Κυκλοθυμικό. Με ένταση. Ασπρόμαυρο. Δράμα. Με μια σχέση που μάλλον είναι σκληρή. Καλά όλα αυτά, αλλά η Ζεντάγια και ο Τζον Ντέιβιντ Ουάσινγκτον (φυσικά είναι γιος του Ντένζελ Ουάσινγκτον) άξιζαν μια καλύτερη ταινία. Κάποιος έχει δει το «Ποιος Φοβάται τη Βιρτζίνια Γουλφ;» κι αυτό βγαίνει. Δυστυχώς, όχι όπως έπρεπε. Να στείλουμε μια επιστολή διαμαρτυρίας στον Σαμ Λέβινσον (του καταπληκτικού «Euphoria») να τον ρωτήσουμε γιατί βγήκε τόσο αφόρητη η ταινία/ δράμα δωματίου; Γιατί η λεκτική πυγμαχία είναι ο πιο εύκολος τρόπος να πέσεις σε μια λούπα ατέρμονης μονοτονίας και φλυαρίας. Δηλαδή οκ, πέρασαν πέντε χρόνια που αγαπιόσασταν και ίσως ακόμη αγαπιέστε κάπως, αλλά πρέπει να χωρίσετε γιατί πληγώνετε άσχημα τις ψυχές σας. Γνώμη πολλών.
Γυρίστηκε αθόρυβα μέσα σε δύο εβδομάδες κατά τη διάρκεια της καλοκαιρινής καραντίνας στην Καλιφόρνια. Με σχετικά μικρό συνεργείο (περίπου καμιά εικοσαριά άτομα και μόνο τους δυο ηθοποιούς του που συμμετείχαν και ως παραγωγοί (και στο σενάριο). Φυσικά ο Σαμ Λέβινσον ακούγεται έντονα στις συζητήσεις για την Karen, την κριτικό τον L.A Times και το λευκό προνόμιο. Οι θεατές του που αγάπησαν αυτόν το καυγά θα μιλήσουν για ωμό, αυθεντικό σινεμά και ποια είμαι εγώ να τους μιλήσω για αυθεντικότητα την εποχή του streaming σινεμά.
Αν τον αγαπήσατε στο BlacKkKlansman και το Tenet, εδώ θα τον λατρέψετε τον Τζον Ντέιβιντ Ουάσινγκτον. Είτε όταν μιλάει για τις προσδοκίες του κοινού από έναν μαύρο κινηματογραφιστή και δημιουργό (ατακάρα στον μονόλογο του για τους λευκούς δημιουργούς και τα δράματα εποχής: ‘I’m sick and tired of all these little British boys running around here, trying to overcome a fucking birth defect to save the Queen from Hitler’) είτε όταν γίνεται κακοποιητικός απέναντι στη σύντροφό του και πηγαίνει να ουρλιάξει στον νυχτερινό ουρανό. Γιατί το φιλμ έχει πολλή λεκτική κακοποίηση. Στα όρια του να πάρεις τηλέφωνο γραμμή υποστήριξης να ζητήσεις βοήθεια από την θέαση του σε φέρνει. Είναι το πιο τοξικό κινηματογραφικό ζευγάρι της καραντίνας. Και υπάρχουν πολλά να διεκδικήσουν τον τίτλο. Δεν ταυτίζεσαι εύκολα. Κι όταν αυτό συμβεί σε πιάνει σχεδόν κρίση πανικού.
Δεν είναι τα ανείπωτα συναισθήματα που τρομάζουν. Είναι όσα εκστομίζονται: τα ευχαριστώ που υπάρχεις, οι αγκαλιές που δεν δόθηκαν και χάθηκαν, τα δήθεν φιλικά φλερτ που πληγώνουν, η πραγματικότητα της καθημερινότητας που συνθλίβει όταν δεν υπάρχουν όρια.
Μια νύχτα που θα έπρεπε να είναι αφορμή για εορτασμό και ερωτοτροπίες καταλήγει σε χάος, καταστροφή και ατελείωτους καυγάδες. Ο νέος σκηνοθέτης Μάλκομ επιστρέφει σπίτι μετά από την επίσημη πρεμιέρα της ταινίας του με τη μούσα του Μαρί. Δημιούργησε μια πολύ καλή ταινία εμπνευσμένη από την ιστορία της και τις περιπέτειες της με τα ναρκωτικά όταν εκείνη ήταν γύρω στα 20. Αλλά ξέχασε να την ευχαριστήσει στον λόγο του. Και αυτό θα είναι η αφορμή για εξαιρετικά αιχμηρούς μονολόγους, ένθεν κακείθεν, που ματώνουν καρδιές.
Αυτός είναι νάρκισσος, εκείνη είναι συναισθηματικά παγιδευμένη, τα λόγια τους είναι τρομακτικά βίαια. Ξέφυγαν από τον χαρακτηρισμό προσβλητικά. Η σχέση τους προφανώς δεν δουλεύει. Λες κι εκείνη νιώθει ότι του χρωστά κάτι γιατί έμεινε μαζί της στη διάρκειά της απεξάρτησης. Μερικές φορές, εσκεμμένα, η ταινία παίρνει μια εσάνς θρίλερ. Τον θεατή σίγουρα τον πιάνει απελπισία και απόγνωση. Είναι ο ορισμός του gaslighting σε σχέση. Η Μαρι μερικές φορές αποσυνδέεται από τον εαυτό της. Υπάρχει μεγάλη διαφορά εξουσίας ανάμεσα στους δυο. Αν κάπου είδατε τον εαυτό σας στο ρόλο του Μάλκομ, υπάρχουν αρκετοί ψυχολόγοι, πάρτε έναν τηλέφωνο.
Η πάλαι ποτέ μικρή πριγκίπισσα του Disney Channel ωρίμασε. Και καπνίζει σαν Γαλλίδα. Μεγάλο φάουλ της ταινίας. Δεν κατεβάζει καν τον καπνό. Ότι τι; Είναι ευρωπαϊκός κινηματογράφος;
Αν θέλετε μια κριτική για την ταινία, δεν μπορώ να βρω κάτι πιο εύγλωττο από αυτό του Guardian: “ένα ανυπόφορο πρότζεκτ ματαιοδοξίας -στις κακές στιγμές του”.