις.” Στο πρόσωπό του φαίνεται το αίσθημα της ανημποριάς , αλλά εξακολουθεί να προσπαθεί να ασκήσει ένα μέτρο ελέγχου και αλαζονείας.
Είναι μια ταινία χαμηλών τόνων που όλα λειτουργούν στο αποκορύφωμά τους. Από το σχεδιασμό της παραγωγής και την επεξεργασία μέχρι το σενάριο του σκηνοθέτη Φλοριάν Ζελέρ και του φημισμένου σεναριογράφου Κρίστοφερ Χάμπτον δεν υπάρχει αδύναμος κρίκος στον Πατέρα. Είναι ένα δράμα. Ειδική μνεία, στον Γιώργο Λαμπρίνο που βυθίζει το κοινό στο ραγισμένο σαν γυαλί μυαλό του χαρακτήρα του τίτλου του. Ο Γιώργος Λαμπρινός είναι γνωστός για το Βραβείο Σεζάρ που κέρδισε από τη Γαλλική Ακαδημία Κινηματογράφου για το “Μετά το Χωρισμό” του Ξαβιέ Λεγκράν το 2019 και το Βραβείο Ιρις της Ελληνικής Ακαδημίας Κινηματογράφου για το “Xenia” του Πάνου Κούτρα. Είναι έμπειρος μοντέρ και δίκαια κερδίζει την πρώτη του υποψηφιότητα για Οσκαρ Καλύτερου Μοντάζ για το “The Father”. Γιατί συνέδραμε στο έργο του σκηνοθέτη να αφηγηθεί την ιστορία από τα μάτια του Άντονι καθώς οι χαρακτήρες και οι τοποθεσίες αλλάζουν και γινόμαστε τόσο μπερδεμένοι όσο αυτός.
Τον βλέπεις κι ως άνδρα. Που θυμάται πώς είναι η συντροφιά μιας ωραίας γυναίκας. Η άφιξη της Ίμοτζεν Πουτς ως μιας πιθανής υποψηφίας για να φροντίσει τον Άντονι (τραγική ειρωνεία κι απαράμιλλα αιχμηρό το γεγονός του ίδιου ονόματος ρόλου και πρωταγωνιστή) παρέχει κάποια ηλιοφάνεια στη διάθεσή του, καθώς του δίνει την ευκαιρία να φλερτάρει με μια όμορφη νεαρή γυναίκα. Αλλά, δυστυχώς, υπάρχει και δεύτερη ανάγνωση. Γιατί -λίγα λεπτά μετά- βλέπουμε μια αντανάκλαση των ενοχλητικών αλλαγών που συμβαίνουν μέσα στο μυαλό και τη διάθεση του χαρακτήρα. Και κυρίως, τα νιώθουμε.
Γιατί σε πονάει αυτή η ταινία; Είναι απλή η απάντηση: γιατί ο τρόπος με τον οποίο απεικονίζουν τις έννοιες του σπιτιού και της οικογένειας – που θα έπρεπε να είναι ασφαλή λιμάνια – ως κάτι το εφήμερο, είναι επώδυνος. Ποιος αντέχει τόση αλήθεια;
Το The Father ήταν υποψήφιο για έξι Όσκαρ, στις κατηγορίες Καλύτερης Ταινίας, Α’ Ανδρικού Ρόλου, Β’ Γυναικείου Ρόλου, Διασκευασμένου Σεναρίου, Μοντάζ και Σκηνογραφίας.
Υπάρχουν συνεχείς τροποποιήσεις στο διαμέρισμά του, από τη διακόσμηση μέχρι τη διάταξη των επίπλων, αρχίζουμε να αμφισβητούμε τα πάντα μαζί του, πάντα αναρωτιόμαστε ποια μπορεί να είναι η πραγματική αλήθεια.
Αυτή η αριστοτεχνικά σκηνοθετημένη ταινία αφηγείται την ιστορία της άνοιας και της απώλειας μνήμης με τρόπο που την καθιστά στοργική, προκαλώντας βαθιές συναισθηματικές αντιδράσεις σε οποιονδήποτε έχει αντιμετωπίσει την ύπουλη ασθένεια. Ο πόνος και η ταπείνωση της γήρανσης σε ένα ασύλληπτα αριστουργηματικό φιλμ. Προκαλεί αφόρητο πόνο του να βλέπεις κάποιον που αγαπάς να χάνει κάθε μέρα και περισσότερο από τον εαυτό του.
Δεν είναι καν ταινία τρόμου με καμία παραδοσιακή έννοια. Είναι μια ταινία για τον ανατριχιαστικό τρόμο του να ζεις με άνοια και θα σε στοιχειώνει για εβδομάδες. Είναι το πιο οδυνηρό τέλος ταινίας. Τα πράγματα δεν θα καλυτερέψουν, δεν θα βγει έξω. Αυτή η διαπίστωση είναι συγκλονιστικά τρομακτική.